Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι μόνο οι άνθρωποι που πάσχουν από κάποια ψυχική νόσο «ακούνε φωνές». Η αλήθεια είναι ότι μόνο ένα μέρος των ανθρώπων που «ακούνε φωνές» είναι ψυχικά ασθενείς. Για παράδειγμα, μερικοί άνθρωποι που παίρνουν συγκεκριμένα είδη ναρκωτικών ή έχουν ιστορικό υπερβολικής χρήσης αλκοόλ, μπορούν επίσης να αρχίσουν να ακούνε φωνές. Υπάρχουν επίσης άνθρωποι που ακούνε φωνές, οι οποίοι δεν έχουν ιστορικό ασθένειας, ούτε καταναλώνουν ναρκωτικά ή αλκοόλ. Σε ορισμένες περιπτώσεις συγκεκριμένα είδη σωματικών ασθενειών ή η γήρανση μπορούν να γίνουν η αιτία κάποιοι άνθρωποι να «ακούνε φωνές» (Tien, 1991).
Δικαιολογημένα, η συχνή σύνδεση που γίνεται μεταξύ της εμπειρίας του να «ακούει κάποιος φωνές» και της ψυχικής νόσου σημαίνει ότι μερικοί άνθρωποι θα είναι απρόθυμοι να μιλήσουν για τις «φωνές» τους σε ένα γιατρό ή ακόμη και σε κοντινούς τους ανθρώπους.
Οι τρεις φάσεις της εμπειρίας του να ακούς φωνές
Για πολλούς ανθρώπους η αρχή αυτού που ονομάζουμε «ακούω φωνές» μπορεί κυριολεκτικά να είναι μία τρομακτική εμπειρία, γι’ αυτό κάποιοι ερευνητές την ονομάζουν φάση ξαφνιάσματος. Μόλις το άτομο που ακούει τις φωνές ξεπεράσει το σοκ αυτό, το επόμενο στάδιο είναι να προσπαθήσει να δώσει νόημα στις φωνές, και αυτή είναι η φάση αντιμετώπισης ή οργάνωσης. Η φάση αντιμετώπισης είναι μία δύσκολη περίοδος, κατά την οποία το άτομο που ακούει τις φωνές ίσως θελήσει να αποδράσει ή να αρνηθεί τις φωνές με κάποιο τρόπο. Σε μερικούς ανθρώπους μπορεί να πάρει μήνες ή χρόνια μέχρι να αναγνωρίσουν την ύπαρξη των φωνών.
Η επόμενη φάση είναι η φάση σταθεροποίησης. Αυτή είναι η περίοδος που το άτομο που ακούει φωνές προσαρμόζει αυτή του την εμπειρία στην καθημερινή ζωή του, μπορεί να επιλέξει τι θέλει να κάνει, αντί του να υπακούει τις φωνές. Αναφορές ανθρώπων που ακούν φωνές προτείνουν πως η πρώιμη αποδοχή της ύπαρξης των φωνών είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς την αντιμετώπισή τους (Romme & Escher, 1993: pp 17-20).
Φάση Ξαφνιάσματος Οι φωνές συχνά ξεκινούν από ένα σοβαρό ψυχικό τραύμα, σε μία περίοδο μεγάλων δεινών, όταν η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή για να την αντέξεις. Σ’ αυτή την περίοδο οι φωνές βιώνονται συχνά ως επιθετικές και αρνητικές, και οι άνθρωποι είναι φοβισμένοι και μπερδεμένοι. Οι φωνές μερικές φορές προκαλούν τέτοιο χάος ή απαιτούν τόση πολλή προσοχή που παρεμβαίνουν σοβαρά στις ζωές των ανθρώπων. Οι άνθρωποι αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα με τις καθημερινές τους δραστηριότητες και με τις σχέσεις τους. Σ’ αυτή τη φάση οι άνθρωποι χρειάζονται καθησύχαση και κάποια θεραπεία για το άγχος.
Φάση οργάνωσης Όταν το αρχικό άγχος και η σύγχυση έχουν μειωθεί ή έχουν σταδιακά ανασταλεί, τότε το άτομο μπορεί να επικεντρωθεί στην οργάνωση των φωνών και της σχέσης του με αυτές. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, λεπτομερής προσοχή θα πρέπει να δοθεί σε θέματα όπως:
Η ανάλυση της πιθανής σημαντικότητας των φωνών για το άτομο που τις ακούει σε σχέση με το παρελθόν και το παρόν. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της διερεύνησης της προσωπικής ιστορίας του ατόμου.
Το νόημα των φωνών στην καθημερινή ζωή του ατόμου. Η επιρροή της στάσης της οικογένειας απέναντι στις φωνές.
Τα συνοδά συμπτώματα διάσχισης και απώθησης συναισθημάτων.
Οι συγκεκριμένες περιστάσεις στις οποίες ακούγονται οι φωνές.
Τι έχουν να πουν οι φωνές, ποια είναι η φύση οποιουδήποτε εναύσματος και ποιες οι αντιλήψεις που συνοδεύουν τις φωνές.
Προσοχή πρέπει να δοθεί στην κοινωνική θέση του ατόμου και το βαθμό ανεξαρτησίας του/της.
Οι απαραίτητες κοινωνικές παροχές.
Οι διαθέσιμες ευκαιρίες να αναπτύξει και να παρουσιάσει το άτομο μια ολοκληρωμένη ταυτότητα ως ένας άνθρωπος που ακούει φωνές.
Φάση σταθεροποίησης Σ’ αυτή τη φάση η εστίαση βρίσκεται πρωταρχικά στη διεύρυνση της γνώσης και στην ανάπτυξη της προσωπικότητας μέσω της χρήσης διάφορων θεραπευτικών τεχνικών. Αυτή είναι η περίοδος που οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να μαθαίνουν να ζουν σε ισορροπία με τις φωνές τους, αφού τις βλέπουν ως τμήμα τους. Η σχέση με τις φωνές είναι πιο λογική, οι φωνές έχουν τώρα πιο θετική επιρροή και είναι λιγότερο ελεγκτικές, ενώ τα άτομα μπορούν να επιλέξουν να ακολουθήσουν τη συμβουλή τους, εφόσον οι ίδιοι το επιθυμούν. Σ’ αυτή τη φάση οι άνθρωποι είναι λιγότερο αγχωμένοι για τις φωνές τους.
Πλαίσια αναφοράς / Συστήματα πεποιθήσεων
Τα πλαίσια αναφοράς ή συστήματα πεποιθήσεων αναφέρονται στον τρόπο με τον οποίο το κάθε άτομο εξηγεί την εμπειρία του. Η αναζήτηση ερμηνείας συνήθως συμβαίνει στο στάδιο της οργάνωσης. Αποτελεί σημαντικό μέρος του «χτισίματος» μιας σχέσης με τα φαινόμενα που έχουν πλέον γίνει μέρος της ζωής του ατόμου.
Οι πιο αποτελεσματικές μορφές αντιμετώπισης έχουν αναπτυχθεί από το εξελισσόμενο πλαίσιο αναφοράς των ατόμων αυτών σχετικά με την εμπειρία τους. Τα πλαίσια αναφοράς επηρεάζουν σημαντικά την ικανότητα αντιμετώπισης της εμπειρίας, και μπορεί να είναι δύσκολη η μετάβαση στο να αισθάνεται κανείς άνετα με την εμπειρία αυτή χωρίς ένα τέτοιο πλαίσιο αναφοράς.
Όταν κάποιος ακούει φωνές για πρώτη φορά συνήθως ψάχνει για κάποια εξήγηση, ένα τρόπο να δώσει νόημα στην εμπειρία αυτή, τόσο για τον ίδιο του τον εαυτό όσο και για τους άλλους ανθρώπους. Αυτό αποτελεί μία προσπάθεια να καταλάβει κανείς τι συμβαίνει στον ίδιο, με το να εξηγεί στον εαυτό του το νόημα της εμπειρίας του. Οι άνθρωποι έχουν διάφορες ερμηνείες για την πηγή της εμπειρίας τους. Η έρευνα των Romme & Escher σε ανθρώπους που ακούν φωνές έδειξε ότι από τα άτομα που ρωτήθηκαν
76 θεωρούσαν τις φωνές θεούς ή πνεύματα
30 ερμήνευαν τις φωνές ως ένα καλοπροαίρετο καθοδηγητή
45 θεωρούσαν το γεγονός ότι άκουγαν φωνές ως ένα εξαιρετικό δώρο
48 αναγνώριζαν στη φωνή που άκουγαν ως τη φωνή ενός ατόμου που γνώριζαν από την καθημερινή τους ζωή
Η αντιμετώπιση της εμπειρίας μοιάζει να συνεπάγεται το να φτάσει κανείς σε μία γαλήνια προσαρμογή και αποδοχή της εμπειρίας ως μέρος του ατόμου. Κάθε εμπειρία είναι μοναδική για το άτομο και τα πλαίσια αναφοράς είναι κι αυτά ξεχωριστά, ακόμα κι αν ανήκουν σε κάποιο αποδεκτό σύστημα αξιών, όπως οι πνευματικές ή οι θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Συχνά δεν είναι βοηθητικό να λειτουργεί κανείς με ένα πλαίσιο αναφοράς, το οποίο καθιστά αδύνατη την απόκτηση ελέγχου πάνω στην εμπειρία. Μ’ αυτό τον τρόπο, για παράδειγμα, η εξήγηση που προσφέρεται από τη βιολογική ψυχιατρική μερικές φορές δεν είναι βοηθητική για άτομα που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την εμπειρία τους, επειδή τοποθετεί τα φαινόμενα εκτός του ελέγχου τους.
Όσον αφορά τους επαγγελματίες, για να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη στη θεραπευτική σχέση είναι απαραίτητο να είναι ειλικρινείς για τα δικά τους πιστεύω και, ενώ μπορεί να μη μοιράζονται τις ίδιες ιδέες σε προσωπικό επίπεδο, εξακολουθεί να είναι δυνατόν να αναζητήσουν λύσεις, οι οποίες ίσως είναι κατάλληλες για την αντιμετώπιση μιας δεδομένης κατάστασης.
Πώς αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τις φωνές
Το πώς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις «φωνές» εξαρτάται από πολλά πράγματα:
Την ηλικία στην οποία άρχισαν να ακούν «φωνές»
Τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ξεκίνησαν οι «φωνές»
Από πού φαίνεται να προέρχονται οι «φωνές»
Τι λένε οι «φωνές»
Πώς ακούγονται οι «φωνές» και σε ποια ένταση
Αν στους ανθρώπους αρέσουν ή δεν αρέσουν οι «φωνές»
Αν οι «φωνές» μοιάζουν να παρεμβαίνουν στη σκέψη ή στη συμπεριφορά του ατόμου
Αν οι άνθρωποι αισθάνονται πως οι «φωνές» κυριαρχούν επάνω τους
Αυτό που κάνουν οι άνθρωποι για τις «φωνές» εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από αυτά που πιστεύουν γι’ αυτές (Chadwick, Birchwood, & Trower, 1996).
Κάποιοι άνθρωποι είχαν φωνές από την παιδική τους ηλικία, έχοντας ξεκινήσει ίσως ως «φανταστικοί φίλοι», ενώ για άλλους οι φωνές ξεκίνησαν αργότερα, στα εφηβικά χρόνια ή στην αρχή της ενήλικης ζωής. Γενικά, η λιγότερο πιθανή εμπειρία είναι να αρχίσουν οι άνθρωποι να ακούνε φωνές στη μέση ηλικία (45-65).
Είναι συνηθισμένο να μη θυμούνται οι άνθρωποι απαραιτήτως τις ακριβείς περιστάσεις κάτω από τις οποίες ξεκίνησαν οι φωνές, αλλά η έρευνα δείχνει ότι 75 % των ατόμων που ακούνε φωνές συχνά είχαν βιώσει κάποιο σημαντικό και τραυματικό γεγονός ή γεγονότα στη ζωή τους. Σε αυτά τα γεγονότα περιλαμβάνονται η πρώιμη απώλεια των γονέων ή κοντινών προσώπων και σωματικό και/ή συναισθηματικό σοκ από κάποια κακοποίηση ή κακομεταχείριση, στην οποία πολύ συχνά περιλαμβάνεται σεξουαλική κακοποίηση.
Πληροφόρηση
Η συγκέντρωση πληροφοριών για την εμπειρία του να «ακούει κάποιος φωνές» μέσω ανάγνωσης άρθρων και βιβλίων μπορεί να βοηθήσει τα άτομα που ακούνε «φωνές» να αποφασίσουν αν θα ήταν χρήσιμο να το πουν σε κάποιον άλλο, όπως σε ένα σύντροφο, συγγενή, στενό φίλο, σε κάποιον που τους παρέχει φροντίδα ή σε κάποιον επαγγελματία. Το να μιλήσεις με κάποιον που ξέρει για τις «φωνές» μπορεί επίσης να σε βοηθήσει να αποφασίσεις τι να κάνεις. Τα περισσότερα άτομα που ακούν «φωνές» αισθάνονται πως όσα περισσότερα μπορούν να μάθουν και να πουν για τις «φωνές», ειδικά με άτομα που έχουν κάποια κατανόηση, τόσο καλύτερα είναι συνήθως για τους ίδιους.
Συμβουλευτική για τις φωνές
Παραδοσιακά, η μόνη απάντηση που έχει να προσφέρει η ψυχιατρική στους ανθρώπους που ακούνε φωνές είναι τα φάρμακα, αλλά αυτή η τάση έχει αρχίσει να αλλάζει τελευταία. Έχει αναγνωριστεί από τη Βρετανική Ψυχολογική Εταιρία (2000) πως οι θεραπείες μέσω ομιλίας μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την εμπειρία τους. Μπορεί να σου προσφέρουν γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία, που είναι το μόνο είδος θεραπείας ομιλίας που συνήθως προσφέρεται στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Αν δε σου προσφερθεί, θα μπορούσες να το ζητήσεις. Η γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία λειτουργεί μέσω της εξέτασης των πεποιθήσεων και των πράξεών σου και προσπαθεί να τις τροποποιήσει κάνοντάς τες πιο «ρεαλιστικές». Όμως, πολλοί άνθρωποι ακούν φωνές εξαιτίας τραυματικών γεγονότων του παρελθόντος τους και μπορεί να νιώθουν πως χρειάζονται την ευκαιρία να μιλήσουν σε μεγαλύτερο βάθος για τη ζωή, τις εμπειρίες και τις πεποιθήσεις τους.
Όταν η εμπειρία είναι οδυνηρή, το Κίνημα των Ανθρώπων που Ακούνε Φωνές (βασισμένο σε 15 χρόνια εμπειρίας και έρευνας) αναγνωρίζει πως ο καλύτερος τρόπος να τις αντιμετωπίσει κάποιος είναι να τις θεωρεί μια πραγματική και φυσιολογική εμπειρία, η οποία σημαίνει κάτι για το άτομο που τις έχει, να ακούει κανείς το άτομο και να μιλά για το περιεχόμενο των φωνών, των οραμάτων κ.ά., να προσπαθήσει να καταλάβει τι σημαίνουν οι φωνές για το ίδιο το άτομο μέσα στα πλαίσια αναφοράς των πεποιθήσεών του και να προσπαθήσει να τις εντάξει στην ιστορία ζωής του ατόμου. Πράγματι, είναι συχνά δυνατόν να ακούσει κανείς τις ίδιες τις φωνές, ώστε να καταλάβει τι εννοούν.
Δε θεωρούμε πως είναι βοηθητικό να προσπαθήσει κάποιος να επιβάλει σε κάποιον άλλον οποιαδήποτε θεωρία, επιστημονική ή άλλη. Δυστυχώς, πολλοί σύμβουλοι και ψυχοθεραπευτές είναι επιφυλακτικοί στο να δουλέψουν με ανθρώπους που βρίσκονται σε φαρμακοθεραπεία ή έχουν «ψυχωτικά συμπτώματα» και θεωρούν αυτά τα συμπτώματα ως ψυχολογικά ελλείμματα του ατόμου. Το Δίκτυο των Ανθρώπων που Ακούνε Φωνές ελπίζει να βοηθήσει ώστε να αλλάξει αυτή η οπτική και να προωθήσει τρόπους δουλειάς με τους ανθρώπους που ακούν φωνές που θα τους βοηθήσουν να δουν τη δυσφορία τους στο πλαίσιο της ζωής τους. Αυτό μπορεί να μην κάνει τις φωνές να σταματήσουν αλλά μπορεί να αλλάξει τη σχέση του ατόμου με την εμπειρία του.
ΠΗΓΗ:
http://www.hearingvoices.gr/index.php/2012-07-18-09-34-04/2012-07-18-09-34-49/item/38#illness?(accessed 11.10.17)