Friday 29 January 2016

Πως μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν στην σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους;




Οι γονείς, πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και σωστά ενημερωμένοι, ώστε να ανταποκρίνονται σε αυτές τις φυσιολογικές ανάγκες των παιδιών τους και κατά συνέπεια στις ερωτήσεις τους γύρω από θέματα σεξουαλικότητας. Οι περισσότεροι γονείς δυσκολεύονται να συζητήσουν με τα παιδιά τους για τα θέματα αυτά. Είναι όμως πολύ σημαντικό και αναγκαίο να δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να επικοινωνούν με τα παιδιά τους θέματα που συμβάλλουν στην υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και στην ψυχοσυναισθηματική τους ωρίμανση.

Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση πραγματοποιείται καταρχήν από τους γονείς, οι οποίοι έχουν τον πρώτο ρόλο στη ζωή του παιδιού, αποτελούν πρόσωπα αναφοράς και πρότυπα ταύτισης για το ίδιο και μεταφέρουν αξίες και στάσεις ζωής μέσα από τη σχέση τους μαζί του και τη συμπεριφορά τους. Δεύτερος σημαντικός σταθμός στη ζωή του παιδιού είναι το σχολείο, το οποίο αποτελεί φορέα γνώσης, μάθησης και κοινωνικοποίησης. Και τα δύο αυτά συστήματα (οικογενειακό και σχολικό-εκπαιδευτικό) οφείλουν να συμβάλλουν στη σωστή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του παιδιού για θέματα που αφορούν τον εαυτό του και τις σχέσεις του με τους άλλους στο παρόν και στο μέλλον, με σκοπό την προαγωγή της ψυχικής και σεξουαλικής υγείας του παιδιού και αυριανού ενήλικα και την πρόληψη.

Η σεξουαλικότητα είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης και όταν μιλάμε για παιδική σεξουαλικότητα αναφερόμαστε στην περίοδο από τη γέννηση ενός παιδιού ως και την ηλικία των δώδεκα χρόνων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ένα παιδί διέρχεται από τέσσερα εξελικτικά στάδια, όπου και συντελείται η ανάπτυξή του σε βιολογικό, γνωστικό, συναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο. Μέσα σε αυτή την εξελικτική διαδικασία λαμβάνει χώρα και η ψυχοσεξουαλική του ανάπτυξη, όπου «χτίζονται» οι βάσεις μίας υγιούς προσωπικότητας και υπεύθυνης συμπεριφοράς για την ενήλικη ζωή.

Τα παιδιά από τη βρεφική τους ηλικίαέχουν την ανάγκη να ανακαλύψουν τον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους.Αναρωτιούνται και πειραματίζονται με το κάθε τι. Και αυτό αποτελεί μία φυσιολογική ανάγκη του κάθε ανθρώπου που έρχεται στον κόσμο και επιθυμεί να μάθει, να ανακαλύψει, να γνωρίσει όσα συμβαίνουν στον ίδιο και στους γύρω του. Αποτελεί μέρος της ανθρώπινης εξέλιξης. Επιπλέον, μέσα από τις ποικίλες αλλαγές που τα παιδιά βιώνουν, καθώς μεγαλώνουν, αρχίζουν να ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο, έχουν περιέργεια και εκφράζουν απορίες σε σχέση με το σώμα τους, το φύλο τους και τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων. Αυτό το υγιές ενδιαφέρον των παιδιών δε σημαίνει ότι υπάρχει συνειδητή αφύπνιση της σεξουαλικότητας.

Οι γονείς, κατέχοντας τον πρώτο ρόλο στη διαπαιδαγώγησή τους, είναι σημαντικό να ενθαρρύνουν και να ενισχύουν το ενδιαφέρον τους, καθώς και να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και σωστά ενημερωμένοι, ώστε να ανταποκρίνονται σε αυτές τις φυσιολογικές ανάγκες των παιδιών τους και κατά συνέπεια στις ερωτήσεις τους για θέματα σεξουαλικότητας. Είναι σκόπιμο να γνωρίζουν βασικά σημεία της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, ώστε να παρέχουν στα παιδιά τους τα κατάλληλα εφόδια και να συμβάλλουν στην ομαλή ψυχοσεξουαλική και συναισθηματική τους ανάπτυξη, που διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στο πέρασμα τους από την παιδική ηλικία στην εφηβική και μετέπειτα στην ενηλικίωση.

Παιδί και σεξουαλική διαπαιδαγώγηση
«Γνωρίζω τον εαυτό μου, το φύλο μου, το σώμα μου»
«Μαθαίνω για την ανατομία και τη φυσιολογία των γεννητικών οργάνων»
«Φροντίζω το σώμα μου»
«Σέβομαι τον εαυτό μου» - Αυτοσεβασμός.
«Σέβομαι τους άλλους» - Αλληλοσεβασμός
«Γνωρίζω τα όρια του εαυτού μου» - Οριοθέτηση
«Μαθαίνω να προστατεύω τον εαυτό μου» - Αυτοπροστασία
«Επικοινωνώ και εκφράζω τα συναισθήματά μου»
«Επικοινωνώ με τους άλλους» - Διαπροσωπικές και Διαφυλικές Σχέσεις
«Κατανοώ τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων»

Ένα από τα κύρια σημεία που οι γονείς είναι χρήσιμο να γνωρίζουν, όσον αφορά τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους, είναιη αναγκαιότητα μίας καλής και ειλικρινούς σχέσης επικοινωνίας γονιού-παιδιού. Η καλή επικοινωνία ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά βασίζεται στη σχέση μεταξύ τους, που χτίζεται καθημερινά από τη στιγμή που ένα παιδί γεννιέται και αναπτύσσει δεσμούς αγάπης και εξάρτησης με τους γονείς του. Είναι, λοιπόν, σημαντικό η σχέση αυτή και η επικοινωνία να χαρακτηρίζονται από συναισθηματική εγγύτητα, ασφάλεια και εμπιστοσύνη, όπου το παιδί θα μπορεί να εκφράσει όχι μόνο τις ανάγκες του και τις επιθυμίες του, αλλά και τις απορίες του, τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του. Έχει μεγάλη σημασία να είστε ανοιχτοί στο διάλογο για θέματα σεξουαλικότητας με τα παιδιά σας. Για να επιτευχθεί αυτό οι γονείς θα πρέπει να είναι κοντά τους, να τα ακούνε με προσοχή, να αφουγκράζονται τις ανησυχίες τους και να κάνουν ξεκάθαρο στα παιδιά τους, ότι είναι πρόθυμοι και διαθέσιμοι να τα βοηθήσουν και να απαντήσουν στις ερωτήσεις τους, χωρίς να είναι επικριτικοί, αλλά αντιθέτως να ενισχύουν θετικά το ενδιαφέρον τους.

Ο γονιός του ίδιου φύλου με το παιδί (ομόφυλος) είναι σημαντικό να περνάει χρόνο μαζί του, όχι μόνο κάνοντας κοινές δραστηριότητες, αλλά και συζητώντας για θέματα που άπτονται της σεξουαλικότητας. Η στενή και ουσιαστική σχέση του ομόφυλου γονέα με το παιδί του συμβάλλει στην ταύτιση και στη διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλου του. Ο ετερόφυλος γονιός είναι σημαντικό να ενθαρρύνει αυτήν την ομόφυλη ταύτιση. Και οι δύο γονείς, ο καθένας από τη δική του θέση και μέσα από το δικό του ρόλο, μεταδίδουν στα παιδιά τους πληροφορίες και μηνύματα που έχουν μεγάλη αξία για την ομαλή ψυχοσεξουαλική τους ανάπτυξη, καθώς και τις μελλοντικές τους σχέσεις με το άλλο φύλο, λειτουργώντας ως πρότυπα.

Τα παιδιά συνήθως κάνουν ερωτήσεις γύρω από το θέμα του σεξ, γιατί κάτι άκουσαν στο σχολείο, στην τηλεόραση ή σε μία συζήτηση. Είναι πιθανό αυτό να συμβεί σε στιγμές που οι γονείς δεν το περιμένουν, με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζονται και να μην ξέρουν πώς να το χειριστούν. Ακούστε λοιπόν με προσοχή τις ερωτήσεις τους και δώστε τους άμεσες και ειλικρινείς απαντήσεις, χωρίς να κρύβεστε και χωρίς να μιλάτε με ασάφεια. Η αμηχανία, ο φόβος, η άμυνα ή ο θυμός ως αντίδραση στην εκδήλωση ενδιαφέροντος του παιδιού για θέματα σεξουαλικότητας, μπορεί να μεταδώσουν το μήνυμα στο παιδί ότι τα θέματα αυτά είναι «κάτι κακό», με αποτέλεσμα να νιώσει ντροπή, ενοχή ή/και φόβο. Επιπρόσθετα, μία τέτοια αντίδραση θα το αποτρέψει από το να απευθύνεται στους γονείς του, στρεφόμενο σε λιγότερο έγκυρες πηγές.

Ακόμα κι αν κάτι που σας ρωτάει δεν το γνωρίζετε είναι προτιμότερο και ασφαλέστερο να του απαντήσετε με ειλικρίνεια και στη συνέχεια να φροντίσετε να μάθετε για αυτό και να του δώσετε μία σωστή και ολοκληρωμένη απάντηση, παρά να του μεταδώσετε μία λάθος γνώση. Υπάρχουν ειδικά βιβλία για γονείς μέσα από τα οποία μπορούν να ενημερωθούν σωστά και υπεύθυνα. Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εικονογραφημένα βιβλία σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης που απευθύνονται σε παιδιά διαφόρων ηλικιών, για να μεταδώσουν τις πληροφορίες που χρειάζεται με έναν ενδιαφέροντα και παιδαγωγικό τρόπο. Είναι σημαντικό τα παιδιά να μαθαίνουν την αλήθεια για θέματα που αφορούν τη σεξουαλικότητα και όχι ιστορίες ή μύθους που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Με τον κατάλληλο τρόπο και τις κατάλληλες λέξεις να μάθουν για το σώμα τους, τα γεννητικά όργανα, για το πώς ένα παιδί έρχεται στον κόσμο μέσα από την αγάπη των γονιών του, χρησιμοποιώντας τα ονόματα που η ιατρική επιστήμη έχει ορίσει (π.χ. πέος, όρχεις, αιδοίο, μήτρα). Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά θα γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους, αλλά και θα καταρριφθούν τα ταμπού και οι προκαταλήψεις, που συνοδεύουν, ακόμα και σήμερα, τις λέξεις που περιγράφουν μέρη του ανθρώπινου σώματος και το μόνο που τελικά επιφέρουν είναι συναισθήματα ντροπής, ενοχών και αμηχανίας, διαιωνίζοντας το φαύλο κύκλο της άγνοιας, της παραπληροφόρησης και της έλλειψης σωστής ενημέρωσης.

Μιλήστε στα παιδιά σας με απλά και κατανοητά λόγια, ανάλογα με το ηλικιακό, γνωστικό και συναισθηματικό τους επίπεδο. Αυτό σημαίνει, ότι χρειάζεται να επικοινωνήσετε μαζί τους όσα μπορούν να ακούσουν και να κατανοήσουν, όπως επίσης και να απαντήσετε στις συγκεκριμένες ερωτήσεις που σας θέτουν, όταν τις θέτουν. Πολλές φορές, οι γονείς μέσα από το άγχος τους για το τι θα πουν και πώς θα το πουν, μπορεί να εγκλωβίζονται και να πιστεύουν ότι τα παιδιά τους δε θα καταλάβουν. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ζούμε σε μία κοινωνία, όπου υπάρχει μία πληθώρα μηνυμάτων, τα οποία τα ίδια τα παιδιά λαμβάνουν από διάφορες πηγές (σχολείο, συνομήλικοι, τηλεόραση και μέσα μαζικής ενημέρωσης, συζητήσεις ενηλίκων κ.α.). Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό να παρέχονται πληροφορίες στα παιδιά που να χαρακτηρίζονται από εγκυρότητα και αξιοπιστία και τα κατάλληλα πρόσωπα που μπορούν να τις προσφέρουν είναι οι ίδιοι οι γονείς τους, καθώς είναι τα πρόσωπα που εμπνέουν στα παιδιά εμπιστοσύνη, ασφάλεια και κύρος.

Ο ρόλος λοιπόν των γονιών στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι πολύ σημαντικός, γιατί διαπαιδαγωγούν όχι μόνο μέσα από τις συζητήσεις και τις απαντήσεις που δίνουν, αλλά και μέσα από τη συμπεριφορά τους και τη σχέση μεταξύ τους.

Τα παιδιά μαθαίνουν για τη σεξουαλικότητα παρατηρώντας, ακούγοντας και βιώνοντας την ατμόσφαιρα που επικρατεί μέσα στο σπίτι, από την πλευρά του παρατηρητή, αλλά και του αποδέκτη μηνυμάτων για τις σχέσεις των δύο φύλων, τις συμπεριφορές και τα συναισθήματα που αναπτύσσονται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους.


ΠΗΓΗ:
http://www.askitis.gr/educational/view/pos_mporoin_oi_goneis_na_voithisoin_stin_seksoialiki_diapaidagogisi_ton_pai(accessed 29.1.16)

Παιδικός αυνανισμός. Μπορεί το παιδί μου να αυνανίζεται από τόσο μικρή ηλικία;




"Το παιδί μου που είναι δύο ετών, τρίβεται στην άκρη του καναπέ, ακουμπάει στο πιπί του διάφορα χνουδωτά κουκλάκια και τα πιέζει πάνω του, αγγίζει τα γεννητικά του όργανα είτε απευθείας είτε πάνω από τα ρούχα του, πέφτει στο πάτωμα και κουνιέται πάνω κάτω, άλλες φορές κλείνει τα ποδαράκια του , αναψοκοκκινίζει, ιδρώνει και αναπνέει γρήγορα. Μάλλον αυνανίζεται, δεν ξέρω τι να κάνω, πως να φερθώ..."

Πρόκειται για τον παιδικό αυνανισμό, μια συμπεριφορά που εκδηλώνεται πολύ συχνά σε αγόρια και κορίτσια της παιδικής ηλικίας. Μέσα από τον αυνανισμό το παιδί βρίσκει ένα τρόπο για να ανακαλύψει το σώμα του. Όλοι γνωρίζουμε ότι το χαρακτηριστικό του μικρού παιδιού είναι η περιέργεια. Η περιέργεια να εξερευνήσει τον κόσμο γύρω του, η μάθηση νέων πραγμάτων, ο πειραματισμός που δίνει έξαψη και έντονη συγκίνηση. Όπως λοιπόν ανακαλύπτει τον υπόλοιπο κόσμο μέσα από αυτή την περιέργειά του, έτσι έρχεται και η στιγμή που αρχίζει και ανακαλύπτει τον εαυτό του και το σώμα του. Το σώμα του παιδιού, αποτελεί και το πρώτο όριο ανάμεσα στον εξωτερικό και τον εσωτερικό κόσμο, προσπαθώντας να ορίσει την εικόνα του και πως αυτή βιώνεται μέσα από τις αισθήσεις του και την εξερεύνηση του σώματός του. Ανακαλύπτει τα γεννητικά του όργανα, τα εξετάζει, πειραματίζεται με την ευχαρίστηση που πηγάζει από το σώμα του αλλά και την δυνατότητα να προκαλεί ικανοποίηση το ίδιο στον εαυτό του.

Μιλάμε για την παιδική σεξουαλικότητα που διαφέρει από την σεξουαλικότητα των εφήβων και των ενηλίκων. Η αυνανιστική συμπεριφορά των παιδιών δεν είναι ένδειξη κάποιου είδους παθολογίας ή σεξουαλικού προβλήματος, όπως αρκετοί γονείς ανησυχούν. Το αντίθετο μάλιστα, πρόκειται για μια φυσιολογική εξέλιξη της ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης του μικρού τους. Ο παιδικός αυνανισμός που είναι απόλυτα φυσιολογικός, δεν είναι οργανωμένος και συνειδητός όπως γίνεται στον κόσμο των εφήβων ή των ενήλικων ανθρώπων. Η ηδονή που παίρνει το παιδί, δεν είναι σαν την ηδονή που απορρέει από τον οργασμό στον κόσμο των μεγάλων. Ίσα ίσα, στην παιδική ηλικία νιώθει μία γλύκα, μια ευχαρίστηση που του δημιουργεί τη θέληση να την ξαναβιώσει στο μέλλον. Αυτή η γλυκιά αίσθηση είναι που του προκαλεί και την εθιστική συμπεριφορά, οδηγώντας το στην επανάληψη αυτής της πράξης.

Πολλοί είναι οι γονείς που καλούν καθημερινά στη Συμβουλευτική Γραμμή Σεξουαλικής Υγείας με την αγωνία και το άγχος ζωγραφισμένα στη φωνή τους, ρωτώντας τι πρέπει να κάνουν με το παιδί τους που αυνανίζεται. Μάλιστα οι μητέρες φαίνεται να ανησυχούν περισσότερο για το μικρό τους κοριτσάκι παρά για το αγοράκι τους που η ανησυχία τους περιορίζεται συνήθως στο ότι μπορεί να το κάνει μπροστά σε κόσμο. Προφανώς είναι το καθρέφτισμα της ηθικής που στο αγόρι είναι επιτρεπτό να ασχολείται με την σεξουαλικότητά του ενώ στο κορίτσι ακόμη θεωρείται θέμα ταμπού, φοβούμενοι μήπως το κοριτσάκι τους γίνει "προβληματικό", "εύκολο" ή ακόμη και "ανήθικο".

Τι να κάνει λοιπόν ο γονιός; Πως μπορεί να αντιμετωπίσει τον αυνανισμό του παιδιού του;



Στην αρχή, οι περισσότεροι γονείς ανησυχούν με αποτέλεσμα να είναι αμήχανοι και διστακτικοί στις αντιδράσεις τους.

Ο καλύτερος τρόπος για να χειριστεί ο γονιός την κατάσταση είναι να προσπαθήσει να του αποσπάσει την προσοχή, κατευθύνοντάς το προς μια άλλη ευχάριστη για το παιδί δραστηριότητα. Για παράδειγμα, να του δώσει το παιχνίδι του, να το φωνάξει να βοηθήσει τη μαμά σε κάτι... Ο αυνανισμός εφόσον γίνεται μέσα στον ιδιωτικό χώρο του παιδιού είναι μια φυσιολογική δραστηριότητα που βοηθάει το παιδί να ανακαλύψει τον εαυτό του και να μεταβεί ομαλά και σταδιακά προς την εφηβεία και την ενηλικίωσή του.

Αυτό που δεν πρέπει να κάνει σίγουρα είναι να του φωνάζει, να το μαλώνει ή ακόμη - πιο σπάνια ευτυχώς - και να το χτυπάει επειδή δεν σταματάει να κάνει αυτό που του λέει. Θέλει προσοχή το πως θα αντιμετωπίσει ο γονιός το παιδί του έτσι ώστε να μην το γεμίσει ενοχές, να μην το φοβίσει και το κάνει να κλειστεί στον εαυτό του εφόσον κάνει κάτι "τόσο κακό!" Με αυτό τον τρόπο το παιδί το μόνο που θα καταλάβει είναι ότι τα γεννητικά του όργανα είναι βρώμικα και δεν πρέπει να τα αγγίζει. Μεγαλώνοντας έχει να αντιμετωπίσει μπροστά του προβλήματα με την ενοχοποίηση της σεξουαλικότητάς του φτάνοντας στην πόρτα του ειδικού. Επίσης, μπορεί να το αντιληφθεί ως έναν τρόπο να τραβήξει την προσοχή των γονιών του και να το επαναλαμβάνει διαρκώς, πέρα από την ευχαρίστηση.

Είναι σημαντικό για τον γονιό να αντιμετωπίσει την κατάσταση με ηρεμία, να έχει προετοιμαστεί είτε διαβάζοντας ειδικά για την περίσταση βιβλία ή ακόμη και να επισκεφτεί έναν ειδικό, έτσι ώστε να αποκτήσει την κατάλληλη γνώση της φυσιολογικής αυτής κατάστασης. Άλλωστε, ας μην ξεχνάει ότι και ο ίδιος το πιο πιθανό είναι ότι είχε τις δικές του αυνανιστικές εξερευνήσεις στην παιδική του ηλικία...

ΠΗΓΗ:
http://www.askitis.gr/educational/view/paidikos_ainanismos._mporei_to_paidi_moi_na_ainanizetai_apo_toso_mikri_ilik(accessed 29.1.16)

Thursday 28 January 2016

Σύμφωνο Συμβίωσης



http://www.alphatv.gr/shows/informative/aftopsia/webtv/symfono-symviosis



Μετά την ψήφιση του νόμου, και παρά τις αντεγκλήσεις, τις κατάρες και τους αφορισμούς, δεκάδες ζευγάρια ανδρών και γυναικών σπεύδουν στα συμβολαιογραφεία για την υπογραφή του Συμφώνου.
Ο Αντώνης Σρόιτερ μιλάει με ζευγάρια που αποφάσισαν να υπογράψουν το Σύμφωνο, ζευγάρια που προγραμματίζουν τον δικό τους «γάμο» αλλά και με τους ακτιβιστές που φιλήθηκαν στα θεωρεία της Βουλής καθώς και έξω από την Μητρόπολη.
Ο ηθοποιός Φώτης Σπύρου, αναφερόμενος στο Σύμφωνο Συμβίωσης, τονίζει ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα.

Όσο η συζήτηση για το Σύμφωνο Συμβίωσης προκαλούσε αντιδράσεις, αρκετοί πίστευαν ότι ανοίγει ο δρόμος για την απόκτηση ή υιοθέτηση παιδιού από ομόφυλα ζευγάρια. Οι γνώμες, όμως, διχάζονται, ακόμη και στην ομοφυλοφυλική κοινότητα.
Η Ευαγγελία Βλάμη, ακτιβίστρια και μέλος των λεσβιών για την ισότητα, τονίζει ότι όσοι υποστηρίζουν ότι το παιδί ενός ομόφυλου ζευγαριού θα γίνει ομοφυλόφιλο ξεχνούν ότι αυτό το παιδί θα προσλαμβάνει εικόνες και θα δέχεται ερεθίσματα από την καθημερινότητα και ετερόφυλων ζευγαριών, τόσο μέσα από την τηλεόραση και τα έντυπα όσο και από το οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον.

Wednesday 27 January 2016

«Σταματώντας τα Ψυχοφάρμακα: Μια Συνάντηση Απόψεων»

https://www.youtube.com/watch?v=In4CbrVdaxc

What's it like to be an autistic person at work?


Better detection rates for autism spectrum disorder (ASD) mean the chances of having a colleague with the diagnosis, or being diagnosed yourself, have never been so high. But what’s it like to be "working while ASD"? A new paper published in the Journal of Applied Psychology suggests the age when a person is diagnosed is key. Those diagnosed later in life are less likely to fully identify with the label of autism and with the ASD community more broadly, shaping their attitudes and feelings about how they are treated in the workplace.

Tiffany Johnson and Aparna Joshi of Pennsylvania State University interviewed 30 adults diagnosed with ASD about their experiences at work, and then they surveyed a much larger group of people with ASD about the issues that came up. The survey canvassed 210 working people on the spectrum, mostly in their twenties and thirties and two thirds men, contacted through an autism network – they worked in a variety of industries including education, service and finance. Controlling for the influence of other factors such as current age, gender and severity of diagnosis, the data repeatedly showed that age at diagnosis mattered.

Take social interaction – the survey data showed that participants working jobs with higher social demands varied in how they felt about this: later-diagnosed people felt less discriminated against and more capable in these jobs than their early diagnosed counterparts. This late-diagnosed group were more content in roles that resembled what neurotypical peers or role models would take on – the population they worked around and may have considered themselves a group member of for at least some of their working careers. This didn’t mean that social interaction was without issues, but this was in the details of the work – one interviewee noted “I mean I want to be social but I don’t want to get overwhelmed with crowds” – rather than whether to consider it at all. In contrast, the earlier a person’s diagnosis, the more likely that they entered the workplace with a firm idea of having ASD, and resembling other people with ASD, including in terms of their suitability for certain activities.

In a similar fashion, the survey showed that early diagnosed participants were more comfortable in jobs with more organisational support for ASD, but those with a late diagnosis actually preferred less support – that kind of attention and differentiation simply wasn’t attractive to them. Age of diagnosis also influenced disclosing experiences. The survey suggested that the early diagnosed tended to feel somewhat more anxious after disclosing their condition to colleagues, but less discriminated against and more self esteem, whereas their late-diagnosed counterparts felt more discriminated against and reported lower self-esteem post disclosure. Again, this is likely to reflect the more superficial identification towards the ASD label held by later-diagnosed individuals: as one interviewee noted as a reason for their non-disclosure, “I’d much rather [have introvert] as sort of a label” than to introduce the notion of a developmental diagnosis.

Research into stigma and identity management at work has given little attention to developmental disabilities, but as this research shows, navigating work with a diagnosis such as ASD is complex, and the considerations for providing a good work environment for these people far from uniform. Bear in mind that participants’ severity of diagnosis was also associated with their sense of discrimination and self-esteem (those with more severe ASD reported a tougher time, as you’d expect), and that there may be other aspects of the work experience, besides those uncovered here, that also vary according to the age that a worker was diagnosed with ASD.

_________________________________ 
SOURCE:
http://digest.bps.org.uk/2016/01/whats-it-like-to-be-autistic-person-at.html(accessed 27.1.16)

Johnson, T., & Joshi, A. (2015). Dark Clouds or Silver Linings? A Stigma Threat Perspective on the Implications of an Autism Diagnosis for Workplace Well-Being. Journal of Applied Psychology DOI: 10.1037/apl0000058


Sunday 24 January 2016

Γιατί η 18η Ιανουαρίου είναι η πιο μίζερη μέρα του χρόνου; Και, πώς μετριέται τελικά η ευτυχία;





Σύμφωνα με τον ψυχολόγο Dr. Cliff Arnall, η τρίτη Δευτέρα του Ιανουαρίου, δηλαδή στην προκειμένη η Δευτέρα 18 Ιανουαρίου, είναι η πιο μίζερη Δευτέρα του χρόνου, αυτό που πολλοί στο εξωτερικό ονομάζουν «Blue Monday». Μία μέρα που τα άτομα είναι πιο μίζερα και μελαγχολικά από άλλες μέρες. O Dr. Cliff Arnall, δημιούργησε μία μαθηματική φόρμουλα και με αυτή υπολόγισε ότι η τρίτη Δευτέρα του Ιανουαρίου είναι η πιο άσχημη συναισθηματικά μέρα για το άτομο. Για το συμπέρασμα αυτό βασίστηκε στον άσχημο καιρό, το γεγονός ότι είναι μικρότερη η μέρα, μεγαλύτερη νύχτα, τα χρέη των Χριστουγέννων, αλλά και οι στόχοι που δεν εκπληρώθηκαν ακόμα.

Όσο περνάει ο καιρός και ο όρος «Blue Monday» εδραιώνεται για λόγους μάρκετινγκ, είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς αν μπορούμε να μετρήσουμε την ευτυχία (και αντίστοιχα την μιζέρια).

Η απάντηση είναι ότι μάλλον μπορούμε. Όπως αναφέρει η Independent, ο Glenn Everett, ο διευθυντής της εθνικής στατιστικής υπηρεσίας της Μεγάλης Βρετανίας, η Μεγάλη Βρετανία έχει κάνει πολλή δουλειά πάνω σε αυτό.

Η στατιστική υπηρεσία ξεκίνησε το 2010 έρευνα σχετικά με την ευτυχία των ατόμων διερευνώντας παραμέτρους όπως είναι τα επίπεδα ανεργίας, την ικανοποίηση από την οικογενειακή ζωή, το άγχος κλπ.

Αν και η ευτυχία είναι κάτι πολύ δύσκολο να μετρηθεί, αφού είναι ένα υποκειμενική συναίσθημα το οποίο δεν έχει να κάνει με αντικειμενικές καταστάσεις στη ζωή κάποιου, αφού κάποιος μπορεί να τα έχει όλα και να αισθάνεται δυστυχώς, ενώ άλλος να είναι ευτυχής με λιγότερα, οι Βρετανοί κατάφεραν να συντάξουν μία λίστα που έχει με σειρά «ευτυχίας» όλες τις χώρες (World Happiness Report).

Πρώτη στην λίστα βρίσκεται η Ελβετία, ενώ η Ελλάδα είναι στην 102η θέση. Η λίστα περιλαμβάνει 158 χώρες.

ΠΗΓΗ:
http://www.huffingtonpost.gr/2016/01/17/life-blue-monday_n_9002644.html(accessed 24.1.16)

Ο κανόνας «3-6-9-12» για τα παιδιά και την οθόνη – Μια συνέντευξη με τον γνωστό γάλλο ψυχαναλυτή Serge Tisseron







Ο Serge Tisseron είναι γάλλος ψυχαναλυτής-ψυχίατρος, από τους πιο γνωστούς στη χώρα του. Δίνει κατευθύνσεις έρευνας στο πανεπιστήμιο University Paris 7 Denis Diderot. Μελετά τις σχέσεις των νέων με τις νέες τεχνολογίες, τις παρανοήσεις ανάμεσα στους ενήλικες και την επόμενη γενιά, και τις επιπτώσεις της τεχνολογίας της πληροφορίας στους νέους ανθρώπους. Το 2008 ανέπτυξε τον κανόνα «3-6-9-12», που σημαίνει, «όχι τηλεόραση πριν από τα τρία χρόνια, όχι παιχνίδια σε κονσόλα πριν από τα έξι, καθόλου internet πριν από τα εννέα χρόνια, και καθόλου κοινωνικά μέσα πριν από τα 12″. Το 2011 η Γαλλική Ένωση Παιδιάτρων αποδέχτηκε την πρόταση.


Ο ίδιος λέει ότι ανέπτυξε τον κανόνα με σκοπό να ανοίξει τη δημόσια συζήτηση για τις οθόνες. Επικοινωνήσαμε με τον Serge Tisseron για να μας εξηγήσει την άποψή του για μια σχέση που γεμίζει ερωτήματα τους γονείς: τη σχέση παιδιού-οθόνης.

-Ο κανόνας σας του «3-6-9-12», λέει, «καθόλου τηλεόραση πριν την ηλικία των τριών». Γιατί αυτό;

Όλες οι έρευνες που έχουν γίνει για τα μικρά παιδιά και την τηλεόραση έχουν δείξει ότι η τηλεόραση δεν ωφελεί τα παιδιά πριν από την ηλικία των τριών. Φυσικά, ένας γονιός μπορεί να παρακολουθεί ένα πρόγραμμα για δέκα λεπτά μαζί με ένα μικρό παιδί, αν αυτή είναι μια ευκαιρία να περάσουν κάποιο ποιοτικό χρόνο μαζί. Όμως, πριν από από την ηλικία των τριών, είναι η σχέση που έχει σημασία, όχι η οθόνη. Το πρόβλημα είναι ότι συνήθως η τηλεόραση μένει ανοιχτή μόνιμα, και τα μικρά παιδιά ζουν με αυτή. Αλλά η έρευνα έχει δείξει ότι αυτό βλάπτει την ανάπτυξή τους. Τα μωρά έχουν πράγματι την ανάγκη να διαμορφώσουν τις ικανότητες προσοχής και συγκέντρωσης, και δε μπορούν να το κάνουν σε ένα περιβάλλον θορυβώδες όπως αυτό που δημιουργεί η τηλεόραση. Το ραδιόφωνο είναι λιγότερο ενοχλητικό για αυτά, επειδή εναλλάσσει συζητήσεις και αρμονικές μουσικές. Η τηλεόραση, όμως, είναι γεμάτη από βίαιους θορύβους τους οποίους τα μωρά δε μπορούν να καταλάβουν, και οι οποίοι τα εμποδίζουν να μάθουν να συγκεντρώνονται. Οι γονείς έχουν την τάση να υποτιμούν το πόσο σοβαρές είναι οι συνέπειες των ψηφιακών εργαλείων στο μικρό παιδί, και να υπερεκτιμούν τη βαρύτητα των προβλημάτων που προκαλούνται από τη χρήση των ίδιων ψηφιακών εργαλείων στην εφηβεία, ενώ πρόκειται γενικά για την περίοδο κατά την οποία αποκτώνται αυτόματα αντανακλαστικά που είναι απαραίτητα για τη χρήση τους.

-Στις μέρες μας, με τους γονείς να δουλεύουν σκληρά -και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες χωρίς υποστηρικτικές κοινωνικές δομές – πόσο εύκολο είναι για αυτούς να βρουν εναλλακτικές που θα κρατήσουν τα παιδιά μακριά από το να παίζουν βιντεοπαιχνίδια πριν από τα έξι τους, όπως προτείνετε;

Ο κανόνας «3-6-9-12»
Όχι τηλεόραση πριν από τα 3 χρόνια.
Όχι παιχνίδια σε κονσόλα πριν από τα 6.
Όχι internet πριν από τα 9.
Όχι social media πριν από τα 12.Ο κανόνας 3-6-9-12 που έχω προτείνει για να ορίσω τις ηλικίες των τριών, έξι, εννιά και δώδεκα, προτείνει στους γονείς να μη δίνουν στο παιδί ένα προσωπικό tablet ή μία προσωπική κονσόλα παιχνιδιού πριν από τα έξι χρόνια του. Μπορεί να παίζει με αυτές τις συσκευές, αλλά είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούνται ως οικογενειακές συσκευές. Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι μόλις το παιδί γίνει ιδιοκτήτης των συσκευών αυτών, η χρήση τους γίνεται ανεξέλεγκτη. Επιπλέον, είναι καλύτερα να αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε αυτές τις συσκευές για να ηρεμήσουμε το παιδί, ή το βράδυ πριν κοιμηθεί, επειδή οι φωτεινές πηγές οι οποίες χρησιμοποιούνται διαταράσσουν τους ρυθμούς του ύπνου.

-Λέτε, επίσης, «όχι internet χωρίς επίβλεψη πριν από τα εννιά χρόνια». Αυτό σημαίνει ούτε παιχνίδια στο διαδίκτυο;

Από την ηλικία των εννιά και μετά, η πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι ένα δικαίωμα. Αλλά είναι προτιμότερο τα παιδιά να παίρνουν συμβουλές και υποστήριξη. Κανείς δεν ξέρει ποτέ τι μπορεί να βρουν πληκτρολογώντας μια λέξη κλειδί. Ούτε τα κινούμενα σχέδια που βρίσκουμε στο internet είναι πάντα ασφαλή. Κάποια έχουν δεχτεί hacking. Ξεκινούν σαν ένα κινούμενο σχέδιο, αλλά συνεχίζουν προωθώντας ναρκωτικά, ή δείχνουν πορνογραφικές εικόνες, και τελειώνουν σαν κινούμενο σχέδιο. Και οι πλατφόρμες των δωρεάν παιχνιδιών στο διαδίκτυο είναι πιθανό να περιέχουν πολλές διαφημίσεις για τα παιχνίδια τα οποία ξεκινούν δωρεάν, αλλά στη συνέχεια πρέπει γρήγορα να πληρώσεις αν θέλεις να γίνει το παιχνίδι ενδιαφέρον.

-Όταν λέτε «internet με επίβλεψη», τι ακριβώς εννοείτε; Ο γονιός πρέπει να μένει με το παιδί όλη την ώρα, ή απλώς να τσεκάρει τι γίνεται ανά διαστήματα;


«Internet με συνοδεία» δε σημαίνει να στεκόμαστε πίσω από το παιδί κάθε φορά που μπαίνει στο ίντερνετ, ούτε να παρακολουθούμε καθετί που κάνει, κοιτάζοντας το ιστορικό. Διαδίκτυο με επίβλεψη, σημαίνει δύο πράγματα. Το πρώτο είναι να προετοιμάσουμε το παιδί. Μεταξύ 6 και 9 χρόνων, πρέπει να του εξηγήσουμε τους τρεις βασικούς κανόνες του internet.

«-Ό, τι τοποθετείς εκεί μπορεί να γίνει «δημόσιο»

-Ό, τι τοποθετείς εκεί θα μείνει για πάντα

-Δεν πρέπει να πιστεύεις όλα όσα βρίσκεις»

Είναι σημαντικό μετά τα εννιά χρόνια να του μιλάμε για τη λογοκλοπή, για τη διαδικτυακή πορνογραφία και την διαδικτυακή παρενόχληση. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Είναι εξίσου σημαντικό να οργανώνουμε την οικογενειακή ζωή με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουμε χρόνο για ανταλλαγές. Και το πιο απλό για να το κάνουμε αυτό, είναι να απαγορεύσουμε την τηλεόραση, τα smartphones, τα tablets και τις εφημερίδες στο δείπνο, ώστε να δημιουργήσουμε ένα ανοιχτό περιβάλλον επικοινωνίας. Δε χρειάζεται να μιλάμε εκεί για αυτά που είδαμε στο διαδίκτυο, αλλά αν αυτός ο ανοιχτός χώρος υπάρχει, τα παιδιά θα βρουν την ευκαιρία να τον χρησιμοποιήσουν και να μιλήσουν αν έχουν συναντήσει κάποια προβληματικά πράγματα στο internet.

-Πόσες ώρες την ημέρα συμβουλεύετε τους γονείς να αφήνουν παιδιά προσχολικής ηλικίας να βλέπουν τηλεόραση; Πόσες ώρες την ημέρα λέτε σε γονείς μεγαλύτερων παιδιών να τα αφήνουν να «σερφάρουν» στο ίντερνετ, ή να παίζουν βιντεοπαιχνίδια; Πώς μπορεί ένας γονιός να «ελέγξει» την οθόνη;

Ένας «περιορισμός του χρόνου της οθόνης» είναι σημαντικός, αλλά είναι εξίσου σημαντικό να ενδιαφερόμαστε για το τι κάνουν τα παιδιά με τις οθόνες. Οι γονείς που είναι επικριτικοί απέναντι στις οθόνες, αγνοούν τις δημιουργικές χρήσεις και τις δυνατότητες κοινωνικοποίησης που προσφέρουν οι ψηφιακές συσκευές. Δυστυχώς, οι γονείς που δε βάζουν καθόλου όρια, έχουν ανάλογη άγνοια. Είναι προτιμότερο να σχεδιάζουμε σε εβδομαδιαία βάση παρά σε καθημερινή. Για παιδιά από 3 μέχρι 6 χρόνων, οι γονείς μπορούν να περάσουν προοδευτικά από τη μια ώρα στις δύο ώρες την εβδομάδα, με στόχο να φτάσουν στη συνέχεια προοδευτικά στις έξι ώρες την εβδομάδα μέχρι την ηλικία των 12 χρόνων. Ο στόχος είναι ο χρόνος ψυχαγωγίας μέσω της οθόνης να μην ξεπερνάει ποτέ τις δύο ώρες την ημέρα, όποια κι αν είναι η ηλικία. Λέω «ψυχαγωγική οθόνη», επειδή σε αυτή δε συμπεριλαμβάνω τον χρόνο που αφιερώνεται στις σχολικές δραστηριότητες. Αλλά και εκεί ακόμη, είναι διαφορετικό πράγμα να χρησιμοποιείς μια οθόνη μη διαδραστική και μη συνδεδεμένη όπως η τηλεόραση, είναι άλλο να χρησιμοποιείς μια συσκευή διαδραστική αλλά μη συνδεδεμένη όπως βιντεοπαιχνίδια off-line, και είναι διαφορετικό να χρησιμοποιείς ένα εργαλείο διαδραστικό και συνδεδεμένο, όπως τα παιχνίδια στο διαδίκτυο. Οι γονείς πρέπει να ενθαρρύνουν αυτές τις δραστηριότητες που συνδέονται με την οθόνη, οι οποίες είναι δημιουργικές και κοινωνικοποιούν. Και υπάρχει μια δραστηριότητα που συνδέεται με την οθόνη και πρέπει να ενθαρρύνεται σε κάθε ηλικία, χωρίς κανέναν περιορισμό: η ψηφιακή φωτογραφία και η επεξεργασία εικόνας.

-Γιατί στα παιδιά αρέσουν τόσο πολύ τα βιντεοπαιχνίδια;

Τα βιντεοπαιχνίδια είναι πραγματικά «ψηφιακά γλυκά» για τον εγκέφαλο. Ξέρετε ότι μας αρέσουν τα γλυκά επειδή είναι λιπαρά και ζαχαρώδη. Λοιπόν, αγαπάμε τα βιντεοπαιχνίδια επειδή κινητοποιούν τις απλές διανοητικές ικανότητες , επειδή προοδεύουμε μέσα από τη δοκιμή και το λάθος, επειδή τονώνουν την προσοχή μας κάθε στιγμή, επειδή ανταμειβόμαστε γενναιόδωρα όταν πετυχαίνουμε και ποτέ δεν τιμωρούμαστε όταν αποτυγχάνουμε. Όπως ακριβώς τα γλυκά δεν είναι αληθινό φαγητό, αλλά ευχαρίστηση, πολλά βιντεοπαιχνίδια δε συμβάλλουν στη νοητική ανάπτυξη, αλλά στην καθαρή ευχαρίστηση.

-Συμφωνείτε με την πρακτική πολλών γονιών να «χρησιμοποιούν» τον χρόνο σε βιντεοπαιχνίδια ή στην τηλεόραση ως «εργαλείο» για να τιμωρούν ή να επιβραβεύουν τα παιδιά; Το να λένε, για παράδειγμα, «αφού οι βαθμοί σου ήταν κακοί», ή «αφού συμπεριφέρθηκες άσχημα, θα δεις λιγότερη τηλεόραση αυτή την εβδομάδα και θα παίξεις λιγότερο στην κονσόλα σου»;

Ναι, όλοι οι γονείς χρησιμοποιούν αυτό το είδος τιμωρίας. Και πάλι, όμως, κάνουν λάθος, επειδή δε δίνουν σημασία στο τι παρακολουθούν τα παιδιά ή στο τι είδους παιχνίδια παίζουν. Οι γονείς θα έπρεπε να λένε: «Είσαι τιμωρημένος, δε θα δεις τη συγκεκριμένη εκπομπή στην τηλεόραση, αλλά θα κρατήσεις τον χρόνο που έχεις για βιντεοπαιχνίδια», ή το αντίθετο. Ο χρόνος της οθόνης πρέπει πάντα να έχει να κάνει με το τι βλέπει το παιδί σε αυτή, τι κάνει σε αυτή, και ποιον συναντά εκεί.

-Αν δεχτούμε αυτό που έχετε πει, ότι οι έφηβοι «αναζητούν εναλλακτικές ταυτότητες, κρύβοντας την εμφάνισή τους από αυτούς που συναντούν», πώς μπορούν να προστατευτούν; Και τι συμβαίνει με τον διαδικτυακό εκφοβισμό; Πιστεύετε ότι εξαπλώνεται τόσο πολύ όσο λένε τα μέσα ενημέρωσης, ή το φαινόμενο διογκώνεται;

Τα παιδιά πρέπει να είναι ενήμερα για το τι σημαίνει εκφοβισμός από τη νηπιακή ηλικία. Και πρέπει να τους μιλήσουμε για τον διαδικτυακό εκφοβισμό στα 7 τους χρόνια. Τίποτα, όμως, δεν αποδεικνύει ότι η παρενόχληση είναι σήμερα σε χειρότερα επίπεδασε σχέση με παλαιότερα. Το πρόβλημα είναι ότι, με το διαδίκτυο, μπορεί να «βρει» το εκφοβισμένο παιδί παντού, οποιαδήποτε ώρα, μέρα και νύχτα. Αλλά πρέπει, επίσης, να εξηγήσουμε στα παιδιά ότι το να προωθήσουν μια προσβολή μία φορά, σημαίνει συμμετοχή στην παρενόχληση.

-Δημοσιεύτηκε πρόσφατα μια παγκόσμια μελέτη για τα αποτελέσματα της χρήσης υπολογιστών στα σχολεία, σύμφωνα με την οποία, οι μαθητές που χρησιμοποιούν tablets και υπολογιστές πολύ συχνά, έχουν χειρότερες επιδόσεις από αυτούς που κάνουν μια πιο ήπια χρήση τους. Πιστεύετε ότι η τάση στην εκπαίδευση να επικεντρώνεται σε «ψηφιακές και επαγγελματικές δεξιότητες», είναι σε λάθος κατεύθυνση;

Προσωπικά, λέω πάντα ότι το επείγον είναι να προσαρμόσουμε τις μεθόδους διδασκαλίας στους καινούριους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά υπάρχουν στον κόσμο, σε σύνδεση με την ψηφιακή κουλτούρα στην οποία ζουν, και αυτό ξεκινά από το να δημιουργούμε νέες δυνατότητες μάθησης, με ή χωρίς ψηφιακά εργαλεία. Αυτοί που πιστεύουν ότι το να προσαρμόσουμε τον τρόπο διδασκαλίας στην ψηφιακή εποχή, σημαίνει να εισάγουμε ψηφιακά εργαλεία στο σχολείο, κάνουν λάθος. Όσον αφορά τα αποτελέσματα στα οποία αναφέρεστε, πρέπει να λάβουμε υπόψη και την εποπτεία. Τα ψηφιακά εργαλεία επιτρέπουν να λάβουμε υπόψη την ιδιαιτερότητα του κάθε μαθητή μέσα σε υπερφορτωμένες τάξεις. Αν υπήρχαν τρεις φορές περισσότεροι εκπαιδευτικοί, αυτή η ερώτηση θα είχε προφανώς απαντηθεί διαφορετικά και σίγουρα με καλύτερο τρόπο.

-Έχω διαβάσει κάτι που έχετε πει -και βρίσκω πραγματικά ενδιαφέρον-, ότι τα παιδιά ωφελούνται περισσότερο όταν μοιράζονται την οθόνη παρά όταν τη χρησιμοποιούν ατομικά. Εννοείτε να μοιράζονται την οθόνη στο σχολείο, όταν παίζουν βιντεοπαιχνίδια, ή σε κάθε δραστηριότητα που περιλαμβάνει μια οθόνη; Γιατί είναι καλύτερα να μοιράζονται;

Για να ανακαλύψουμε τις δικές μας ιδέες, να τις ξεκαθαρίσουμε, να τις προσδιορίσουμε, είναι προτιμότερο να μην είμαστε συνδεδεμένοι. Και για να αποφύγουμε να είμαστε συνδεδεμένοι, τίποτα δεν είναι καλύτερο από το χαρτί και το μολύβι. Από την άλλη, το ίντερνετ είναι αναντικατάστατο για να ξέρουμε αυτά που σκέφτονται οι άλλοι. Θα ήταν καλύτερα να εισάγουμε τα ψηφιακά εργαλεία στο σχολείο μόνο ως εργαλεία ομαδικής, συνεργατικής δουλειάς.

-Και μια εκτίμησή σας. Πώς πιστεύετε ότι θα είναι η γενιά των σημερινών παιδιών όταν μεγαλώσουν;


Τα παιδιά μας δεν είναι όπως ήμασταν εμείς στην ηλικία τους, και δε θα γίνουν ενήλικες σαν εμάς. Αυτό που μπορούμε να ελπίζουμε για αυτά, είναι να αναπτύξουν σήμερα μια τέτοια πλαστικότητα που θα τα βοηθήσει να αντιμετωπίσουν κάθε ανακατάταξη αύριο.

Ο Σερζ Τισερόν είναι ο άνθρωπος που ανακάλυψε την αλήθεια -και το «μυστικό» του δημιουργού του Τεν-Τεν, Ερζέ, απλώς διαβάζοντας τις ιστορίες του διάσημου ήρωα. Έχει γράψει περισσότερα από 40 βιβλία. Τα μυστικά μέσα στην οικογένεια είναι ένα από τα κύρια θέματα που τον απασχολούν. Το βιβλίο του «Οικογενειακά Μυστικά» κυκλοφορεί και στην Ελλάδα.

Ευχαριστούμε την Ελένη Θανοπούλου για τη βοήθεια στη μετάφραση.

ΠΗΓΗ:

http://www.ert.gr/o-kanonas-3-6-9-12-gia-ta-pedia-ke-tin-othoni-mia-sinentefxi-me-ton-gnosto-gallo-psichanaliti-serge-tisseron/(accessed 24.1.16)

Θεωρητικό όριο 150 φίλων στο Facebook





Η αλήθεια είναι αμείλικτη. Δεν μπορείτε να έχετε χίλιους ή πεντακόσιους φίλους στο Facebook. Σύμφωνα, μάλιστα, με νέα μελέτη, δεν μπορείτε να έχετε πάνω από 150 φίλους. Λόγω των περιορισμών των εγκεφαλικών δυνατοτήτων και του ελεύθερου χρόνου μας, κανείς μας δεν μπορεί να καλλιεργήσει περισσότερες από 150 πραγματικές φιλίες στα μέσα κοινωνική δικτύωσης, ακριβώς όπως συμβαίνει και στην καθημερινότητα. Οι υπόλοιποι είναι απλές γνωριμίες, άνθρωποι που απλώς μπορούμε να αναγνωρίσουμε όταν τους δούμε. Η σχετική μελέτη δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση Royal Society Open Science.

Το θεωρητικό όριο των 150 φίλων, έχει γίνει γνωστό ως αριθμός Ντάνμπαρ, από τον Βρετανό εξελικτικό βιολόγο καθηγητή Ρόμπιν Ντάνμπαρ, που υπογράφει και την πρόσφατη έρευνα. Οπως επισημαίνει ο καθηγητής, οι ανθρώπινες σχέσεις διέπονται από ομόκεντρα κυκλικά επίπεδα. Ετσι, ένας άνθρωπος έχει 5 στενούς φίλους, 15 πολύ καλούς φίλους, 50 καλούς φίλους, 150 φίλους, 500 γνωστούς και 1.500 ανθρώπους που απλώς αναγνωρίζει.

Το επίπεδο των 150 είναι σημαντικό, διότι καθορίζει τους ανθρώπους με τους οποίους έχουμε ανταποδοτικές σχέσεις, έναντι των οποίων νιώθουμε υποχρεώσεις ή στους οποίους κάνουμε χάρες. Ετσι, αυτοί που εμφανίζονται να έχουν χίλιους ή περισσότερους φίλους στο Facebook απλώς έχουν συμπεριλάβει ανθρώπους που δεν γνωρίζουν. Για να καταλήξει στο συμπέρασμά του, ο καθηγητής Ντάνμπαρ χρησιμοποίησε δεδομένα από 3.300 Βρετανούς, τους οποίους χώρισε σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα είχε 155 φίλους και η δεύτερη 183 φίλους στο Facebook. Ερωτηθέντες σε πόσους από αυτούς τους φίλους θα προσέτρεχαν σε ώρα ανάγκης, η απάντηση ήταν σε τέσσερις.


ΠΗΓΗ:

http://www.kathimerini.gr/846670/article/texnologia/diadiktyo/8ewrhtiko-orio-150--filwn-sto-facebook?platform=hootsuite(accessed 24.1.16)


Thursday 14 January 2016

Αναζητώντας τα γρανάζια του εσωτερικού μας ρολογιού




Το κιρκαδικό ρολόι του σώματoς επηρεάζει ακόμα και τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας, ενώ ο τρόπος που ενεργεί επί του εγκεφάλου μας κεντρίζει το ενδιαφέρον των επιστημόνων. («Η εμμονή της μνήμης» είναι ελαιογραφία σε καμβά του Νταλί - 1931).



Κατά τη διάρκεια της μέρας ένα ρολόι χτυπά μέσα στο σώμα μας. Μας ξυπνά τα πρωινά και μας νυστάζει τα βράδια. Ανεβάζει και ρίχνει τη θερμοκρασία του σώματός μας τις σωστές ώρες και ρυθμίζει την παραγωγή της ινσουλίνης και άλλων ορμονών.

Το κιρκαδικό ρολόι του σώματoς επηρεάζει ακόμα και τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Οι ψυχολόγοι, υποβάλλοντας ανθρώπους σε νοητικά τεστ σε διαφορετικές ώρες της μέρας, προσπαθούν να καταγράψουν πώς επιδρά αυτό το ρολόι στον εγκέφαλο. Από τα αποτελέσματα των τεστ φαίνεται ότι νωρίς το πρωί είναι η καλύτερη ώρα της μέρας για να κάνει κανείς εργασίες που απαιτούν την ταυτόχρονη συγκράτηση διαφόρων πληροφοριών, όπως νοητική αριθμητική. Αργότερα το απόγευμα είναι μια καλή ώρα για απλούστερες εργασίες, όπως η αναζήτηση ενός συγκεκριμένου γράμματος σε μια σελίδα με ασυναρτησίες.

Ενα ακόμα στοιχείο για το ρολόι στο μυαλό μας προκύπτει από ανθρώπους με παθήσεις όπως η κατάθλιψη και η διπολική διαταραχή. Ανθρωποι που πάσχουν από αυτές τις διαταραχές συχνά δεν μπορούν να κοιμηθούν το βράδυ ή είναι νωθροί κατά τη διάρκεια της ημέρας. Επίσης, άνθρωποι που πάσχουν από άνοια βιώνουν σύγχυση και γίνονται επιθετικοί προς το τέλος της ημέρας.

Παρότι οι κύκλοι του ύπνου και της δραστηριότητας παίζουν σημαντικό ρόλο στις ψυχιατρικές ασθένειες, οι επιστήμονες πασχίζουν ακόμα να κατανοήσουν πώς το κιρκαδικό ρολόι επιδρά στον εγκέφαλο.

Πριν από λίγα έτη, η Huda Akil, νευροεπιστήμονας στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, μαζί με τους συναδέλφους της σκέφτηκαν την αμέσως επόμενη καλύτερη λύση. Στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Ιρβιν βρίσκονται «αποθηκευμένοι» εγκέφαλοι που έχουν δωρηθεί στην επιστήμη. Κάποιοι από τους πρώην κατόχους τους πέθαναν πρωί, άλλοι απόγευμα και άλλοι βράδυ. Οι επιστήμονες συνέλεξαν 55 εγκεφάλους υγιών ανθρώπων που πέθαναν ακαριαία, όπως για παράδειγμα σε αυτοκινητιστικά δυστυχήματα. Από κάθε εγκέφαλο οι επιστήμονες συνέλεξαν τμήματα ιστού από περιοχές σημαντικές για τη μάθηση, τη μνήμη και τα συναισθήματα.

Τη στιγμή του θανάτου, τα κύτταρα του εγκεφάλου άφησαν στη μέση τη διαδικασία παραγωγής πρωτεϊνών από συγκεκριμένα γονίδια, με αποτέλεσμα οι επιστήμονες να μπορούν να μετρήσουν την εν λόγω δραστηριότητα των γονιδίων.

Τα περισσότερα από τα γονίδια που εξέτασαν δεν παρουσίαζαν κάποιο συγκεκριμένο μοτίβο δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ηταν όμως πάνω από 1.000 τα γονίδια που ακολουθούσαν έναν ημερήσιο κύκλο. Οι άνθρωποι που πέθαναν την ίδια στιγμή της ημέρας παρήγαγαν αυτά τα γονίδια στα ίδια επίπεδα, με τέτοια συνέπεια, που τα γονίδια μπορούν να λειτουργήσουν ως χρονοσφραγίδα.

Στη συνέχεια οι επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν έκαναν την ίδια ανάλυση σε εγκεφάλους 34 ανθρώπων που πριν πεθάνουν έπασχαν από σοβαρή κατάθλιψη. Σε αυτή την περίπτωση παρατήρησαν ότι η χρονοσφραγίδα ήταν εντελώς διαφορετική. «Ηταν σαν να ζούσαν σε άλλες ζώνες ώρας» λέει η δρ Akil. Το 2013 οι ερευνητές δημοσίευσαν τα ευρήματά τους και ενέπνευσαν μια άλλη επιστημονική ομάδα από το πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, η οποία, με επικεφαλής τη δρα Colleen McClung προσπάθησε να τα αναπαράγει.

Το... επιπλέον ρολόι

Η δρ McClung με τους συναδέλφους της πραγματοποίησαν την ίδια έρευνα σε μεγαλύτερο δείγμα, 146 εγκεφάλων και δημοσίευσαν τα ευρήματά τους πριν από λίγες εβδομάδες στο περιοδικό The Proceedings of the National Academy of Sciences. «Πράγματι μοιάζουν με στιγμιότυπα του εγκεφάλου από τη στιγμή του θανάτου» λέει η δρ McClung.

Οι επιστήμονες όμως από το πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ πήγαν την έρευνα ένα βήμα πιο πέρα. Συνέκριναν το μοτίβο της γονιδιακής έκφρασης στους εγκεφάλους νέων και ηλικιωμένων ανθρώπων και εντόπισαν ενδιαφέρουσες διαφορές. «Οσο γερνούν οι άνθρωποι, οι ρυθμοί τους εκφυλίζονται και “πάνε μπροστά”» λέει η δρ McClung. Συγκεκριμένα, διαπίστωσε ότι κάποια από τα γονίδια που είναι ενεργά στους σταθερούς ημερήσιους κύκλους των νέων ανθρώπων εκφυλίζονται σε ανθρώπους άνω των 60 ετών. Είναι πιθανό κάποιοι ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας να σταματούν να παράγουν εκείνες τις πρωτεΐνες του εγκεφάλου που χρειάζονται για τη διατήρηση των κιρκαδικών ρυθμών.

Προς έκπληξή τους οι επιστήμονες ανακάλυψαν και κάποια γονίδια που ενεργοποιούνταν μόνο στους ημερήσιους κύκλους των ηλικιωμένων. «Μοιάζει σαν ο εγκέφαλος να προσπαθεί να αντισταθμίσει το φαινόμενο, βάζοντας σε λειτουργία ένα επιπλέον ρολόι» λέει η δρ McClung. Η δρ Akil υποθέτει ότι η ικανότητα του εγκεφάλου να δημιουργήσει ένα εφεδρικό ρολόι μπορεί να προστατεύει κάποιους ηλικιωμένους από νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Τελικώς, ίσως να μπορέσουμε να θέσουμε σε λειτουργία τα εφεδρικά μας ρολόγια ως θεραπεία για ένα εύρος διαταραχών που σχετίζονται με τον κιρκαδικό κύκλο.

ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/845170/article/epikairothta/episthmh/anazhtwntas-ta-granazia-toy-eswterikoy-mas-rologioy(accessed 14.1.16)

Τα ψυχιατρεία κλείνουν, τα νοσοκομεία στενάζουν


Από τη σπατάλη εκατομμυρίων και την απουσία κατάλληλων δομών για την ψυχική υγεία τη δεκαετία του ’80 φτάσαμε στην αποασυλοποίηση που βρίσκει ανέτοιμη και «γυμνή» την πολιτεία



«Αριστερά είναι τα γραφεία των γιατρών. Στην πόρτα που βλέπεις μπροστά ξεκινά η κόλαση». Μια κυρία η οποία εργάζεται στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» δείχνει τις λευκές εσωτερικές πόρτες που χωρίζουν τους «στιγματισμένους» ασθενείς από τους άλλους νοσηλευομένους.

Από τα παραθυράκια, στο επάνω μέρος της πόρτας, διακρίνονταν δεκάδες κεφαλάκια ανθρώπων που έχουν εισαχθεί στην Ψυχιατρική Κλινική, οι περισσότεροι με εισαγγελική εντολή. Κάθονταν στα φορεία που σχεδόν κάλυπταν τον στενό διάδρομο της Κλινικής.

Στοιβαγμένα στη δεξιά και στην αριστερή πλευρά, άφηναν ελεύθερη μια μικρή «ζώνη» για να μπορούν να διέρχονται γιατροί και νοσηλευτές. Την προηγουμένη, η Κλινική εφημέρευε, με αποτέλεσμα ο αριθμός των νοσηλευομένων να είναι υπερδιπλάσιος από αυτόν των κλινών.

«Αν ύστερα από τόσα χρόνια και χρήματα που έχουν δαπανηθεί καταφέραμε να φτιάξουμε στο κέντρο της Αθήνας μια μικρή Λέρο της δεκαετίας του '80, τότε μπράβο μας»μονολογούσε η νοσηλεύτρια καθώς απομακρυνόταν.

«Ψυχαργώς» σε θραύσματα
Το θέμα της λεγόμενης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, το οποίο απασχολεί την ελληνική κοινωνία από τη δεκαετία του '80 - πιο σοβαρά από τον Σεπτέμβριο του 1989, οπότε η βρετανική εφημερίδα «The Observer» δημοσίευσε φωτογραφίες του Ψυχιατρείου της Λέρου με έγκλειστους, ορισμένοι εκ των οποίων ήταν γυμνοί -, σήμερα είναι περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Ο λόγος; Το εξαγγελθέν κλείσιμο των τριών εναπομεινάντων μεγάλων ψυχιατρείων της χώρας το 2015: του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής (Δαφνί), του Δρομοκαΐτειου και του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης.

Περίπου 30 χρόνια μετά τις πρώτες προσπάθειες στο πλαίσιο της αποασυλοποίησης των ψυχικώς πασχόντων, κατά τα οποία δαπανήθηκαν εκατομμύρια ευρώ από κοινοτικά κονδύλια, τα περισσότερα εκ των οποίων μέσω του προγράμματος «Ψυχαργώς», η χώρα βρίσκεται κοντά στο σημείο μηδέν. Τα περισσότερα χρήματα αναλώθηκαν στη δημιουργία στεγαστικών δομών χωρίς να επιτευχθεί ο πραγματικός στόχος: η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου δικτύου κοινοτικών υπηρεσιών, τομεοποιημένων (όταν λειτουργεί Κέντρο Ψυχικής Υγείας διασυνδεδεμένο με την Ψυχιατρική Κλινική του γενικού νοσοκομείου και με υπηρεσίες κοινωνικής στήριξης και επανένταξης σε ορισμένο πληθυσμό μέχρι 100.000 κατοίκων), ώστε να υπάρχουν συνέχεια και συνέπεια στη θεραπευτική διαδικασία.

«Το "Ψυχαργώς" ήταν ένα από τα βασικά κομμάτια της λεγόμενης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Είχε σκοπό τη δημιουργία εναλλακτικού συστήματος υπηρεσιών στα ψυχιατρικά ιδρύματα, με άξονα το Κέντρο Ψυχικής Υγείας. Γύρω από αυτό θα υπήρχαν διάφορες μονάδες εργασιακής κατάρτισης κ.τ.λ. Δυστυχώς, το δίκτυο των υπηρεσιών δεν έγινε ποτέ. Τα εκατομμύρια της μεταρρύθμισης που δίδονταν από το 1984 ξοδεύτηκαν κυρίως σε προγράμματα βραχυπρόθεσμα, τα οποία δεν δημιουργούν νέες υπηρεσίες και όταν λήξουν δεν αφήνουν κάτι πίσω, καθώς και σε προγράμματα στεγαστικής αποκατάστασης που λειτούργησαν ως μικρά άσυλα. Οι χρόνιοι ασθενείς των ψυχιατρείων μεταφέρθηκαν σε ξενώνες και οικοτροφεία, και ο νέος ασθενής αντιμετωπιζόταν και πάλι με τον παλιό τρόπο. Η χώρα αυτή δεν κατάφερε εδώ και 30 χρόνια να κάνει τομεοποίηση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας» δηλώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο διευθυντής του 9ου Ψυχιατρικού Τμήματος του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής κ. Θεόδωρος Μεγαλοοικονόμου.

Ο ίδιος έχει εργαστεί από τα μέσα της δεκαετίας του '80 σε ψυχιατρικές κλινικές και άσυλα - ήταν από τους ψυχιάτρους που πήγαν στη Λέρο στις αρχές του '90 οργανώνοντας τη μετάβαση στο νέο σύστημα -, υποστηρίζοντας διακαώς την αποασυλοποίηση. Σήμερα δεν κρύβει την απογοήτευσή του. «Ολα αυτά τα χρόνια υπήρξε μια τάση ιδιωτικοποίησης του συστήματος μέσω των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, οι οποίες δημιούργησαν ξενώνες, οικοτροφεία και κέντρα ημέρας. Στη δραστηριότητά τους έγινε μεγάλη σπατάλη κονδυλίων, ενώ υπήρξαν και περιπτώσεις που εμφανίστηκε ένας επιστημονικά υπεύθυνος για τρία ή τέσσερα οικοτροφεία και έπαιρνε 5.000 ευρώ από το καθένα σαν αμοιβή. Ποτέ δεν δημιουργήθηκαν οι υποδομές, η βάση. Ημουν πάντα κατά του ασύλου. Τα ψυχιατρεία όμως κλείνουν το 2015 για λόγους δημοσιονομικής προσαρμογής χωρίς να είμαστε έτοιμοι».

Οπως επισημαίνει, από μικρότερα ψυχιατρεία που έκλεισαν στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, μόνο στην Κρήτη, και ιδιαίτερα στον Νομό Χανίων, οικοδομήθηκε ένα ολοκληρωμένο σύστημα κοινοτικών υπηρεσιών που ξεπερνά και υποκαθιστά πλήρως το ψυχιατρείο. Σε πολλές άλλες περιοχές είχαμε αύξηση του φορτίου των εναπομεινάντων (και απομακρυσμένων) ψυχιατρείων και άνθηση των ιδιωτικών κλινικών. Και αυτό γιατί ποτέ δεν οικοδομήθηκε το ολοκληρωμένο δίκτυο των εναλλακτικών κοινοτικών υπηρεσιών.

Ερχεται το κλείσιμο των ψυχιατρείων...
«Το κλείσιμο των ψυχιατρείων είναι ήδη στον δρόμο... Δεν είναι δυνατόν να διατηρήσουμε το άσυλο επειδή κάποιοι έβγαλαν χρήματα από την ψυχιατρική μεταρρύθμιση. Αυτό είναι θέμα του εισαγγελέα» απαντά ο κ. Παύλος Θεοδωράκης, διοικητής του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής και του Δρομοκαΐτειου, και εθνικός εκπρόσωπος της Ελλάδας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) για την ψυχική υγεία.

Ο κ. Θεοδωράκης τονίζει ότι το σχέδιο για την επόμενη ημέρα, που αφορά τη μεταφορά των ψυχιατρικών κλινικών en bloc σε γενικά νοσοκομεία, αλλά και τη μετάβαση των ψυχικώς πασχόντων σε ξενώνες, οικοτροφεία και διαμερίσματα, είναι έτοιμο. Συγκεκριμένα, από τους 800 χρονίως πάσχοντες οι 708 διαμένουν ήδη σε ξενώνες, οικοτροφεία και διαμερίσματα, και οι υπόλοιποι επίσης θα φιλοξενηθούν σε ανάλογες δομές.

Στο «Δαφνί» νοσηλεύονται επίσης 275 ασθενείς, εκ των οποίων οι 200 είναι οξέα περιστατικά. Για την περίθαλψή τους αναπτύσσονται εννέα Ψυχιατρικές Κλινικές στα γενικά νοσοκομεία. «Αυτές τις ημέρες ολοκληρώνεται η τομεοποίηση της εφημερίας»σημειώνει. Οι άλλοι 75 νοσηλευόμενοι έχουν διατελέσει ποινικά αδικήματα έχοντας το ακαταλόγιστο. Για αυτούς θα δημιουργηθούν ψυχοϊατροδικαστικές δομές, καθώς χρειάζονται ειδική φροντίδα. Για τους ασθενείς που επισκέπτονται τα εξωτερικά ιατρεία του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής ελλείψει Κέντρων Ψυχικής Υγείας, θα αναπτυχθούν ανάλογες δομές στα παλαιά πολυϊατρεία του ΙΚΑ που μετεξελίσσονται σε μονάδες του ΠΕΔΥ (Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας).

Αναφορικά με το Δρομοκαΐτειο, το οποίο είναι κληροδότημα, η άποψη του κ. Θεοδωράκη είναι ότι «μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης και γενικότερα μετά».

Ως και 55 ασθενείς
«Η Ψυχιατρική Κλινική του "Ευαγγελισμού" μπορεί να νοσηλεύσει 20 ασθενείς. Τον τελευταίο καιρό όμως δέχεται περισσότερους από 45. Μάλιστα, μία φορά είχαν εισαχθεί 55 άτομα. Εγινε το αδιαχώρητο. Δώσαμε δύο εξιτήρια και πέσαμε στους 53» λέει εργαζομένη του νοσοκομείου, σημειώνοντας για τους 25-30 ασθενείς που νοσηλεύονται στον... διάδρομο της Κλινικής διατίθενται μόνο δύο κοινόχρηστες τουαλέτες. «Στο σπίτι του, ο καθένας από εμάς έχει τον προσωπικό του χώρο, τουαλέτα και κρεβάτι. Στην Κλινική όσοι μπαίνουν έχουν μόνο ένα κρεβάτι-φορείο, κι αυτό στον διάδρομο. Πέρα από το ερώτημα τι είδους θεραπεία μπορεί να γίνει σε έναν τέτοιο χώρο, τίθεται και θέμα ασφάλειας: τι θα συμβεί αν χρειαστεί να εκκενωθεί ο χώρος;» σημειώνει, προσθέτοντας ένα ακόμη μειονέκτημα: η Ψυχιατρική Κλινική είναι στον ένατο όροφο του Νοσοκομείου, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να μην μπορούν να βγαίνουν στον προαύλιο χώρο. Σύμφωνα με τον καρδιολόγο, πρόεδρο του σωματείου εργαζομένων του «Ευαγγελισμού» κ. Ηλία Σιώρα, «αυτή τη στιγμή η μόνη ανακουφιστική λύση είναι να λειτουργήσει ό,τι κενό υπάρχει τόσο στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής όσο και στο Δρομοκαΐτειο με πρόσληψη προσωπικού».




Αναπόφευκτα τα ράντζα
Στη Νίκαια ξεκινά η εφημερία με μηδέν κρεβάτια
Η Ψυχιατρική Κλινική του Κρατικού Νοσοκομείου Νικαίας είναι μικρότερη και ως εκ τούτου πιο «στενάχωρη». Το μόνο θετικό είναι ότι βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου και οι ασθενείς μπορούν τουλάχιστον να προαυλίζονται.

Σύμφωνα με τον κ. Βασίλη Σπινάρη, διευθυντή του Ψυχιατρικού Τμήματος του νοσοκομείου, η πληρότητα έχει ξεπεράσει το 120%. «Συχνά η εφημερία ξεκινά με μηδέν κρεβάτια. Ως εκ τούτου τα ράντζα είναι αναπόφευκτα. Τις προάλλες είχαμε 18 εισαγωγές περιστατικών και φθάσαμε 41 κρεβάτια, όταν η Κλινική διαθέτει μόνο 25» αναφέρει.

Ο κ. Σπινάρης θίγει και το πολύ σοβαρό θέμα της έλλειψης προσωπικού, που τελευταίως έχει δυσχεράνει τη δουλειά των γιατρών. «Εκεί που παλαιότερα αφιερώναμε μισή ώρα σε κάθε ασθενή, σήμερα ελλείψει προσωπικού μετά βίας διαθέτουμε δέκα λεπτά» σημειώνει, τονίζοντας ότι τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά η προσέλευση ασθενών με ψυχικές ασθένειες.

Κατά τον κ. Πάνο Παπανικολάου, νευροχειρουργό, επιμελητή Α' στο Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας, το επικείμενο κλείσιμο των μεγάλων ψυχιατρείων θα επιβαρύνει σημαντικά τα ψυχιατρικά τμήματα των δημόσιων νοσοκομείων και συνολικά την εφημερία τους.

Εκφράζει δε τον φόβο ότι αν κλείσουν τα ψυχιατρεία πολλοί άνθρωποι με ψυχικά νοσήματα θα βρεθούν στον δρόμο ελλείψει επαρκών, σε αριθμό, ξενώνων, οικοτροφείων και διαμερισμάτων.

«Αυτό έχει συμβεί και σε άλλες χώρες όπου εφαρμόστηκε η λεγόμενη ψυχιατρική μεταρρύθμιση. Είμαστε εναντίον των ασύλων, αλλά αυτή θα πρέπει να γίνει με οργανωμένο τρόπο και αφού εξασφαλιστούν οι υποδομές υποδοχής των ασθενών που σήμερα δεν υπάρχουν».

ΠΗΓΗ:
http://www.tovima.gr/society/article/?aid=646573(accessed 14.1.16)

You Can Feel Happier By Changing The Tone of Your Voice, Study Finds





People listen to their own voices, at least in part, to learn how they feel, study finds.

Listening to our own voices helps us discover how we feel, new research finds.

We take cues from what we hear in our own voice and this feeds back into our emotional state.


So, trying to change how your voice sounds may help you feel happier.

The conclusions come from a study which fed back people’s own voice to them, while changing the tone of it slightly.

Sometimes researchers made people’s voice sound happier, sometimes sad, and sometimes no adjustment was made.



People in the study were not aware that their voices were being manipulated.

The results suggest that people listen to their own voices, at least in part, to learn how they feel.

Dr Petter Johansson, one of the study’s authors, said:


“The relationship between the expression and experience of emotions has been a long-standing topic of disagreement in the field of psychology.

This is the first evidence of direct feedback effects on emotional experience in the auditory domain.”

SOURCE:

The study was published in the journal PNAS (Aucouturier et al., 2015).

http://www.spring.org.uk/2016/01/you-can-feel-happier-by-changing-the-tone-of-your-voice-study-finds.php(accessed 14.1.16)

Sunday 10 January 2016

Δόθηκε πατέντα στο ελληνικό εμβόλιο για την πολλαπλή σκλήρυνση


Ο καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου Πατρών Γιάννης Ματσούκας και η ομάδα του, πήραν την πρώτη παγκόσμια πατέντα για το εμβόλιο που φιλοδοξεί να θεραπεύσει από την πολλαπλή σκλήρυνση, σύμφωνα με πληροφορίες του Patranews.

Ο αντίκτυπος της νέας ιατρικής μεθόδου είναι δύσκολο να αποτιμηθεί αυτή τη στιγμή.

Η κλινική δοκιμή θα αρχίσει σύντομα στην Αυστραλία από την διεθνώς αναγνωρισμένη ερευνήτρια, Βάσω Αποστολοπούλου.

Η διάθεση του εμβολίου εκτιμάται πως θα γίνει τα αμέσως επόμενα χρόνια εφόσον είναι επιτυχής η δοκιμή.


ΠΗΓΗ:
http://m.iatronet.gr/article.aspx?id=34214(accessed 10.1.16)


Το ΠΡΩΤΟ ΕΜΒΟΛΙΟ για τη ΣΚΛΗΡΥΝΣΗ ΚΑΤΑ ΠΛΑΚΑΣ είναι ελληνικό


Με τη σφραγίδα του Πανεπιστημίου Πατρών και της ΒΙΑΝΕΞ!



Την ελληνική υπογραφή θα φέρει το πρώτο εμβόλιο κατά της σκλήρυνσης κατά πλάκας σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις!



Μια πολυδάπανη προσπάθεια αρκετών ετών, με τη συνεργασία του Πανεπιστημίου Πατρών και της μεγαλύτερης ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ΒΙΑΝΕΞ ΑΕ συμφερόντων της οικογένειας Γιαννακόπουλου, φαίνεται πως αποδίδει καρπούς!



Ο καθηγητής Χημείας του Πανεπιστημίου Πατρών Γιάννης Ματσούκας και η ομάδα του, πήραν την πρώτη παγκόσμια πατέντα για το εμβόλιο, που φιλοδοξεί να θεραπεύσει εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας.



Ο αντίκτυπος της νέας ιατρικής μεθόδου είναι δύσκολο να αποτιμηθεί αυτή τη στιγμή. Τις κλινικές δοκιμές έχει αναλάβει στην Αυστραλία η διεθνής αναγνωρισμένη ερευνήτρια Βάσω Αποστολοπούλου.



Η διάθεση του εμβολίου που λειτουργεί θεραπευτικά, εκτιμάται πως είναι πλέον ζήτημα χρόνου! Για ακόμη μια φορά νιώθουμε υπερήφανοι ως Έλληνες, καθώς ακόμα και στα χρόνια της μεγάλης κρίσης, πρωτοπορούμε και επιτυγχάνουμε παγκόσμιες πρωτιές σε όλους τους τομείς!

ΠΗΓΗ:

http://www.piraeuspress.gr/hellas/ygeia/38192/to-prwto-embolio-gia-th-sklhrynsh-kata-plakas-einai-ellhniko(accessed 10.1.16)

Friday 8 January 2016

It's better to have two passions in life than one


As long as you don't become obsessive and defensive about it, there's a wealth of evidence to show that having a passion in life is good for you psychologically – people with a so-called "harmonious passion" (but not so much those with an "obsessive passion") tend to be happier, to enjoy more positive emotions and be more satisfied with life, as compared with people who don't have a passion. As we look ahead to the new year, a study published in the Journal of Happiness Studies poses a simple question: given how beneficial it is to have one harmonious passion, what's the effect of having two?

Benjamin Schellenberg and Daniel Bailis didn't go into this research with any firm predictions: they reasoned that perhaps the effect of having two passions would be additive, so people with two would show even more psychological benefits than those with just one. But on the other hand, they considered it plausible that having two passions could get a little complicated – juggling the two might get stressful and each might detract from the other.

To test this, the researchers surveyed 1,218 undergrads (including 878 women) about their most favourite activity and their second favourite. The students answered questions about these activities to reveal whether they were truly passions (for instance, doing something a lot would indicate that it was a passion), and if so, whether it was a harmonious passion or an obsessive passion (here, having difficulty controlling the urge to do the activity would be one sign that a passion was obsessive). The students also filled out a range of questionnaires about their moods and well-being and life-satisfaction.

Overall, 31 per cent of the sample had one passion (about half of these students had a harmonious passion, the other half had an obsessive passion), and 54 per cent of the sample had two passions (roughly a third of this group had two harmonious passions, another third had two obsessive and the remainder a mix). Consistent with past research, having a harmonious passion or two was associated with greater happiness and wellbeing than having an obsessive passion (or two), or with having no passion (15 per cent of the sample had no passions).

Focusing on just those students who had either one harmonious passion or two, the researchers found that having two was better than having one, in terms of enhanced happiness, wellbeing and positive moods. Of course it's possible that people with two passions simply spend more time on enjoyable activities than those with one passion, but actually the researchers found having two passions was associated with greater well-being and happiness gains even when the total amount of time invested across two passions was the same as the time invested by others in one passion.

"Having a passion in life may be important in the pursuit of happiness, but it may be best to have multiple passions," the researchers said. They said future research was needed to explore the optimal number of passions to have beyond two, and to study what leads people to develop multiple harmonious passions in the first place. Before you sign up for a new hobby this January, bear in mind a problem with this research is its cross-sectional design (the fact it only took measures at one point in time). This means we don't know if happier people who are more satisfied with their lives are simply more likely to have multiple passions, as opposed to multiple passions causing extra happiness.

_________________________________ 
SOURCE:

http://digest.bps.org.uk/2015/12/why-its-better-to-have-two-passions.html(accessed 8.1.16)

Schellenberg, B., & Bailis, D. (2015). Can Passion be Polyamorous? The Impact of Having Multiple Passions on Subjective Well-Being and Momentary Emotions Journal of Happiness Studies, 16 (6), 1365-1381 DOI: 10.1007/s10902-014-9564-x

Τι είναι το Attachment Pareting; Ή αλλιώς η θεωρία του στενού δεσμού;







Τα τελευταία χρόνια ακούμε όλο και περισσότερο τον όρο Attachment pareting, η ακριβής μετάφραση στα ελληνικά είναι "γονική προσκόλληση" αλλά για να είναι λίγο πιο εύηχο, μπορούμε να πούμε "η θεωρία των στενών δεσμών".

Ο όρος αυτός καθιερώθηκε στην εξελικτική ψυχολογία από τον Άγγλο ψυχίατρο-ψυχαναλυτή John Bowlby για να περιγράψει το δυνατό συναισθηματικό δέσιμο τους βρέφους και της μητέρας που αναπτύσσεται κατά το πρώτο έτος ζωής. Η θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι τα βρέφη ενστικτωδώς αναζητούν φροντίδα από την "φιγούρα προσκόλλησης" (μπορεί να μην είναι η βιολογική μητέρα) αναπτύσσοντας έτσι ένα είδος πρωτογενής ασφάλειας. Η ανάγκη αυτή των νεογνών διαπιστώνεται στην ηλικία των μόλις δύο εβδομάδων όταν δείχνουν σαφή προτίμηση στην ανθρώπινη φωνή σε σχέση με άλλους ήχους, ενώ στον πρώτο μήνα μπορούν να αναγνωρίζουν την φωνή της μητέρας. Σε μετέπειτα στάδια παρατηρείτε η επιλεκτική προτίμηση προς την μητέρα και η εμφάνιση δύο αρνητικών συναισθημάτων, το άγχος αποχωρισμού που βιώνει το παιδί όταν η μητέρα απομακρυνθεί από αυτό και το άγχος προς άγνωστα πρόσωπα.
Μέσα από αυτή την διαδικασία αλληλεπίδρασης και ανάπτυξης δεσμού με το αντικείμενο της αγάπης - φροντίδας, αναπτύσσεται ένα κράμα από θετικά και αρνητικά συναισθήματα όπως ο φόβος η αγωνία και η αγάπη. Τα βρέφη που μεγαλώνουν με επαρκή φροντίδα και με μία μητέρα που έχει την ικανότητα να αναντιλαμβανεται και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού όπως το κράτημα την οπτική επαφή και στο κλάμα, βιώνουν πιο έντονα συναισθήματα εσωτερικής ασφάλειας και ασφαλούς δεσμού. Τα παιδιά αυτά έχουν περισσότερες πιθανότητες ομαλής κοινωνικοποίησης και ανάπτυξης θετικών και σταθερών διαπροσωπικών σχέσεων μελλοντικά, καθώς και την ανάπτυξη μιας θετικής αυτοεικόνας γενικότερα. Αντίθετα, ο ανασφαλής δεσμός, δηλαδή όταν τα παιδιά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον όπου αγνοούνται οι βασικές σωματικές και συναισθηματικές τους ανάγκες, αυτό μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου στην συναισθηματική ισορροπία όπως επίσης και τάσεις στο να αναπτύξουν παθολογικές συμπεριφορές.

Η θεωρία του Attachment pareting προτείνει τα 7 B's για την δημιουργία του ασφαλούς δεσμού.

1. Birth bonding - Το χαρακτηριστικό δέσιμο της μητέρας με το νεογνό από τις πρώτες ώρες της γέννησης. Σε περιπτώσεις που δεν γίνεται άμεσα η επαφή λόγο ιατρικής ανάγκης αυτό δεν επηρεάζει την συνέχεια της διαδικασίας.

2. Breastfeeding - Ο θηλασμός. Αν εξαιρέσουμε τα ευεργετικά συστατικά του μητρικού γάλατος και τα μακροπρόθεσμα οφέλη που προσφέρει, ο θηλασμός είναι μια διαδικασία ψυχικής σύνδεσης του νεογνού με την μητέρα. Είναι η στιγμή που η μητέρα μέσα από το κράτημα και το χάδι ενισχύει την ψυχική και σωματική υγεία του νεογνού. Ο θηλασμό επίσης είναι ωφέλιμος και σε ορμονικό επίπεδο για την μητέρα με την αύξηση της προλακτίνης και ωκυτοκίνης καθώς βοηθούν στη μείωση του άγχους και αυξάνουν την προσοχή της μητέρας προς το μωρό της. Όταν η μητέρα δεν μπορεί να θηλάσει, είναι καλό το βρέφος καθώς τρέφεται να είναι στην αγκαλιά της μητέρας και να ακολουθείτε η όλη διαδικασία σαν του θηλασμού.

3. Baby wearing - Κρατήστε το παιδί όσο πιο πολύ μπορείτε. Το παιδί ειδικά τους πρώτους μήνες έχει ανάγκη την δερματική επαφή με την μητέρα. Το κράτημα και το χάδι βοηθά το παιδί να αποκτήσει αίσθηση δέρματος δηλαδή να αντιληφθεί τα όρια του σώματος του και της φυσικής ύπαρξης του.

4. Bedding close to baby - Ύπνος κοντά στο μωρό. Όταν το μωρό κοιμάται κοντά στη μητέρα, ενισχύεται η αίσθηση ασφάλειας και η διαδικασία του δεσμού. Βέβαια, το κάθε παιδί ειναι μια ξεχωριστή περίπτωση και αυτό σε συνδυασμό με τα ισχυρότατα ένστικτα της μαμάς, μας κοθοδηγεί στο καλύτερο για αυτό.

5. Belief in the language value of your baby’s cry - Το κλάμα του παιδιού είναι ο μόνος τρόπος επικοινωνίας με το περιβάλλον και έκφρασης αιτημάτων. Στους πρώτους μήνες το κλάμα στα βρέφη λειτουργεί σαν συναγερμός καθώς αναζητούν -ως μέσω επιβίωσης- την ικανοποίηση των σωματικών και συναισθηματικών τους αναγκών (πείνα, πονάκια, αποχωρισμός κ.α.). Όταν η μητέρα δεν ανταποκρίνεται στο κλάμα του παιδιού, δημιουργείτε αίσθηση ανασφάλειας και στρες. Η έγκαιρη επέμβαση στις αγωνίες των βρεφών και των παιδιών δημιουργεί ασφαλείς και με αυτοπεποίθηση ενήλικες.

6. Beware of baby trainers - Προσοχή στους "εκπαιδευτές". Σχεδόν όλες οι μητέρες έχουν αυξημένη διαίσθηση όταν πρόκειται για το βλαστάρι τους. Είναι καλό να εμπιστευτούν το ένστικτό τους αποκωδικοποιώντας έτσι καλύτερα τα μηνύματα του παιδιού τους.

7. Balance - Όλα είναι θέμα ισορροπίας. Στη ζωή δεν είναι όλα άσπρο - μαύρο. Το ίδιο ισχύει και στη ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Το να μεγαλώνεις ένα παιδί δεν σημαίνει ότι παρατάς τις ατομικές σου ανάγκες όπως το να είσαι μητέρα-γυναίκα, μητέρα- εργαζόμενη γυναίκα και γυναίκα ή άντρας με ενδιαφέροντα. Πρέπει να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι το να είσαι γονιός είναι μια ευχάριστη διαδικασία της εξέλιξης μας καθώς μέσα από την αλληλεπίδραση και ένωση με το παιδί μας αναβιώνουμε είτε καλύπτουμε και δικές μας ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες.
Όπως προανέφερα το κάθε παιδί ειναι μια ξεχωριστή περίπτωση και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται πάντοτε με σεβασμό στην ιδιαίτερη προσωπικότητα του. Μέσα από την καθημερινή αλληλεπίδραση του παιδιού με το περιβάλλον του σε συνδυασμό με τα ισχυρά ένστικτα της μαμάς θα δωθούν οι απαντήσεις σε όλες τις προκλήσεις που προκύπτουν στο συναρπαστικό αυτό ταξίδι !


ΠΗΓΗ:
http://psychologoscy.blogspot.gr/2016/01/attachment-pareting-attachment-pareting.html(accessed 8.1.16)


Wednesday 6 January 2016

Αφήστε τα smartphones και αποκτήστε αυτοπεποίθηση





Παλαιότερα ήταν σύνηθες να βλέπει κανείς κυρτούς ώμους υπερηλίκων, ενώ σήμερα το άνω μέρος της εφηβικής πλάτης έχει κοκαλώσει σε πρόσθια καμπύλη.


Είναι πολλοί οι λόγοι για να αφήνουμε κάτω, πού και πού, τα κινητά μας. Εκτός του ότι κοιτάζοντάς τα ασταμάτητα, αποστασιοποιούμαστε από τη... στιγμή και αποσυντονίζουμε τα οικογενειακά μας τραπέζια, υπάρχει και κάτι που ίσως να μην είχατε λάβει υπόψη: Τα smartphones καταστρέφουν το παράστημά μας. Και μια κακή στάση σώματος δεν σημαίνει αποκλειστικά έναν άκαμπτο λαιμό, αλλά μπορεί να μας βλάψει με ύπουλους ψυχολογικούς τρόπους.

Εάν βρίσκεσαι σ’ ένα δημόσιο χώρο, κοίτα γύρω σου: Πόσοι άνθρωποι είναι σκυμμένοι πάνω από ένα τηλέφωνο; Η τεχνολογία μεταμορφώνει τον τρόπο που στεκόμαστε, παραμορφώνοντας το σώμα μας, σε εκείνο που ο Νεοζηλανδός φυσιοθεραπευτής Steve August ονομάζει iHunch (iKαμπούρα). Εχω ακούσει, επίσης, ανθρώπους να το αποκαλούν λαιμός γραπτού μηνύματος, ενώ εγώ στη έρευνά μου συχνά αναφέρομαι σε αυτό ως iPosture (iΣτάση). Κατά μέσο όρο ένα κεφάλι ζυγίζει 4,5-5,5 κιλά. Οταν κάμπτουμε τον λαιμό μας εμπρός σε γωνία 60 μοιρών, όπως κάνουμε για να χρησιμοποιήσουμε το τηλέφωνό μας, η πραγματική πίεση που ασκείται στον λαιμό μας αυξάνεται στα 27 κιλά, δηλαδή ένα φορτίο που αντιστοιχεί σε 20 περίπου λίτρα χρώματος. Οταν πριν από 30 έτη ο κ. August ξεκίνησε να θεραπεύει ασθενείς, λέει ότι είδε αρκετές «καμπούρες σε γιαγιάδες και πρoγιαγιάδες, των οποίων το άνω μέρος της πλάτης είχε κοκαλώσει σε μια πρόσθια καμπύλη». Σήμερα, λέει ότι βλέπει τις ίδιες καμπούρες σε εφήβους.

Οταν είμαστε στεναχωρημένοι, καθόμαστε σκυφτοί. Επίσης, είμαστε σκυφτοί όταν φοβόμαστε ή νιώθουμε αδύναμοι. Ερευνες έχουν δείξει ότι άνθρωποι που πάσχουν από κλινική κατάθλιψη υιοθετούν μια στάση σώματος που μοιάζει πολύ με την iΚαμπούρα. Μια έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε το 2010 στο επίσημο περιοδικό της Βραζιλιάνικης Ενωσης Ψυχιατρικής, βρήκε ότι ασθενείς με κατάθλιψη ήταν πιο πιθανό να στέκονται με σκυμμένο τον λαιμό, τους ώμους γερμένους και τα χέρια μπλεγμένα μπροστά από το σώμα.

Η στάση δεν αντανακλά μόνο τις διαφορετικές συναισθηματικές μας καταστάσεις, αλλά μπορεί και να τις προκαλέσει. Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε πριν από κάποιους μήνες στο περιοδικό Health Psychology, η Shwetha Nair και οι συνεργάτες της ζήτησαν από μη καταθλιπτικούς ανθρώπους να σταθούν είτε ευθυτενείς είτε καμπουριαστοί, και στη συνέχεια να απαντήσουν σε μια ερώτηση, σαν κι αυτές που τίθενται σε μια συνέντευξη για δουλειά. Τέτοιες ερωτήσεις έχει διαπιστωθεί πειραματικά ότι προκαλούν στους συμμετέχοντες άγχος. Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν μια σειρά ερωτηματολογίων. Συγκριτικά με τους ευθυτενείς, οι καμπουριαστοί ανέφεραν σημαντικά χαμηλότερη αυτοεκτίμηση, κακή διάθεση και πολύ περισσότερο φόβο. Η στάση του σώματος επηρέασε ακόμη και το περιεχόμενο των απαντήσεών τους στις ερωτήσεις της συνέντευξης. Γλωσσικές αναλύσεις πάνω στο περιεχόμενο των απαντήσεων έδειξαν ότι οι καμπουριαστοί ήταν πολύ πιο αρνητικοί σε αυτά που είπαν. Στη μελέτη τους οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι: «Το να στέκεται κάποιος στητός ίσως να αποτελεί μια απλή συμπεριφορική στρατηγική για την καταπολέμηση του άγχους».

Με ποιο άλλο τρόπο μπορεί το iΚαμπούριασμα να επηρεάσει τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές μας;

Το πείραμα του πεντάλεπτου

Μαζί με τον συνάδελφό μου Maarten W. Bos κάναμε μια αρχική έρευνα για να το διερευνήσουμε. Ορίσαμε τυχαία κάποιους συμμετέχοντες να αλληλεπιδράσουν για πέντε λεπτά με μια από τέσσερις ηλεκτρονικές συσκευές διαφορετικού μεγέθους: ένα smartphone, ένα tablet, έναν φορητό και έναν σταθερό ηλεκτρονικό υπολογιστή. Στη συνέχεια καταγράψαμε τον χρόνο που περίμενε ο κάθε συμμετέχων πριν ρωτήσει τον ερευνητή εάν μπορεί να αποχωρήσει, αφότου η έρευνα ήταν ξεκάθαρο ότι είχε ολοκληρωθεί. Διαπιστώσαμε ότι το μέγεθος της συσκευής επηρέασε σημαντικά το πόσο άνετα ένιωσαν οι συμμετέχοντες στο να αναζητήσουν τον ερευνητή. Τα ευρήματά μας κατατείνουν στο ότι η σκυφτή στάση που παίρνουμε όταν χρησιμοποιούμε τα τηλέφωνά μας, τελικά, μας κάνει λιγότερο δυναμικούς, δηλαδή έχουμε μικρότερες πιθανότητες να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας όταν το επιβάλλει η περίσταση.

Ειρωνικά, παρότι αρκετοί από εμάς περνάμε πολλές ώρες τη μέρα χρησιμοποιώντας μικρές φορητές συσκευές για να αυξήσουμε την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητά μας, η αλληλεπίδραση με αυτά τα αντικείμενα, ακόμα και για μικρά χρονικά διαστήματα, μπορεί να φέρει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα, δηλαδή να μειώσει τη δυναμικότητά μας και να υπονομεύσει την παραγωγικότητά μας.
Ευτυχώς, υπάρχουν τρόποι να πολεμήσουμε την iΚαμπούρα: Διατήρησε το κεφάλι σου ψηλά και τους ώμους σου πίσω όταν κοιτάζεις το τηλέφωνό σου, ακόμα και εάν αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται να το κρατήσεις στο ύψος των ματιών. Επίσης μπορείς να προσπαθήσεις να διατείνεις και να μαλάξεις τις δύο μυϊκές ομάδες που εμπλέκονται στην iΚαμπούρα, δηλαδή τους μυς που βρίσκονται μεταξύ των ωμοπλατών και εκείνους στα πλάγια του λαιμού. Αυτό βοηθάει στη μείωση της βλάβης και επαναφέρει την ελαστικότητα.

Οπότε, την επόμενη φορά που θα απλώσεις το χέρι σου να πιάσεις το τηλέφωνό σου, θυμήσου ότι σε κάνει να καμπουριάζεις, και καμπουριάζοντας αλλάζουν η διάθεσή σου, η μνήμη σου, ακόμα και η συμπεριφορά σου. Η φυσική σου στάση διαμορφώνει την ψυχολογική σου στάση, και ίσως να αποτελεί το κλειδί για μια καλύτερη διάθεση και μια μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.

* Η κ. Amy Cuddy είναι καθηγήτρια στο Harvard Business School και συγγραφέας του βιβλίου που θα κυκλοφορήσει «Presence: Bringing Your Boldest Self to Your Biggest Challenges».

ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/844428/article/epikairothta/episthmh/afhste-ta-smartphones-kai-apokthste-aytopepoi8hsh(accessed 6.1.15)

Sunday 3 January 2016

Σχέσεις σε αδιέξοδο...


Όλες οι σχέσεις σε κάποια φάση περνούν μέσα από δυσκολίες και συγκρούσεις. «Καυγαδίζουμε και τσακωνόμαστε συνέχεια όταν προσπαθώ να πω τι είναι αυτό που με ενοχλεί, ποια είναι τα «θέλω» μου, οι ανάγκες μου…, δεν με καταλαβαίνει, είναι σαν να μιλάω στον τοίχο! Διαρκώς με κρίνει και με κατηγορεί για όλα…» συναίσθημα γνωστό σε αρκετούς από εμάς.

Είναι αυτή μία αδιέξοδη σχέση; Η απάντηση είναι ότι θα μπορούσε να είναι θα μπορούσε όμως και να μην είναι. Όλες οι σχέσεις δοκιμάζονται στη πορεία του χρόνου. Οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες εφόσον δύο διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικές αντιλήψεις, βιώματα και συμπεριφορές καλούνται να συμβιώσουν και να προχωρήσουν μαζί στη ζωή τους (για όσο καιρό κρατήσει αυτό). Δεν σημαίνει ότι φτάνουν σε τέλμα, μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι όταν ένα ζευγάρι συγκρούεται σημαίνει ότι διεκδικεί ο ένας τον άλλον και ότι προσπαθεί για το καλύτερο στη σχέση του. Όταν όμως αυτές οι συγκρούσεις είναι επαναλαμβανόμενες και πολύ συχνές ή ακόμη όταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας είναι ο συγκρουσιακός, το ζευγάρι απομακρύνεται, μπαινοβγαίνει από την αλληλοχρέωση στην αλληλοκατηγορία, κολλάει στα λάθη του παρελθόντος, γίνεται ο ένας σύντροφος εχθρικός προς τον άλλον. Σε άλλες σχέσεις πάλι, δεν υπάρχουν συγκρούσεις αλλά η αποξένωση ανάμεσα στους δύο συντρόφους είναι τόσο έντονη που έχει κοπεί σχεδόν κάθε είδος ουσιαστικής επικοινωνίας, έτσι το ζευγάρι δεν καλύπτεται συναισθηματικά, ενώ ο καθένας τους εξακολουθεί και νιώθει την ματαίωση, την ψυχρότητα, την θλίψη, τον θυμό, την αίσθηση του ανικανοποίητου, τη στασιμότητα, νιώθει ότι «αυτή δεν είναι σχέση, δεν έχουμε κοινό μέλλον μαζί, δεν πάμε πουθενά, δεν το αντέχω άλλο πια!» Φαίνεται ότι αυτός ο τρόπος έχει γίνει μοτίβο στη σχέση, επαναλαμβάνοντας και αναπτύσσοντας συμπεριφορές που δεν καταλήγουν πουθενά, παρά μόνο σε αδιέξοδο. Και μιλάμε για αδιέξοδο, όταν νιώθουμε ότι όχι μόνο δεν αντλούμε ικανοποίηση από τη σχέση αλλά καταλαβαίνουμε ότι ενώ θα πρέπει να επανεξετάσουμε το αν θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε μέσα σε αυτήν, εμείς νιώθουμε παγιδευμένοι, ανίκανοι ή αδύναμοι να πάρουμε αποφάσεις, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σε τέλμα. Αποφάσεις που είναι ίσως αντίθετες στις επιθυμίες μας, με τον τρόπο που έχουμε οργανώσει τη ζωή μας, με τις προσδοκίες μας, όταν δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε, ότανφοβόμαστε να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας… Ναι, βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, νιώθουμε το τέλμα, νιώθουμε ότι έχουμε βαλτώσει, και το παράξενο είναι ότι ενώ η λογική μπορεί να μας λέει τι πρέπει να κάνουμε, εμείς εξακολουθούμε και παραμένουμε, επαναλαμβάνοντας το φαύλο κύκλο… είναι αλήθεια ότι δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται χρόνος για να καταλάβουμε τι πραγματικά θέλουμε και τι ζητάμε όχι μόνο από τον σύντροφό μας αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Καλούμαστε να γίνουμε οι δυνατοί χωρίς όμως και να είμαστε πολλές φορές. Μπορεί να βιώνουμε το φόβο για το καινούργιο και το άγνωστο σαν απειλή που προτιμάμε να αποφύγουμε. Μπορεί ακόμη να μας είναι πιο εύκολο να γυρνάμε σε ενοχική συμπεριφορά, όταν μάλιστα έχουμε μάθει από παιδιά να «φταίω εγώ», δικαιώνοντας το σύντροφό μας και υποχωρώντας από την ικανοποίηση των δικών μας αναγκών. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό μας και ότι αξίζουμε κάτι καλύτερο, η εξαρτητική συμπεριφορά, η γενίκευση ότι «όλοι είναι ίδιοι», αλλά κυρίως η αποφυγή ανάληψης ευθύνης, καθώς και η δυσκολία χειρισμού της απώλειας και η διαχείριση του αποχωρισμού είναι οι κυριότερες αιτίες που μας κρατούν σε μία σχέση αδιεξόδου. Με λίγα λόγια, η αδυναμία μας να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να μπούμε εμείς στη δράση, μας κρατάει εγκλωβισμένους, περιμένοντας μία μαγική λύση, μία λύση που θα έρθει απ’ έξω…


ΠΗΓΗ:

http://www.askitis.gr/monthly/view/scheseis_se_adieksodo(accessed 3.1.15)

Ευτυχία δεν σημαίνει μακροζωία




Στιγμές ευτυχίας για τη βασίλισσα Βεατρίκη της Ολλανδίας. Η τελευταία έρευνα, όμως, αποδεικνύει ότι η ευτυχία δεν φέρνει και την καλή υγεία.


Aν θέλετε, μπορείτε να μη χαμογελάτε. Η μιζέρια και η δυστυχία δεν πρόκειται να σας σκοτώσουν. Ερευνα, που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet, αποδεικνύει ότι η επικρατούσα άποψη σύμφωνα με την οποία η ευτυχία ενισχύει την καλή υγεία και τη μακροζωία είναι λανθασμένη. «Η ευτυχία και η ευδαιμονία δεν φαίνεται να επηρεάζουν τη μακροζωία», λένε οι ερευνητές. Προφανώς, τα νέα αυτά είναι καλά για τους γκρινιάρηδες και τους μελαγχολικούς, επισημαίνει ο σερ Ρίτσαρντ Πέτο, συντάκτης της μελέτης και καθηγητής Ιατρικής Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Με τους συνεργάτες του αποφασίσαν να ερευνήσουν το θέμα επειδή,όπως επισημαίνει, πάρα πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η δυστυχία και το στρες μάς αρρωσταίνουν. Στην πραγματικότητα τέτοιου είδους πεποιθήσεις πυροδοτούν την τάση επίρριψης ευθυνών στον ίδιο τον άρρωστο για την αρρώστια του, ότι, δηλαδή, δήθεν προκάλεσε τα δεινά του με τον αρνητισμό του. Ταυτόχρονα οι υγιείς προειδοποιούνται ότι πρέπει να ευθυμήσουν, ειδάλλως θα κλονιστεί η υγεία τους και θα πάθουν τα ίδια.

Στη νέα μελέτη επισημαίνεται ότι παλαιότερες έρευνες που αποδείκνυαν ότι η δυστυχία προκαλεί διάφορες ασθένειες είχαν μπερδέψει το αίτιο με το αιτιατό.

Τα συμπεράσματα της μελέτης εξήχθησαν από τη λεγόμενη «Μελέτη Ενός Εκατομμυρίου Γυναικών», που διήρκεσε από το 1996 έως το 2001, και στην οποία συμμετείχαν γυναίκες από 50 έως 69 ετών. Στα ερωτηματολόγια που τους δόθηκαν οι γυναίκες απάντησαν πόσο συχνά ένιωθαν ευτυχισμένες και ότι είχαν τον έλεγχο, πότε ένιωθαν ήρεμες ή αγχωμένες, ενώ αξιολόγησαν οι ίδιες την υγεία τους απαριθμώντας τα νοσήματα από τα οποία έπασχαν (υπέρταση, διαβήτη, άσθμα, αρθρίτιδα, κατάθλιψη και άγχος).

Οι ερευνητές περιέλαβαν τις ερωτήσεις για την ευτυχία επειδή είναι ένα θέμα που απασχολεί πολλούς. Η στατιστική ανάλυση των απαντήσεων έδειξε ότι η δυστυχία και το στρες δεν συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου. Βέβαια παραμένει άγνωστο αν τα ίδια συμπεράσματα ισχύουν και για τους άνδρες.

Ο καθηγητής Πέτο επισημαίνει ότι ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα στοιχεία που προήλθαν από 500 χιλιάδες γυναίκες οι οποίες είχαν αρχικώς δηλώσει ότι είχαν καλή υγεία, χωρίς ιστορικό καρδιακών νοσημάτων, καρκίνου, εγκεφαλικού ή εμφυσήματος.

Μια μειοψηφία αυτών των γυναικών απάντησε ότι ένιωθε άγχος ή δυστυχία, χωρίς ωστόσο να καταγραφεί, μέσα στην επόμενη δεκαετία, αύξηση των πιθανοτήτων θανάτου συγκριτικά με τον κίνδυνο που αντιμετωπίζαν οι γυναίκες που δήλωναν γενικά ευτυχισμένες.

Ασφαλώς η δυστυχία δεν επηρεάζει άμεσα την υγεία, αλλά μπορεί να τη βλάψει οδηγώντας το άτομο στον αλκοολισμό, στα ναρκωτικά, στην αυτοκτονία ή σε άλλες επικίνδυνες συμπεριφορές.

Ομολογουμένως, οι μελέτες που εξαρτώνται από αξιολογήσεις του ίδιου του συμμετέχοντος δεν θεωρούνται ιδιαίτερα αξιόπιστες. Ομως ο μεγάλος αριθμός των γυναικών που συμμετείχαν σε αυτή την έρευνα της δίνει κάποιο βάρος. Πολλοί επιστήμονες επισημαίνουν ότι η μέτρηση συναισθημάτων είναι κάτι το εξαιρετικά πολύπλοκο και δεν είναι δυνατόν να εκφραστεί με τη δήλωση ότι «είσαι ευτυχής» ή «δυστυχής». «Θα ήθελα να δω να γίνεται περισσότερη συζήτηση σχετικά με το πώς οι άνθρωποι μεταφράζουν όλα αυτά τα πολύπλοκα συναισθήματα ως “ευτυχία”», παρατηρεί ο Μπαρούχ Φισχόφ, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Κάρνεγκι Μέλον. «Σκεφτείτε ό,τι συμβαίνει στη ζωή σας και πείτε μου πόσο ευτυχισμένοι είσαστε. Η ευτυχία είναι ένα πολύ ευαίσθητο μέτρο».

Αλλά και ο καθηγητής Πέτο αμφιβάλλει αν τα συμπεράσματα της ομάδας του στην πραγματικότητα θα μεταβάλουν την επικρατούσα άποψη, επειδή οι θεωρίες για τα δεινά της δυστυχίας είναι βαθιά ριζωμένες. «Οι περισσότεροι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να πιστεύουν ότι το στρες προκαλεί έμφραγμα», καταλήγει.

ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/841861/article/epikairothta/ygeia/eytyxia-den-shmainei-makrozwia(accessed 3.1.15)

Are religious people really more prejudiced than non-believers?


The holiday season is a good time to reflect on the question of why, if so many religions are founded on tolerance, highly religious people can act in an intolerant fashion. Finding the cause of this has preoccupied researchers, driven to repeated findings that suggest believers are actually more prejudiced than the non-religious. The leading explanation constructs a picture of the believer as someone possessing a distinctive cocktail of traits that inclines them to judge others harshly: people who are more religious also tend to be less open, averse to ambiguity and complexity, and motivated by values like authoritarianism. But a new article in The Journal of Personality and Social Psychology questions this explanation, asking whether the intolerance of the religious needs such complicated answers, or whether they’re really just behaving as we all do: shunning the different.

The researchers Mark Brandt and Daryl Van Tongeren began by noting that evidence about believers’ prejudice centres on their attitudes to certain social groups, some of whom (e.g. those in homosexual relationships) appear quite dissimilar to the believer. To explore this, the pair first conducted a survey and discovered that fundamentalist Christians saw themselves as very different to some groups (the top four being atheists, gay men and lesbians, liberals and feminists) but similar to others (Catholics, tea party members, conservatives, and Christians). Next, they analysed a dataset of 5225 participants and found that fundamentalists only showed greater intolerance than non-religious people to the groups they see as dissimilar. When it came to the groups that the fundamentalists see as similar to themselves (e.g. the Catholics et al), it was actually non-religious people who showed greater intolerance.

This finding was replicated in a separate sample, which also showed that just as the more religious expressed an unwillingness to spend time with groups different from them, so did the irreligious. It’s almost banal: whether we’re religious or not, we dislike those who we see as different, an observation founded in social psychologist Henri Tajfel’s classic research on intergroup discrimination. But that’s the point: do we need a unique account of the religious believer as a special snowflake to explain something that makes sense in terms of fundamental psychological mechanisms?

Maybe not special, but special-ish. The prejudice held by non-believers only went so far: for example, unlike fundamentalists, they never rated people from dissimilar groups as being significantly “less human” than them, and on the other intolerance measures the religious came out higher in two of three studies. Why the difference? By probing fundamentalist people’s beliefs with additional items, the researchers found a hardcore who took a more ideological approach to belief, which they saw as essential to their moral centre (they gave high ratings to questionnaire items like "When thinking about your opinions and beliefs about religion, to what extent would you describe them as central to how you see yourself"). These individuals expressed prejudice towards groups they saw as different from them at a level of intensity simply not seen in most other people, whether highly religious or not. So there is an exceptional intensity of intolerance in some of the highly religious, likely with a distinct psychological foundation, but most other cases of intolerance among the religious are unexceptional – their prejudice is just an example of the wider human tendency to be wary of people who seem different.

For many social scientists, the religious figure is, like the conservative, an exotic figure to understand and categorise. And doubtless faith and religious practice do shape mind, heart and behaviour. But this research suggests we shouldn’t be so quick to attribute the worst excesses of a religious person to their religiosity, but recognise that to some extent those tendencies bubble up unchecked in all of us. With that in mind, do your best to enjoy your coming together this month.

_________________________________ 

SOURCE:

http://digest.bps.org.uk/2015/12/are-religious-people-really-more.html(accessed 3.1.15)

Brandt, M., & Van Tongeren, D. (2015). People Both High and Low on Religious Fundamentalism Are Prejudiced Toward Dissimilar Groups. Journal of Personality and Social Psychology DOI: 10.1037/pspp0000076