Σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, οι εθιστικές διαταραχές είναι μια ομάδα ψυχικών διαταραχών που χαρακτηρίζονται από «την επαναλαμβανόμενη χρήση μιας ή περισσότερων ψυχοδραστικών ουσιών σε βαθμό, ώστε ο χρήστης να εκδηλώνει καταναγκασμό για λήψη της επιθυμητής ουσίας ή των ουσιών, να έχει μεγάλη δυσκολία στην εκούσια διακοπή ή τροποποίηση της χρήσης της ουσίας και να φαίνεται αποφασισμένος να εξασφαλίσει τις ψυχοδραστικές ουσίες σχεδόν με οποιοδήποτε τρόπο». Ο εθισμός θεωρείται μια διαταραχή του εγκεφάλου, καθώς σχετίζεται με την απορρύθμιση και τη δυσλειτουργία των νευρικών συστημάτων ανταμοιβής. Η εξάρτηση μπορεί να είναι είτε σωματική (ο οργανισμός του χρήστη δεν μπορεί να λειτουργήσει φυσιολογικά χωρίς τη χρήση) είτε ψυχολογική (ο χρήστης έχει ανάγκη από τη χρήση, προκειμένου να νιώσει ευχαρίστηση, να διώξει το άγχος και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της καθημερινότητας). Αξίζει ακόμα να αναφερθεί οτι η πλειονότητα των ατόμων, τα οποία εμφανίζουν εθιστικές διαταραχές, πάσχουν και από άλλες ψυχικές διαταραχές (π.χ. διαταραχές συναισθήματος, αγχώδεις διαταραχές).
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑΟρισμένα ενδιαφέροντα επιδημιολογικά στοιχεία σχετικά με τις εθιστικές διαταραχές είναι τα εξής:
Το αλκοόλ και η νικοτίνη αποτελούν τις πιο δημοφιλείς εθιστικές ουσίες.
Από τις παράνομες εθιστικές ουσίες, η κάνναβη είναι η πιο δημοφιλής.
Οι εθιστικές διαταραχές είναι πιο συχνές στους άντρες.
Η ηλικιακή ομάδα 18-35 παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών.
Η εξάρτηση από αλκοόλ αρχίζει μεταξύ 20-40 ετών. Η εξάρτηση από κάνναβη, οπιοειδή αρχίζει μεταξύ 15-25 ετών. Η εξάρτηση από καταπραϋντικά, υπνωτικά ή αγχολυτικά συνήθως αρχίζει μεταξύ 30-60 ετών με αφορμή ιατρική θεραπεία που χορηγήθηκε λόγω αϋπνίας ή αγχώδους διαταραχής.
Παρατηρείται μείωση του αριθμού των ατόμων που έχουν δοκιμάσει κάποια εθιστική ουσία, αλλά αυξάνεται η αναλογία των ατόμων που κάνουν συστηματική χρήση.
Η Ελλάδα εμφανίζει χαμηλότερα ποσοστά στην κατάχρηση εξαρτησιογόνων ουσιών συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενδεικτικά, σύμφωνα με έρευνα του ΟΟΣΑ που διεξήχθη το 2017, το ποσοστό των νέων Ελλήνων (ηλικίας 15-36 ετών) που έκανε χρήση κάνναβης είναι μόλις 3,2%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 13,3%! Όσον αφορά τη χρήση κοκαίνης, το ποσοστό της ίδιας ηλικακής ομάδας στην Ελλάδα είναι 0,2%, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 1,9%!
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑΗ αιτιολογία των εθιστικών διαταραχών είναι ένας συνδυασμός ψυχολογικών, βιολογικών και κοινωνικών παραγόντων. Καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση της εξάρτησης παίζει η παιδική ηλικία, καθώς σε αυτό το στάδιο διαδραματίζονται ραγδαίες αλλαγές στη ζωή του ατόμου, το οποίο δέχεται σημαντική επιρροή από την οικογένεια, το σχολείο και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Συχνά, τα άτομα που έχουν διαγνωστεί με εθιστική διαταραχή προέρχονται από ένα οικογενειακό περιβάλλον, στο οποίο επικρατούν βία, παραμέληση και έντονες συγκρούσεις. Επίσης, άτομα που έχουν χαμηλή αυτο-εκτίμηση βιώνουν άγχος και νιώθουν μοναξία έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν κάποια μορφή εθισμού. Άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση ή τη διόγκωση του προβλήματος είναι η κληρονομικότητα, η προσωπικότητα του ατόμου, αλλά και η δράση της ουσίας (ταχύτητα δράσης, διάρκεια δράσης, τρόπος χορήγησης).
ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΕΙΔΗ & ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑΟι συνδεόμενες με ουσίες διαταραχές περιλαμβάνουν 9 ξεχωριστές κατηγορίες, οι οποίες δεν είναι απόλυτα διακριτές:
Αλκοόλ. Η τοξίκωση από αλκοόλ προκαλεί σημαντικές συμπεριφορικές ή ψυχολογικές αλλαγές (π.χ. επιθετική συμπεριφορά, έκπτωση της κρίσης) και επώδυνα συμπτώματα, όπως δυσαρθρική ομιλία, έκπτωση της προσοχής ή της μνήμης. Η στέρηση αλκοόλ προκαλεί δυσάρεστα συμπτώματα, όπως αϋπνία, ναυτία, άγχος, παροδικές οπτικές, απτικές ή ακουστικές παραισθήσεις ή ψευδαισθήσεις.
Καφεΐνη. Η τοξίκωση από καφεΐνη προκαλεί συμπτώματα, όπως νευρικότητα, καρδιακή αρρυθμία, έξαψη, αϋπνία, ασύνδετη ροή της σκέψης και της ομιλίας, γαστρεντερικές ενοχλήσεις και συμβάλλει στην έκπτωση κοινωνικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Η στέρηση καφεΐνης (απότομη διακοπή ή μείωση της καφεΐνης) οδηγεί στην εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως κεφαλαλγία, κόπωση ή υπνηλία, καταθλιπτική διάθεση, ευερεθιστότητα, ναυτία, δυσκολία συγκέντρωσης.
Κάνναβη. Η τοξίκωση από κάνναβη συμβάλλει στην εμφάνιση προβληματικών συμπεριφορικών ή ψυχολογικών μεταβολών (π.χ. ευφορία, αίσθηση αργής ροής του χρόνου, έκπτωση της κρίσης) και στην εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως αυξημένη όρεξη, ξηροστομία, ταχυκαρδία. Η στέρηση κάνναβης προκαλεί ευερεθιστότητα, επιθετικότητα, άγχος, δυσκολία στον ύπνο, μειωμένη όρεξη ή απώλεια βάρους, καταθλιπτική διάθεση.
Ψευδαισθησιογόνα. Η τοξίκωση από φαινκυκλιδίνη συμβάλλει στην εμφάνιση προβληματικών συμπεριφορικών ή ψυχολογικών μεταβολών (π.χ. επιθετικότητα, παρορμητικότητα, έκπτωση της κρίσης) και στην εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως μυϊκή ακαμψία, μούδιασμα, υπέρταση ή ταχυκαρδία. Η τοξίκωση από άλλο ψευδαισθησιογόνο συμβάλλει στην εμφάνιση προβληματικών συμπεριφορικών ή ψυχολογικών μεταβολών (π.χ. έντονο άγχος ή κατάθλιψη, παρανοειδής ιδεασμός, έκπτωση της κρίσης), στην εμφάνιση αντιληπτικών διαταραχών (π.χ. ψευδαισθήσεις, παραισθήσεις, αποπροσωποποίηση, αποπραγματοποίηση) και στην εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως θόλωση της όρασης, εφίδρωση, ταχυκαρδία.
Εισπνεόμενα. Η τοξίκωση από εισπνεόμενες ουσίες αναφέρεται στη σκόπιμη ή ακούσια υψηλής δόσης έκθεση σε εισπνεόμενες ουσίες που προκαλεί σημαντικές προβληματικές συμπεριφορικές ή ψυχολογικές αλλαγές (π.χ. επιθετικότητα, απάθεια, έκπτωση της κρίσης) και οδηγεί στην εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως ζάλη, δυσαρθρική ομιλία, ψυχοκινητική επιβράδυνση, μυϊκή αδυναμία, κατεσταλμένα αντανακλαστικά.
Οπιοειδή. Η τοξίκωση από οπιοειδή συμβάλλει στην εμφάνιση προβληματικών συμπεριφορικών ή ψυχολογικών μεταβολών (π.χ. αρχική ευφορία που ακολουθείται από απάθεια, δυσφορία, έκπτωση της κρίσης) και στην εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως υπνηλία ή κώμα, δυσαρθρική ομιλία, έκπτωση της προσοχής ή της μνήμης. Η στέρηση οπιοειδών αφορά τη διακοπή ή μείωση της χρήσης οπιοειδών, η οποία ακολουθείται από συμπτώματα, όπως ναυτία, μυϊκοί πόνοι, πυρετός, διάρροια, αϋπνία.
Ηρεμιστικά, αγχολυτικά και υπνωτικά. Η τοξίκωση από ηρεμιστικά, υπνωτικά ή αγχολυτικά οδηγεί στην εμφάνιση δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορικών ή ψυχολογικών μεταβολών (π.χ. απρόσφορη σεξουαλική ή επιθετική συμπεριφορά, έκπτωση της κρίσης) και στην εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως εμβροντησία ή κώμα, δυσαρθρική ομιλία, έκπτωση γνωστικών λειτουργιών. Η στέρηση ηρεμιστικών, υπνωτικών ή αγχολυτικών προκαλεί συμπτώματα, όπως εφίδρωση, ναυτία, άγχος, ψυχοκινητική διέγερση, αϋπνία, παροδικές οπτικές, απτικές ή ακουστικές ψευδαισθήσεις ή παραισθήσεις.
Διεγερτικά. Η τοξίκωση από διεγερτικό οδηγεί στην εμφάνιση σημαντικών προβληματικών συμπεριφορικών ή ψυχολογικών μεταβολών (π.χ. ευφορία, άγχος, θυμός, έκπτωση της κρίσης) και στην εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων, όπως ταχυκαρδία ή βραδυκαρδία, ναυτία, εφίδρωση, εμφανής απώλεια βάρους, μυϊκή αδυναμία. Η στέρηση διεγερτικού συμβάλλει στην εμφάνιση αυξημένης όρεξης, κόπωσης, αϋπνίας ή υπερυπνίας , ψυχοκινητικής επιβράδυνσης ή διέγερσης.
Νικοτίνη. Η στέρηση νικοτίνης αναφέρεται στην απότομη διακοπή ή μείωση της ποσότητας της χρησιμοποιημένης νικοτίνης, η οποία ακολουθείται από συμπτώματα, όπως θυμός, άγχος, αυξημένη όρεξη, ανησυχία, καταθλιπτική διάθεση, αδυναμία συγκέντρωσης, αϋπνία.
Η διαταραχή τζόγου είναι μια μη συνδεόμενη με ουσία διαταραχή. Η συγκεκριμένη διαταραχή αναφέρεται στην επίμονη και επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά που προκαλεί κλινικά σημαντική ενόχληση στο άτομο για τουλάχιστον 12 μήνες και περιλαμβάνει τουλάχιστον 4 από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
Το άτομο έχει την ανάγκη να παίζει με ολοένα και μεγαλύτερα χρηματικά ποσά, προκειμένου να εξασφαλίζει την επιθυμητή συγκίνηση.
Είναι ευερέθιστο ή ανήσυχο όταν προσπαθεί να σταματήσει ή να περιορίσει τον τζόγο.
Έχει κάνει επανειλημμένες ανεπιτυχείς προσπάθειες να ελέγξει, να περιορίσει ή να σταματήσει τον τζόγο.
Καταφεύγει στον τζόγο όταν νιώθει άγχος.
Αφού χάσει αρκετά χρήματα, επιστρέφει κάποια άλλη μέρα για να ξανακερδίσει τα χαμένα.
Ψεύδεται στην οικογένεια του, τον θεραπευτή του ή άλλους για να αποκρύψει το βαθμό εμπλοκής στο τζόγο.
Έχει διακινδυνεύσει ή χάσει μια σημαντική σχέση, εργασία, ή εκπαιδευτική ή επαγγελματική ευκαιρία εξαιτίας του τζόγου.
Στηρίζεται σε άλλους για την εξασφάλιση χρημάτων, προκειμένου να ανακουφίσει την απελπιστική οικονομική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται εξαιτίας του τζόγου.
Ορισμένα από τα τυχερά παίγνια που προκαλούν εθισμό είναι τα παρακάτω:
Πόκερ
Ρουλέτα
Κουλοχέρης
Ιππόδρομος
Στοίχημα σε αθλητικούς αγώνες
κ.α.
Ο εθισμός στο διαδίκτυο είναι άλλη μια μη συνδεόμενη με ουσία διαταραχή. Για να διαγνωστεί κάποιο άτομο με τη συγκεκριμένη διαταραχή, πρέπει να πληρούνται τουλάχιστον 4 από τα παρακάτω κριτήρια για διάστημα τουλάχιστον 12 μηνών:
Αίσθημα συνεχούς απασχόλησης με το διαδίκτυο.
Ανάγκη χρήσης του διαδικτύου για συνεχώς αυξανόμενα χρονικά διαστήματα προκειμένου να εκλάβει ικανοποίηση.
Ανικανότητα ελέγχου της χρήσης του διαδικτύου.
Χρήση του διαδικτύου με σκοπό τη διαφυγή από τα προβλήματα ή την ανακούφιση από την άσχημη διάθεση.
Ψέματα σε συγγενείς και φίλους σχετικά με τον χρόνο ενασχόλησης με το διαδίκτυο.
Κίνδυνος απώλειας σημαντικής σχέσης ή εργασίας εξαιτίας του διαδικτύου.
Έντονη ενασχόληση με το διαδίκτυο ακόμα και όταν ξοδεύονται μεγάλα χρηματικά ποσά για τη σύνδεση.
Στερητικά συμπτώματα που βιώνονται όταν δεν είναι συνδεδεμένος.
Ενασχόληση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό που αρχικά είχε σκοπό.
Οι συχνότερες προβληματικές συμπεριφορές που σχετίζονται με το διαδικτυακό εθισμό είναι οι εξής:
Εθισμός στο διαδικτυακό σεξ (καταναγκαστική χρήση ιστοσελίδων που απευθύνονται σε ενήλικες για διαδικτυακό σεξ και διαδικτυακό πορνογραφικό υλικό).
Εθισμός στις διαδικτυακές σχέσεις (υπερβολική ανάμειξη σε διαδικτυακές διαπροσωπικές σχέσεις).
Καθαροί καταναγκασμοί (εμμονή στον τζόγο, στις αγορές ή στις συναλλαγές ημέρας).
Υπερβολική αναζήτηση πληροφοριών (καταναγκαστική περιήγηση στον Ιστό ή καταναγκαστικές αναζητήσεις σε βάσεις δεδομένων).
Εθισμός στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές (εμμονή στα ηλεκτρονικά παιχνίδια).
ΔΙΑΦΟΡΟΔΙΑΓΝΩΣΗΓια να διαγνωστεί ένα άτομο με μία διαταραχή συνδεόμενη με ουσία, πρέπει να πληρούνται τουλάχιστον 2 από τα παρακάτω κριτήρια, τα οποία οδηγούν σε κλινικά σημαντική ενόχληση ή έκπτωση για τουλάχιστον 12 μήνες:
Χρήση μεγαλύτερων ποσοτήτων κάποιας ουσίας ή για μεγαλύτερο διάστημα σε σχέση με την πρόθεση του ατόμου.
Αποτυχημένες προσπάθειες διακοπής ή ελέγχου της χρήσης κάποιας ψυχοδραστικής ουσίας.
Σπατάλη σημαντικού χρόνου για την απόκτηση, τη χρήση ή την ανάρρωση από την επίδραση της χρήσης.
Έντονη επιθυμία ή παρόρμηση για λήψη κάποιας ψυχοδραστικής ουσίας.
Αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων στην εργασία, στο σπίτι ή στο σχολείο εξαιτίας της χρήσης.
Συνέχιση της χρήσης παρά τα επίμονα ή επαναλαμβανόμενα κοινωνικά ή διαπροσωπικά προβλήματα που προκαλούνται ή επιδεινώνονται από τις επιπτώσεις της ουσίας.
Διακοπή σημαντικών κοινωνικών, επαγγελματικών ή ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων εξαιτίας της χρήσης.
Εξακολούθηση της χρήσης παρά τη γνώση ύπαρξης σωματικού ή ψυχολογικού προβλήματος που προκλήθηκε η επιδεινώθηκε από τη χρήση κάποιας ουσίας.
Ανάγκη χρήσης αυξανόμενων ποσοτήτων ουσίας για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος.
Εκδήλωση συμπτωμάτων στέρησης, τα οποία ανακουφίζονται με τη χρήση μεγαλύτερης ποσότητας κάποιας ουσίας.
2 ή 3 από τα παραπάνω συμπτώματα αποτελούν ένδειξη ήπιας διαταραχής, 4 ή 5 συμπτώματα υποδηλώνουν μέτρια διαταραχή, ενώ 6 ή περισσότερα συμπτώματα υποδηλώνουν σοβαρή διαταραχή.
ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΕΘΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΜΕ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΟι εθιστικές διαταραχές επηρεάζουν αρνητικά τη σεξουαλική λειτουργία των χρηστών. Πιο συγκεκριμένα, αξίζει να αναφερθεί οτι η υπερβολική χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και η υπερβολική χρήση πορνογραφικού υλικού (μέσω των αδικαιολόγητα υψηλών σεξουαλικών προσδοκιών που δημιουργεί) συμβάλλουν στην εμφάνιση ή την επιδείνωση σεξουαλικών δυσλειτουργιών, όπως:
Μειωμένη ερωτική επιθυμία
Στυτική δυσλειτουργία
Πρόωρη ή ανεσταλμένη εκσπερμάτιση
ΠΗΓΗ: