Tuesday, 27 September 2016

Σεπτέμβρης! Βοήθεια, έχω κατάθλιψη!


Ήρθε το φθινόπωρο. Αναρωτιόμαστε πότε πέρασε το καλοκαίρι, πόσο γρήγορα. Οι περισσότεροι γυρίσαμε από τις καλοκαιρινές μας διακοπές, περάσαμε όμορφα, χαλαρώσαμε, ξεκουραστήκαμε, απολαύσαμε τις βουτιές μας στα γαλανά νερά της πατρίδας μας, τα ταβερνάκια με τις θαλασσινές τους ποικιλίες και τους ουζομεζέδες, το Αυγουστιάτικο φεγγάρι και τις καυτές νύχτες... Θεωρητικά, γυρίσαμε ξεκούραστοι, ανανεωμένοι, έχοντας γεμίσει τις μπαταρίες μας, έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε την καθημερινότητα, τις ανησυχίες και τα προβλήματά της. Προβλήματα, υποχρεώσεις! Στο άκουσμά τους και μόνο νιώθουμε ένα βάρος στο στήθος, σαν να μην μας έφτασε ο χρόνος των διακοπών, σαν να έχουμε ανάγκη να ξεφύγουμε ακόμα περισσότερο - ίσως και να μην ξαναγυρίσουμε ποτέ πίσω! Επιστρέφουμε στη δουλειά και νιώθουμε σαν να μην ξέρουμε τι να κάνουμε, οι κινήσεις μας βαριές, το μυαλό μας δεν μπορεί να συγκεντρωθεί, ο ύπνος μας ελαττώνεται, δεν έχουμε διάθεση για τίποτα... Αναρωτιόμαστε "Τι μου συμβαίνει; Ήμουν μια χαρά πριν λίγες μέρες... νιώθω σαν να έχω κατάθλιψη, γιατί;"

Μιλάμε για το σύνδρομο κατάθλιψης μετά τις διακοπές, το οποίο αν και δεν είναι επιστημονικά αποδεκτό στις διεθνείς ταξινομήσεις, φαίνεται ότι πλήττει αρκετούς ανθρώπους στις μέρες μας και είναι πιο συχνό σε άτομα στα οποία προϋπάρχει κάποια αγχώδης διαταραχή, κατάθλιψη ή ψυχική ασθένεια. Αν τα συμπτώματα παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν είναι απλά θέμα προσαρμογής στην καθημερινότητα και όταν συνυπάρχει και με άλλες ψυχικές διαταραχές, θα χρειαστεί η βοήθεια ειδικού. Εμφανίζεται κυρίως στους νέους ανθρώπους μετά από περιόδους χαλάρωσης και ξεκούρασης. Συσχετίζεται με μια ιδιαίτερη μορφή στρες, τον τρόπο δηλαδή που χειριζόμαστε το άγχος μετά από ένα διάστημα ξεγνοιασιάς και ανεμελιάς, με τον τρόπο που ξαναμπαίνουμε στην πραγματικότητα όταν είναι ιδιαίτερα αγχωτική, καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με τους σύγχρονους γρήγορους ρυθμούς της ζωής μας, τις υποχρεώσεις και τις απαιτήσεις της, που κυρίως στις μέρες μας και με την οικονομική κρίση που περνάει η χώρα μας, είναι συχνό φαινόμενο καθώς ζούμε σε ρυθμούς έντονους, εξοντωτικούς και πιεστικούς, όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Τα συναισθήματα που μας κατακλύζουν έχουν να κάνουν με έντονη νοσταλγία των προηγούμενων ανέμελων ημερών, ονειροπόληση, ανησυχία, άγχος και κατάθλιψη, που αν και δεν πρόκειται για πραγματική κατάθλιψη, μπορεί να φτάσει μέχρι τα όριά της.



Το σύνδρομο αυτό μπορεί να εκδηλωθεί με διάφορα συμπτώματα, συνήθως τις πρώτες μέρες που το άτομο επιστρέφει στην εργασία του. Τα πιο συνηθισμένα είναι δυσφορία, πεσμένη διάθεση, μια γενικευμένη αδυναμία, αδυναμία συγκέντρωσης, αδυναμία λήψης αποφάσεων, φτωχή προσαρμοστικότητα, χαμηλή ενεργητικότητα, αίσθημα κενού, άρνηση και ανία προς την δουλειά, έντονο και συχνά αδικαιολόγητο άγχος, μελαγχολία ή θλίψη, καταθλιπτικά συμπτώματα, ψυχική κατάπτωση γενικότερα, αύξηση ή ελάττωση της όρεξης για φαγητό με συνέπεια την αύξηση ή την απώλεια βάρους, υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας και αϋπνία τις νυχτερινές ώρες, κόπωση, ημικρανίες, στομαχικές διαταραχές... Συνήθως η εμφάνιση του συνδρόμου γίνεται με διαφορετικό τρόπο στον κάθε άνθρωπο με αποτέλεσμα να μην μπορεί εύκολα να αντιληφθεί τι του συμβαίνει. Αυτό που καταλαβαίνει, είναι ότι "κάτι δεν πάει καλά", βλέποντας τις εκκρεμότητές του να αυξάνονται και να μην μπορεί να ανταποκριθεί εύκολα όχι μόνο στις εργασιακές του υποχρεώσεις αλλά και στις προσωπικές και κοινωνικές, ενώ έρχεται αντιμέτωπος με δυσάρεστες συνέπειες. Όταν μάλιστα προϋπάρχουν δυσμενείς συνθήκες και πριν τις διακοπές στην εργασία του ατόμου, αν δεν του αρέσει η δουλειά του ή αν νιώθει ότι δεν πληρώνεται όσο θα έπρεπε ή ότι δεν αναγνωρίζεται αυτό που κάνει, τότε το άτομο είναι πιο επιρρεπές στην εμφάνιση αυτού του συνδρόμου.

Τι φταίει; Έχοντας βιώσει ένα χρονικό διάστημα μακριά από τον καθημερινό τρόπο ζωής και ότι αυτό συνεπάγεται, ζούμε στιγμές ανεμελιάς, μακριά από τα προβλήματα που ο καθένας αντιμετωπίζει. Η ελευθερία αυτή στο διάστημα των διακοπών, μας δίνει την δυνατότητα να κάνουμε ότι θέλουμε, να κοιμηθούμε και να ξυπνήσουμε ότι ώρα θέλουμε, να μην κάνουμε απολύτως τίποτα ή ακόμη και να κάνουμε πολλά πράγματα μαζί, πράγματα όμως που επιθυμούμε. Οι διακοπές λειτουργούν ως φυγή από τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες. Όταν λοιπόν η ελευθερία αυτή τελειώνει, εμφανίζεται μία άρνηση στην απώλειά της και στην επιστροφή στην καθημερινότητα, όπου ερχόμαστε και πάλι αντιμέτωποι με ότι είχαμε "ξεχάσει" ή πιο σωστά, απωθήσει όλο αυτό το διάστημα.

Καλό θα ήταν όταν αισθανόμαστε κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα, να μην τα αγνοήσουμε και να προσπαθήσουμε να αναδιοργανώσουμε λίγο την καθημερινότητά μας, έτσι ώστε να παίρνουμε μικρές απολαύσεις που θα μας βοηθήσουν να προσαρμοστούμε πιο εύκολα και να νιώθουμε ψυχική ευεξία. Για παράδειγμα, να βρούμε ενδιαφέροντα αντί να κλεινόμαστε στο σπίτι χωρίς να κάνουμε τίποτα, να βγαίνουμε με φίλους και να μιλάμε για το πως περάσαμε στις διακοπές μας, να μοιραζόμαστε τα καθημερινά προβλήματα (έχει παρατηρηθεί πως όταν μοιραζόμαστε αυτό που μας απασχολεί, συνήθως βλέπουμε ότι και οι άλλοι γύρω μας έχουν σχεδόν τις ίδιες ανησυχίες και προβληματισμούς και ίσως μπορούμε να μάθουμε και κάτι για τους τρόπους διαχείρισης), να τακτοποιήσουμε οικονομικές εκκρεμότητες ή διακανονισμούς για την αποπληρωμή τους ώστε να νιώσουμε ότι "μπαίνει το νερό στ' αυλάκι", να διοργανώσουμε μικρές αποδράσεις που λειτουργούν σαν τονωτική ένεση - μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε μία χώρα που πέρα από τις ομορφιές της, έχουμε σύμμαχο και τον καιρό - το μικρό καλοκαιράκι - που εξακολουθεί και τον Σεπτέμβριο να προσφέρεται ακόμα και για μπάνια..



Πηγή: 
http://www.askitis.gr/monthly/view/septemvris_voitheia_echo_katathlipsi(accessed 27.9.16)

Friday, 23 September 2016

The 10 Most Common Causes Of Headaches And How To Reduce Them




A headache is a pain caused not only by conditions such as stress, but it can also be related to simpler things like perfumes.


An everyday tension headache is the most common type of primary headache.



It involves a constant “bandlike” pain on both sides of the head and the pain can extend to the neck and behind the eyes.

This type of headache can last from minutes to days but in general is not severe enough to stop you from everyday activities.

Currently 1.6 billion people are affected by tension-type headaches and women tend to suffer more than men.

The most common factors for headaches include:
1. Emotional tension

Muscles in the back of your neck and head tense up when you are angry and so cause you a tension headache.

An easy step to overcome anger is to start breathing deeply and slowly or count to ten, which gives you time to cool down.

Exercise, talking about your feelings with a friend and relaxing regularly can also help to control anger in the long term.
2. Stress

It is a feeling of being under emotional or mental pressure.

Demands from work, relationships and financial problems can all cause stress and bring you anxiety.

Headaches related to stress usually occur after long work hours as the tension during the week builds up, but the throbbing headache only comes after a waking up on Saturday.

The drop down of stress hormones after rest causes a quick release of the brain’s chemical messengers, which in turn make blood vessels tighten and then widen, ending in a headache.

A simple solution is to avoid more than eight hours sleep and add more relaxation to your week days.

Exercises like yoga, deep breathing and massage to reduce the muscular tension can all help.

Avoid squashing all your leisure and entertainment into the weekend when there are five more days of the week to come.
3. Lack of sleep

Irregular sleeps patterns can result in fatigue, problems with attention, lack of motivation, aching muscles and waking with everyday headaches.

Poor sleep can trigger the production of a specific protein (P2X3) which is linked to the initiation of chronic pain.

Behavioural therapy and changing your sleeping habits, such as establishing a regular sleep schedule and avoiding late night TV can potentially lessen episodes of headaches.
4. Dehydration

Water loss causes brain cells to shrink, which activates pain receptors in the brain and in turn leads to a headache.

Most have experienced the “morning after” headache due to drinking alcohol as it causes dehydration.

The obvious solution is drinking enough water.
5. Sex headache

Headaches are often used as an excuse to reject sex.

But headaches related to sexual activity are a serious condition caused by accumulation of pressure in the neck muscles and the head.

Sex headaches can happen just before or at the moment of orgasm and the pain can last for minutes or up to three days.

While some individuals need to consult with a doctor, in most cases the headache is harmless and there is no need to avoid sexual activities.

Taking painkillers a few hours before sex can block the headache.

6. Eye strain

Focusing on a visually intense task, such as computer work, driving and reading or staring at digital devices such as smart phones, video games and computer screens for a prolong time can cause eye fatigue.

Both intense bright lights or even dim lighting can cause eye strain.

Eye dryness, blurring of the vision, increased sensitivity to light as well as headaches are symptoms of eye strain.

Some simple changes in habits can reduce or prevent these problems.

If you are using a screen, place it at least 20 to 26 inches away from your eyes and adjust it slightly below eye level.

Use a glare filter over the screen or change lighting to reduce glare and reflection.

Look off into the distance every 20 minutes for at least 20 seconds and have regular breaks from the computer.

Put a warm wet flannel on tired, closed eyes.
7. The weather

Grey skies, high temperature and humidity can play a role in causing headaches.

Changes in weather can irritate nerves due to the activation of chemicals in the brain.

Obviously you can’t change the weather to fix the pain but you can check the predicted forecast to take preventative action, like taking pain killers.
8. Posture

Bad posture increases pressure on the shoulders, neck and upper back which generates a headache.

The skull will start pounding due to the pain and sometimes the face, and particularly the forehead, flushes.

The important thing is to take regular breaks and get away from sitting or standing in one position over a long time.

If you are on the phone all the time try to use special head sets to reduce muscle strain between the shoulders and in the hands.

An osteopath, a physical therapist and using the Alexander technique can improve posture problems.
9. Skipping meals

Hunger lowers blood sugar and a diet high in sugar or processed carbohydrates often makes you feel hungry.

Low blood sugar triggers headaches and mood swings in most people.

However, cutting down on processed carbs and sugar, having breakfast and eating small portions, but more often, are the treatment for headaches associated with hunger.

If you have a poor appetite, bathing before a meal improves blood circulation and increases desire for food.
10. Housework and smells

Some chemicals found in perfumes, hair sprays, fragranced air fresheners, cleaning and laundry products can trigger headaches, so no wonder if housework gives you a headache.

Cosmetic products including soaps, shampoos and conditioners, along with skin lotions, creams and perfumes contain certain smells which can cause headaches.

It is best to avoid products with strong smells and certain chemicals.

Try fragrance free air fresheners and household cleaning products.

If a colleague next to your desk wears heavy perfume use a desk fan.

And finally if it is possible, keep the doors and windows open at home as often as you can.

SOURCE:
http://www.healthiestblog.com/2016/09/10-causes-headaches.php(accessed 23.9.16)

Κίνδυνος κατάθλιψης μετά το εγκεφαλικό






Επιρρεπείς στην κατάθλιψη είναι οι άνθρωποι που έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο, ιδιαίτερα τους πρώτους τρεις μήνες από τη στιγμή που αυτό εκδηλώθηκε, οπότε οι πιθανότητες εμφάνισης της ψυχικής διαταραχής είναι οκταπλάσιες. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μεγάλη δανική μελέτη.

Οι ερευνητές ανέλυσαν τα στοιχεία για μεγάλη ομάδα ατόμων που υπέστησαν εγκεφαλικό και τα συνέκριναν με τα στοιχεία συνομηλίκων τους που δεν είχαν πάθει εγκεφαλικό. Μέσα σε μία διετία από το εγκεφαλικό επεισόδιο, το 25% των ασθενών είχε διαγνωστεί με κατάθλιψη, ενώ περισσότερες από τις μισές διαγνώσεις είχαν γίνει κατά το πρώτο τρίμηνο μετά το εγκεφαλικό. Αντιθέτως, λιγότερο από το 8% των ανθρώπων που δεν είχαν υποστεί εγκεφαλικό διαγνώστηκαν με κατάθλιψη κατά τη διάρκεια της μελέτης και λιγότερο από το 25% αυτών των διαγνώσεων έγινε κατά το πρώτο τρίμηνο από την έναρξη της μελέτης.

«Η συχνότητα της κατάθλιψης στους ασθενείς που έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο είναι σημαντικά υψηλότερη από αυτή που καταγράφεται σε ασθενείς που έχουν άλλα νοσήματα, όπως, παραδείγματος χάριν, έχουν υποστεί καρδιακή προσβολή», επισημαίνει η συντάκτρια της μελέτης δρ Μερέτ Οσλερ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης.

«Φαίνεται ότι κάποια διαταραχή στον εγκέφαλο που προκαλείται από το εγκεφαλικό επεισόδιο κάνει τους ασθενείς που έχουν υποστεί εγκεφαλικό πιο ευάλωτους στην εμφάνιση κατάθλιψης», επισημαίνει η δρ Οσλερ.

ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/874526/article/epikairothta/ygeia/kindynos-kata8liyhs-meta-to-egkefaliko(accessed 23.9.16)


Tuesday, 20 September 2016

It’s possible to learn to be more optimistic


B

Optimists have good reason to be optimistic – research tells us that their sunny outlook means that they are likely to live longer, healthier, happier lives compared with others who have a habit of seeing a darker future ahead. This has led positive psychologists to attempt to teach optimism, so that more people might get to benefit from its apparent positive effects. But can you really learn to see the future more brightly? By combining findings from all the relevant existing optimism intervention trials, published and unpublished, a new meta-analysis in The Journal of Positive Psychology provides us with the best answer available today. There’s reason for hope – it seems we can learn to be more optimistic. But don’t get too carried away. Many interventions only increase optimism a little bit, and probably only for a little while.

John Malouff and Nicola Schutte at the University of New England in Australia scoured the research literature and contacted psychologists in the field to try to find all published and unpublished trials that had attempted to increase people’s optimism in some way, and that had included a control group, and that had randomly allocated participants to the intervention or the control condition. They ended up with 29 studies (just one unpublished) involving collectively over three thousand participants.

Most of the studies had used an established optimism intervention known as The Best Possible Self Intervention which involves instructing participants to spend half an hour or so “Imagining yourself in the future, after everything has gone as well as it possibly could. You have worked hard and succeeded at accomplishing all the goals of your life …”. Other interventions used in the studies to induce greater optimism included things like CBT, mindfulness, self-compassion training, and also some quirky approaches like lying on a bed of nails and sensory isolation (these last two supposedly induce optimism through a relaxing experience).

Aggregating the results from all these studies revealed a small but significant increase in optimism for participants who received an intervention, as compared with control participants. Focusing on just those studies that used the Best Possible Self Intervention, this effect grew to medium in size. Shorter interventions actually seemed to be more effective than longer ones, but this is probably just because the most effective approach –Best Possible Self – is typically very short. Indeed, there is a problem with looking for patterns in aggregated results, like this study does, because different factors that seem to have an effect on outcomes can be confounded with each other, such as the nature of the intervention and the length of intervention.

Studies that measured optimism straight after the intervention was over also reported much bigger effect sizes than those that waited – suggesting that benefits fade quickly over time (though more research is needed to explore this in detail). Another result was that in-person interventions were more effective than online interventions.

The feeling you get from reading this meta-analysis is that we need more rigorous research to find out more about training optimism, and how long any benefits are likely to last. The studies included are so varied, and usually quite basic, that it’s difficult to tease out meaningful insights into why some approaches appear to work and others don’t. That said, the overall message is upbeat. Studies that achieved gains in optimism also frequently reported other benefits, for example in pain reduction and better mood. And even if it’s only possible to boost people’s optimism for a short time, this could still be a lifeline for anyone who is going through a difficult period in their life.

SOURCE:
https://digest.bps.org.uk/2016/09/08/its-possible-to-learn-to-be-more-optimistic/(accessed 20.9.16)

Πώς επηρεάζονται οι ενήλικες από το τραύμα της κακοποίησής στην παιδική τους ηλικία;


Γράφει η Ίντα Ελιάου, 
Συμβουλευτική Ψυχολόγος (BSc, MSc, PGDip., MA)



Κακοποίηση ως τραύμα:
Κάθε μορφή κακοποίησης  αποτελεί τραύμα το οποίο θα στιγματίζει το άτομο άμεσα ή έμμεσα σε όλη του τη ζωή. Όπως όταν καίγεται κανείς, στην περίπτωση του σωματικού τραύματος, ο πόνος μπορεί να περνάει αλλά το σημάδι στο κορμί του παραμένει, έτσι και στο ψυχικό τραύμα στην περίπτωση της κακοποίησης ο ψυχικός πόνος χαράζεται στην ψυχή του ατόμου. Το ψυχικό τραύμα έχει οριστεί από ειδικούς όπως τον Freud και τον Jung, ως ένα μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης αρνητικό γεγονός του οποίου η ένταση δεν επιτρέπει στο άτομο να αντιδράσει ικανοποιητικά, με αποτέλεσμα να προκληθούν διαταραχές με μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία και τη ζωή του ατόμου. Για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει στους επιζήσαντες παιδικής κακοποίησης πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στο φαινόμενο αυτό.

Τι είναι η παιδική κακοποίηση;
Η παιδική κακοποίηση ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για την Πρόληψη της Παιδικής Κακοποίησης (WHO Consultation on Child Prevention, 1999) ως κάθε μορφή σωματικής, συναισθηματικής, σεξουαλικής κακοποίησης, και παραμέλησης που γίνεται στα πλαίσια κάποιας σχέσης ευθύνης, εμπιστοσύνης ή δύναμης με το παιδί, με αποτέλεσμα την πραγματική ή δυνητική βλάβη στην υγεία, στην επιβίωση, στην ανάπτυξη ή στην αξιοπρέπεια του παιδιού. Αποτελεί ένα περίπλοκο φαινόμενο αφού ο αριθμός των παραγόντων που το υποκινούν καθώς και η δυναμική του ποικίλει τρομερά από περίπτωση σε περίπτωση. Ο  WHΟ, εκτίμησε ότι το 2002 υπήρξαν 31.000 θάνατοι παιδιών από ανθρωποκτονίες. Επιπλέον, διεθνείς μελέτες έχουν δείξει πως:
- το 25% με 50% όλων των παιδιών κακοποιούνται σωματικά –ξυλοδαρμοί/καψίματα/δαγκώματα-,
-ένα στα δύο κορίτσια και ένα στα τέσσερα αγόρια κακοποιούνται σεξουαλικά -εισχώρηση ή τριβή στα γεννητικά τους όργανα/ερωτικά φιλιά/επίδειξη πορνογραφικού υλικού-,
-και πολλά παιδιά κακοποιούνται συναισθηματικά –υποτίμηση/απόρριψη/εξευτελισμός- και παραμελούνται –ανεπαρκή φροντίδα: υποσιτισμός/κακή υγιεινή-.

Τι συμβαίνει όταν ένα παιδί κακοποιείται;
Η ανάπτυξη των παιδιών δεν είναι ολοκληρωμένη όταν το παιδί δέχεται το τραύμα με αποτέλεσμα να μην έχει αναπτυχθεί ακόμα η αναγκαία νοητική και συναισθηματική του ικανότητα για να κατανοήσει, να ελέγξει και να το επεξεργαστεί το τραύμα. Το τραύμα λοιπόν όχι μόνο στιγματίζει αλλά καθορίζει την ίδια του την ταυτότητα. Έτσι, κάθε προοπτική ψυχικού πόνου το οδηγεί στην αναζήτηση ενός αρνητικού κόσμου που συνήθως συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή του .  Πιο συγκεκριμένα, η ίδια η ανάπτυξη των παιδιών καθυστερεί καθώς όλη η ενέργεια του παιδιού επικεντρώνεται στον αγώνα επιβίωσης. Μέρος αυτού του αγώνα είναι η ανάπτυξη συγκεκριμένων τρόπων αντιμετώπισης της κατάστασής (οι ονομαζόμενες ‘άμυνες’) έτσι ώστε να μπορέσουν να μείνουν όσο γίνεται πιο ασφαλή και να επιβιώσουν μέσα στον σωματικό ή και ψυχικό πόνο  στον οποίο είναι καταδικασμένα να ζούνε.

Η πιο συχνή άμυνα είναι αυτή της απομόνωσης του ψυχικού τους πόνου, όπως προτάθηκε από τον Ferenczy, (1949). Επώδυνα συναισθήματα όπως θυμός, απελπισία, φόβος, πανικός, συμπιέζονται και απομονώνονται όπως ακριβώς το καρύδι απομονώνεται από το περιβάλλον με το σκληρό τσόφλι του. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί μπορεί να αντέχει την κακοποίηση αφού έτσι καταφέρνει να απέχει  συναισθηματικά από αυτήν. Λόγω αυτής της συναισθηματικής αποστασιοποίησης η οποία συνεχίζεται, εδραιώνεται και γίνεται τρόπος ζωής στην ενήλικη ζωή, πολλοί πιστεύουν πως τα βιώματα της παιδικής τους ηλικίας βρίσκονται τόσο μακριά που δεν μπορεί να συνδέονται με την τωρινή τους ζωή. Δυστυχώς όμως ο πόνος του παρελθόντος όσο καλά και αν τον έχουμε θάψει, όσο σκληρό και αν είναι το τσόφλι του καρυδιού, δεν επουλώνεται από μόνος του. Στην πραγματικότητα αυτό που καταλήγουμε να κάνουμε είναι να θάβουμε τον πόνο μας ζωντανό. Ο πόνος αυτός σιγοβράζει και ξεχύνεται κατά διαστήματα. Με τον ίδιο τρόπο εντείνονται όλες οι αμυντικές συμπεριφορές του παιδιού στην ενήλικη ζωή. Π.χ. πολλές φορές μιλάμε για την ανορεξία ή τη σεξουαλική συμπεριφορά ενός παιδιού ή ενός ενήλικα που είχε κακοποιηθεί ως παιδί. Αυτές οι συμπεριφορές κάποτε αποτελούσαν προσαρμοστικές συμπεριφορές για την επίτευξη μεγαλύτερης ασφάλειας. Στην πρώτη περίπτωση το παιδί μπορεί να αποφεύγει το φαί ως τρόπο αποφυγής της εμπειρίας πίεσης καυτού φαγητού στο στόμα του ενώ στη δεύτερη, μπορεί να χρησιμοποιεί σεξουαλική συμπεριφορά την οποία έχει ‘διδαχτεί’ για να κερδίσει τα χάδια και τη φροντίδα που έχει τόσο πολύ ανάγκη ή ακόμα και για να αποφύγει κάποια τιμωρία. 

Μελέτες έχουν δείξει πως άλλες τέτοιες συμπεριφορές που συνεχίζονται στη μετέπειτα ζωή του ατόμου είναι η βίαιη θυματοποίηση, η κατάθλιψη, η έναρξη καπνίσματος, η χρήση αλκοόλ και άλλων εξαρτησιογόνων κ.α. (Harrison et al., 1996; Najavits, Weiss, & Shaw, 1997; Jacobi et al., 2004). Όλα αυτά καθιστούν τον ενήλικα ευάλωτο σε ασθένειες –σωματικές και ψυχολογικές-, σε σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, σε καρκίνο, ακόμα και θάνατο ή αυτοκτονία (Gould et al., 1994;. Canetto & Lester, 1995; Acierno Behavioural Medicine, 1997).  Έντονες δυσκολίες εμφανίζονται και στις διαπροσωπικές σχέσεις τους αφού συχνά ταλανίζονται  από συναισθήματα αναιτιολόγητης ντροπής, φόβου και αδυναμίας, υπερευαισθησίας, ανεξήγητα ξεσπάσματα θυμού, ανασφάλειας και συναισθηματικής αστάθειας, αισθήματα αναξιότητας και πικρίας. Συνήθως δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τους ανθρώπους γύρω τους, αδυνατούν να θέσουν τα προσωπικά τους όρια με αποτέλεσμα πολλές φορές να μη μπορούν να πουν ‘όχι’ και να πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης.

Γιατί οι παιδικές άμυνες μετατρέπονται σε εμπόδιο στην ενήλικη ζωή;
Ενώ οι καταστάσεις της ζωής του ενήλικα έχουν αλλάξει - δεν είναι πια παιδί και δεν ζει στο ίδιο περιβάλλον που ζούσε - ο ψυχισμός του έχει ‘παγώσει’ σε αυτόν του παιδιού κάτι που τον αποτρέπει να αλλάξει και να προσαρμόσει τις άμυνες που είχε τόσα χρόνια, στα νέα δεδομένα της ζωής του. Έτσι ο ενήλικας καταλήγει να βρίσκεται συναισθηματικά εγκλωβισμένος και φυλακισμένος στο παρελθόν του.

Τι μπορώ να κάνω;
Σήμερα υπάρχουν πολλοί ψυχολόγοι και κέντρα ψυχολογικής υποστήριξης όπου μπορούν να απευθυνθούν για βοήθεια οι ενήλικες με δική τους πρωτοβουλία. Παράλληλα, υπάρχουν οργανώσεις όπως η Ελληνική Εταιρία Μελέτης & Πρόληψης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, το <<Το Χαμόγελο του Παιδιού>>, η διεθνής οργάνωση ECPAT (End Child Prostitution, Child Pornography and Trafficking of Children for Sexual Purposes), που σε συνδυασμό με μεμονωμένους επαγγελματίες υγείας εκπαιδευμένους στον τομέα αυτό,  στοχεύουν στην ευαισθητοποίηση του κοινού για τη φύση, την έκταση και τις συνέπειες της παιδικής κακοποίησης, στην προστασία και στην πρόληψη μέσω της ενημέρωσης, στην επιμονή για την εισαγωγή όλο και πιο συγκεκριμένων θεσμικών πλαισίων αλλά και στην προώθηση κατάλληλων πηγών βοήθειας για όσους έχουν υποστεί κακοποίηση αλλά και για τους θύτες. 



Η δική μου ευθύνη στη δική μου ζωή.
Η αίσθηση ντροπής είναι συνήθως το μεγαλύτερο εμπόδιο που αντιμετωπίζει ένας ενήλικας στο να ζητήσει βοήθεια, ακόμα και αν η ντροπή αυτή ανήκει στον θύτη και όχι στο θύμα. Άλλωστε πώς να ζητήσει βοήθεια από κάποιον άγνωστο όταν κακοποιήθηκε από αυτούς που εμπιστευόταν πιο πολύ ως παιδί. Παρόλα αυτά ο ενήλικας μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του. Μόνο ο ίδιος γνωρίζει τον εαυτό του αρκετά καλά ώστε να αντιληφθεί πως κάτι δεν πάει καλά και να αναγνωρίσει την ανάγκη του για  βοήθεια από ειδικούς ψυχολόγους που θα τον βοηθήσουν μέσα σε ένα περιβάλλον ασφάλειας, σεβασμού, κατανόησης και εχεμύθειας να αντιμετωπίσει τα σκιάχτρα του παρελθόντος, να προσαρμόσει τις άμυνες του στην τωρινή ζωή του  και να προχωρήσει μπροστά. Είναι δική μας ευθύνη και υποχρέωση να φροντίζουμε τους εαυτούς μας σπάζοντας τα δεσμά της απομόνωσης μας, αναζητώντας πληροφορίες και μοιράζοντας τον πόνο μας,  όσο δύσκολο και αν είναι αυτό.   


ΠΗΓΗ:

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα,Καστοριανή Εστία’, 15.09.16, Αριθμός Φύλλου: 772 , σελ.13.


Wednesday, 14 September 2016

Even preschoolers like to gossip




Want a good reputation? Better impress those gossiping preschoolers


Gossiping is a serious business because it helps us keep track of who to trust and who to avoid. To count as proper gossip, you have to give or receive new information about a third-party. That’s effectively what’s happening when a friend begins a sentence: “You wouldn’t believe what [insert name] did the other day …” – their anecdote is giving you precious information about the reputations of the people involved. Just how early in life do we start gossiping? A new study in theBritish Journal of Developmental Psychology shows that in its simplest form – telling someone else who to trust – gossiping is well on its way at age three.

Jan Engelmann and her colleagues recruited 24 three-year-olds and 24 five-year-olds to play the same simple game with two puppets. The game involved putting tokens down a tube so they were delivered to the puppet located on the other side of a partition. On his go, the puppet delivered tokens back through a second tube to the participant. The only rule was that on each of their three turns, each player must deliver at least four tokens to his or her partner. The children were told that if they had enough tokens at the end of the exercise, they would get a prize. Crucially, one puppet was consistently meaner than the other regarding how many tokens he delivered on his turns.

As each child arrived for the experiment, he or she was paired with a second child who was trained by and assisting the researchers. The procedure was fixed so the participant always played first. After he or she had played both puppets at the game, it was announced that there was only enough time for the other child to play one of the puppets. This was the critical point in the experiment – the researchers wanted to see whether each child participant would advise the other child about which puppet to play, and whether – and to count as proper gossip – they’d include their reasons such as “you should play the green puppet because he is more generous“. Also, they wanted to know whether he or she would offer any advice or gossip readily or if they’d need a lot of prompting from the other child.A participant advises the other child about which puppet to play with. Image via Engelmann et al.

The three-year-olds and the five-year-olds were quick to provide basic advice about which puppet the other child should play. However, whereas only a few three-year-olds gossiped in the sense of providing reasons for their advice, this behaviour was much more common among the five-year-olds, with nearly half of them gossiping. It’s worth noting, though, that according to criteria that are often used in gossiping research in adults, the three-year-olds were gossiping simply through providing advice on which puppet to play with.

The researchers speculated that part of the reason that the three-year-olds rarely gave reasons for their advice was simply that they find it difficult to come up with justifications. A second, similar experiment that involved children playing the token game with two machines (one mean, one generous) supported this idea – again, three-year-olds mostly didn’t give reasons to justify their advice about which machine to play with, suggesting this is a problem more to do with their cognitive abilities, rather than their social motivations.

We already know that from a very young age, children keep track of whether you owe them a favour, who they should trust, and that they care about their own reputations. This new research adds to the evidence showing the surprising social sophistication of little people. “Already at preschool age children spontaneously gossip and offer helpful reputational information,” the researchers said.


SOURCE:

https://digest.bps.org.uk/2016/09/02/even-preschoolers-like-to-gossip/(accessed 14.9.16)

Tuesday, 6 September 2016

"Η αγάπη αφορά όλους μας"



"Η αγάπη είναι κάτι που αφορά όλους μας" γράφει η Νότιο-Κορεάτισα Puuung στη σελίδα της στο Facebook. "Και η αγάπη έρχεται με τρόπους που μπορούμε εύκολα να παραβλέψουμε στην καθημερινή μας ζωή. Έτσι, προσπαθώ να βρω το νόημα της αγάπης στην καθημερινή μας ζωή και να το μετατρέψω σε έργο τέχνης."

Φαίνεται πως κάτι τόσο απλό όπως η αγάπη, αλλά και τόσο δύσκολο να το βρούμε στις μέρες μας, μπορεί να εμπνεύσει έναν καλλιτέχνη. Μήπως χρειάζεται λοιπόν να πάρουμε την απλότητα που η ίδια η έννοια της αγάπης περικλείει μέσα της και να την βάλουμε στην καθημερινότητα μας, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς φανφάρες και "μεγάλες κουβέντες"; Μήπως τελικά το μόνο που χρειαζόμαστε είναι να χαιρόμαστε την καθημερινότητα και τα πράγματα που μπορούμε να απολαύσουμε και να χαρούμε με τον σύντροφό μας; Μήπως τα απλά πράγματα είναι αυτά που δίνουν το νόημα και την ουσία στη σχέση; Πράγματα όπως:
Να κοιμόμαστε μαζί
Να "παίζουμε" μαζί
Να χορέψουμε έτσι απλά επειδή "μας ήρθε" στο σαλόνι μας, οι δυο μας
Να σταματήσουμε σε ένα απλό δρομάκι και να πω στο σύντροφό μου πόσο τον αγαπώ
Να την/τον σκεπάσω για να κοιμηθεί
Να τον παρηγορήσω όταν φαίνεται ότι καταρρέει όλος ο κόσμος γύρω του/της
Να δούμε μαζί τα αστέρια
Να φέρω τον αγαπημένο του/της καφέ
Να βγάλουμε φωτογραφίες ο ένας τον άλλον, ταξιδεύοντας σε νέα μέρη
Να γελάσουμε έτσι απλά μέσα στη νύχτα
Να σταματήσω αυτό που κάνω και να του/της δώσω ένα φιλί
Να του/της φέρω φαγητό απ' έξω
Να "χαζέψουμε" το βράδυ την θάλασσα
Να τον/την φιλήσω για να τον αποχαιρετίσω
Να του/της συμπαρασταθώ στα "δύσκολα"
Να κάνουμε σχέδια για νέα μέρη που θέλουμε να πάμε
Να κάνουμε "γλύκες"
Να τον/την φροντίσω όταν αρρωσταίνει
Να τον/την αγκαλιάσω έτσι απλά όταν κάθεται στο γραφείο του/της
Να παίξουμε μαζί βιντεοπαιχνίδια…

Μαρίνα Μόσχα


1. Να κοιμόμαστε μαζί
2. Να "παίζουμε" μαζί








3. Να χορέψουμε έτσι απλά επειδή "μας ήρθε" στο σαλόνι μας, οι δυο μας





4. Να σταματήσουμε σε ένα απλό δρομάκι και να πω στο σύντροφό μου πόσο τον αγαπώ


5. Να την/τον σκεπάσω για να κοιμηθεί


6. Να τον παρηγορήσω όταν φαίνεται ότι καταρρέει όλος ο κόσμος γύρω του/της


7. Να δούμε μαζί τα αστέρια




8. Να φέρω τον αγαπημένο του/της καφέ



9. Να βγάλουμε φωτογραφίες ο ένας τον άλλον, ταξιδεύοντας σε νέα μέρη


10. Να γελάσουμε έτσι απλά μέσα στη νύχτα


11. Να σταματήσω αυτό που κάνω και να του/της δώσω ένα φιλί


12. Να του/της φέρω φαγητό απ' έξω


13. Να "χαζέψουμε" το βράδυ την θάλασσα


14. Να τον/την φιλήσω για να τον αποχαιρετίσω


15. Να του/της συμπαρασταθώ στα "δύσκολα"


16. Να κάνουμε σχέδια για νέα μέρη που θέλουμε να πάμε




17. Να κάνουμε "γλύκες"




18. Να τον/την φροντίσω όταν αρρωσταίνει


19. Να τον/την αγκαλιάσω έτσι απλά όταν κάθεται στο γραφείο του/της


20. Να παίξουμε μαζί βιντεοπαιχνίδια






Πηγή:
http://www.askitis.gr/color/view/%CE%B7-%CE%B1%CE%B3%CE%AC%CF%80%CE%B7-%CE%B1%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%AC-%CF%8C%CE%BB%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%BC%CE%B1%CF%82(accessed 6.9.16)

Monday, 5 September 2016

Ο εξομοιωτής μωρών δεν φόβισε τα νέα κορίτσια




Νεαρή μαθαίνει στην επτά μηνών κόρη της τη χρήση της τουαλέτας.



ΚΑΜΠΕΡΑ. Την αποτυχία προγραμμάτων πρόληψης της εγκυμοσύνης, στα οποία έφηβα κορίτσια πρέπει να μάθουν να περιποιούνται διαδραστικές κούκλες μωρών, διαπιστώνει μεγάλη έρευνα στην Αυστραλία. Η μελέτη του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας αναφέρει ότι κορίτσια, τα οποία έχουν περάσει από προγράμματα με διαδραστικές κούκλες-μωρά, σχεδιασμένα ώστε να τους μάθουν τις δυσκολίες της μητρότητας, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να μείνουν έγκυοι ή να υποβληθούν σε άμβλωση.

Οι ερευνητές παρακολούθησαν κορίτσια σε 57 σχολεία της Δυτικής Αυστραλίας από την ηλικία των 13 και 15 ετών έως και τα είκοσί τους χρόνια. Μεταξύ των 2.800 κοριτσιών, που συμμετείχαν στην έρευνα από το 2003 έως και το 2006, τα 1.200 από αυτά επελέγησαν τυχαία για συμμετοχή σε προγράμματα «προσομοίωσης λοχείας», για τα οποία έλαβαν διαδραστικά, ηλεκτρονικά μωρά. Τα υπόλοιπα κορίτσια παρακολούθησαν συμβατικά σχολικά προγράμματα ενημέρωσης και πρόληψης της εγκυμοσύνης.

Η μελέτη έδειξε ότι το 8% των κοριτσιών του προγράμματος προσομοίωσης είχε γεννήσει τουλάχιστον μία φορά μέχρι το 20ό έτος της ηλικίας του, ενώ μόλις το 4% όσων παρακολούθησαν το συμβατικό ενημερωτικό πρόγραμμα είχε τεκνοποιήσει. Αντίστοιχα, ποσοστό 9% όσων κοριτσιών είχαν φροντίσει ηλεκτρονικό μωρό είχαν υποβληθεί σε άμβλωση, έναντι ποσοστού 6% όσων είχαν παρακολουθήσει το συμβατικό πρόγραμμα. Στο πρόγραμμα προσομοίωσης τα κορίτσια οφείλουν να φροντίσουν ηλεκτρονικό μωρό, το οποίο πεινάει, ζητεί αγκαλιά, πρέπει να αλλαχθεί και να παίξει με την εικονική του μητέρα.

«Είναι σαφές ότι το πρόγραμμα προσομοίωσης δεν λειτουργεί», είπε η επικεφαλής της έρευνας, δρ Σάλι Μπρίνκμαν.


ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/872862/article/epikairothta/episthmh/o-e3omoiwths-mwrwn-den-fovise-ta-nea-koritsia(accessed 5.9.16)

The secret to strong friendships? Interconnected memories



No man is an island: we act together, think together and even remember together. Elderly couples have interconnected memory systems, working together to deftly remember their shared past. New research in theJournal of Personal and Social Relationships shows that platonic friends see themselves similarly. In a sample of 216 students and online recruits, Nicole Iannone and colleagues found high agreement with items such as “my best friend and I can remind each other of things we know,” part of a scale measuring “transactive memory systems” – shared systems of recording, storing and recalling information. Ratings were even higher when participants were referring to friendships that were longer, more trusting or of a higher quality overall.

Gender had no effect on degree of interconnection, but seemed to shape the kind of interconnection. In a second study with 340 participants, same-sex friendships were more likely to have overlap in similar memory areas, such as both knowing a lot about movies, whereas mixed-sex friends had distinctive areas of expertise – suggesting a good team-up for a trivia night. The authors note that in their sample, memory interdependence was the single best predictor of friendship quality, more even than relationship length or a general measure of trust, raising the idea that putting faith in someone else to preserve your past is an important facet of long-term intimacy.

With a little help from your friend. Transactive memory in best friendships
SOURCE:

https://digest.bps.org.uk/2016/08/16/the-secret-to-strong-friendships-interconnected-memories/(accessed 5.9.16)