Tuesday 12 November 2013

Επαγγελματική εξουθένωση και φυσική δραστηριότητα


Με εφαλτήριο την πολιτικο-οικονομική και κοινωνική κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας, σήμερα επίκεντρό μας θα αποτελέσει το σύνδρομο της ‘Επαγγελματικής Εξουθένωσης’. 

Ένα σύνδρομο που μπορεί να αγγίξει όλους εμάς, άνδρες και γυναίκες, εργαζόμενους αλλά και φαινομενικά άνεργους –και εδώ αναφέρομαι σε όσους δηλώνουν στο επάγγελμά τους ‘οικιακά’, μπορεί να αγγίξει τα παιδιά μας, μαθητές ή και αθλητές. 

Τί είναι λοιπόν αυτό το σύνδρομο;

Ο όρος της επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout) προέρχεται από την αθλητική αργκό της δεκαετίας του 1930 στις ΗΠΑ ο οποίος περιέγραφε τους αθλητές που μετά από μεγάλες επιδόσεις δεν μπορούσαν πλέον να προσφέρουν τα αναμενόμενα σε αγωνιστικό επίπεδο. Ως σύνδρομο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1974 από τον Freudenberger, για την περιγραφή ενός συνόλου συμπτωμάτων που παρατήρησε στον εαυτό του και στην ομάδα των συναδέλφων του, δουλεύοντας ως ψυχίατρος σε μια κλινική αποτοξίνωσης. Παραλλήλισε την έννοια του όρου burnout με ένα κτίριο που έχει καταστραφεί από πυρκαγιά.

Ίσως ο πιο ευρέως αναφερόμενος ορισμός της επαγγελματικής εξουθένωσης είναι αυτός της ψυχολόγου Christine Maslach (1982):

«Η απώλεια ενδιαφέροντος για τους ανθρώπους με τους οποίους κάποιος εργάζεται, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής εξάντλησης και χαρακτηρίζεται από συναισθηματική εξάντληση όπου ο επαγγελματίας δεν έχει πλέον καθόλου θετικά αισθήματα συμπάθειας ή σεβασμού για τους πελάτες ή ασθενείς».



Που οφείλεται;

Το σύνδρομο αυτό είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας διαδικασίας. Η διαδικασία αυτή ξεκινάει με έντονο άγχος στην εργασία για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και καταλήγει σε μια γενικότερη σωματική και ψυχική εξάντληση και απογοήτευση. 

Το στρες γενικά και στο χώρο της εργασίας αναγνωρίζεται πλέον παγκοσμίως ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα υγείας που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι εργοδότες. Στατιστικά στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία (2003), έδειξαν πως το στρες καταλαμβάνει σταθερά τη 2η θέση στα σχετιζόμενα με την εργασία προβλήματα υγείας μετά τις μυοσκελετικές παθήσεις.

Ένας στους τρεις εργαζόμενους στην Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρούν το στρες ως το πιο σημαντικό πρόβλημα στο χώρο εργασίας τους. Το ποσοστό αντιστοιχεί σε 41 εκατομμύρια ευρωπαίους εργαζόμενους κάθε χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι εργαζόμενοι χάνουν εκατομμύρια εργάσιμες μέρες το χρόνο λόγω ασθενειών κάθε μορφής ενώ το ετήσιο οικονομικό κόστος υπολογίζεται στα 20 δις Ευρώ. 

Υπάρχουν πολλά μοντέλα που επιχειρούν να ερμηνεύσουν, να εξηγήσουν το φαινόμενο της επαγγελματικής εξουθένωσης. Τα περισσότερα επιχειρούν να ερμηνεύσουν το σύνδρομο υπό το πρίσμα μίας δυναμικής αλληλεπίδρασης μεταξύ ατόμου και περιβάλλοντος (Vachon, 1987). 


Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η επαγγελματική εξουθένωση οφείλεται κυρίως σε στρεσογόνες και δυσμενείς επαγγελματικές συνθήκες, όπως το ιδιαίτερα φορτωμένο πρόγραμμα, η έλλειψη αυτονομίας και εξουσίας, η ανεπαρκής ψυχολογική υποστήριξη και η αυταρχική διοίκηση του οργανισμού (Pines, 1986). 

Άλλοι πάλι ερευνητές τονίζουν τη σημασία των ατομικών παραγόντων, υποστηρίζοντας, ότι η επαγγελματική εξουθένωση εξαρτάται από τις προσδοκίες που ο επαγγελματίας έχει από τον ίδιο του τον εαυτό (Dekker & Schaufeli, 1995˙ Antoniou, 1999; Firth-Cozens & Payne, 1999).

1) ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ MASLACH (1982)

Στο μοντέλο αυτό αναδεικνύονται τρεις κύριες διαστάσεις του συνδρόμου, που αντιπροσωπεύουν και διαφορετικές κατηγορίες συμπτωμάτων. 


Η πρώτη διάσταση ονομάζεται 

«συναισθηματική εξάντληση».

Περιλαμβάνει αισθήματα ψυχικής και σωματικής κόπωσης, απώλεια ενέργειας και διάθεσης. 

Ένα π.χ. θα ήταν ένας γονέας ο οποίος αρχίζει να νιώθει για μεγάλο χρονικό διάστημα έντονο άγχος για τα παιδιά του. Αυτό το επίμονο άγχος φέρει «συναισθηματική εξάντληση» καθώς νιώθει κάθε ημέρα που ξυπνά ότι είναι σαν να έσκαβε μόνος του για μέρες και όλα γύρω του είναι σκοτεινά. Νιώθει σαν να τον έχουν ξεζουμίσει.

Για τη δεύτερη διάσταση της έχει επικρατήσει η χρήση του όρου

«αποπροσωποποίηση»,

με τον οποίο περιγράφεται η απομάκρυνση και αποξένωση του εργαζόμενου από τους ασθενείς/πελάτες του και η εγκαθίδρυση απρόσωπων, επιθετικών και κυνικών σχέσεων με αυτούς. 

Ο εξαντλημένος λοιπόν γονέας που είδαμε στο προηγούμενο στάδιο αρχίζει να αγνοεί τα παιδιά του αποφεύγει την επαφή μαζί τους και όταν αυτή είναι αναπόφευκτη μιλά αποδοκιμαστικά και επιθετικά.

Η τρίτη διάσταση ονομάζεται «έλλειψη προσωπικής επίτευξης» και αναφέρεται στην αίσθηση που αποκτά ο εργαζόμενος ότι είναι ανίκανος να προσφέρει στον χώρο εργασίας του και στην συνεπαγόμενη μείωση της απόδοσής του (Leiter & Maslach, 2005).

Στο στάδιο αυτό ο γονέας νιώθει ανάξιος και ανίκανος. Αρχίζει και εκφράζει με απογοήτευση πως δεν είναι καλός γονέας.



Το επόμενο μοντέλο μας δίνει μια καλύτερη εξήγηση της πορείας και της εξέλιξης του συνδρόμου αυτού. Πρόκειται για 

2) ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΩΝ EDELWICH & BRODSKY (1980)

Οι οποίοι περιέγραψαν μία σειρά από τέσσερα στάδια ανάπτυξης της επαγγελματικής εξουθένωσης, τα οποία ακολουθεί ο εργαζόμενος από την αρχή της καριέρας του. Συγκεκριμένα:

• Ο εργαζόμενος ξεκινάει την καριέρα του με ενθουσιασμό και συχνά με υπερβολικά υψηλούς στόχους. Υπερεπενδύει στην εργασία του, αφιερώνοντας το χρόνο και την ψυχή του, ενώ επίσης υπερεπενδύει στις σχέσεις που αναπτύσσει με τους ασθενείς του.
(Ένας νέος γιατρός που περνά από το νοσοκομείο να δει τους ασθενείς του ακόμα και όταν είναι εκτός υπηρεσίας. Ή ένας οποιοσδήποτε επαγγελματίας που προσφέρει τις υπηρεσίες του ακόμα και τα Σαββατοκύριακα και δε κλείνει ποτέ το κινητό του). 
Καθώς, όμως διαπιστώνει ότι το έργο που παράγει δεν ανταποκρίνεται στις δικές του προσδοκίες, απογοητεύεται.


•Τότε, λοιπόν, περνάει στο δεύτερο στάδιο.

Η εργασιακή καθημερινότητα διαψεύδει τις προσδοκίες του καθώς δεν καλύπτονται όλες οι ανάγκες του ως ‘άνθρωπος’ μέσα από την εργασία του –κάτι που δεν ήταν ρεαλιστικό εξ αρχής. 

Ο εργαζόμενος κατηγορεί τον εαυτό του για την αποτυχία και προσπαθεί ακόμη περισσότερο να επενδύσει στο επάγγελμά του, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα. Ελπίζει δηλαδή πως εάν δουλέψει και άλλες ώρες ή δεχτεί και άλλες επιθυμίες πελατών που παρεκκλίνουν από την καθιερωμένη πρακτική του, πως τότε τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. 


• Την αμφιβολία και αδράνεια διαδέχονται η απογοήτευση και ματαίωση. Ο εργαζόμενος βλέπει ότι οι προσπάθειές του να ολοκληρωθεί μέσα από την εργασία του ματαιώνονται και οδηγείται στην αποθάρρυνση και την απογοήτευση. Για να ξεφύγει από το αδιέξοδο πρέπει είτε να το πάρει απόφαση και να αναθεωρήσει τελικά τις προσδοκίες του 

(‘θα κλείνω το τηλ μου την Κυριακή και ας με ξαναπάρουν τη Δευτέρα’ ή ‘είμαι καλή μητέρα ακόμα και αν ζητάω βοήθεια για τα ψώνια ή λέω και όχι στα παιδιά’ ) είτε ο άλλος τρόπος είναι (αν και τις περισσότερες φορές δεν είναι εφικτός για πρακτικούς λόγους)να απομακρυνθεί από την εργασιακό του χώρο, από την πηγή δηλαδή του στρες.


• Στο τελευταίο στάδιο της επαγγελματικής εξουθένωσης, ο εργαζόμενος αποφεύγει κάθε υπευθυνότητα απέναντι στους άλλους, ενώ προσπαθεί να καταπολεμήσει μόνος του (συχνά όμως με μη ικανοποιητικούς τρόπους)την απογοήτευση και τη ματαίωση που του προκαλεί το επάγγελμά του. 

Γενικά φαίνεται πως η επαγγελματική εξουθένωση η οποία αποτελεί μια διαταραχή και όχι τον κανόνα, είναι το προϊόν από ένα συνονθύλευμα εργασιακών και προσωπικών καταστάσεων. 

Δηλαδή, παρά το γεγονός ότι κάποια από τα χαρακτηριστικά της τείνουν να επικρατήσουν σε στρεσογόνους και πιεστικούς εργασιακούς χώρους υπάρχουν κάποιοι παράγοντες της προσωπικής ζωής του ατόμου που μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτες είτε προς την κατεύθυνση της εξουθένωσης είτε προς την κατεύθυνση της ψυχικής ανθεκτικότητας.

Κάποιοι λοιπόν από τους παράγοντες που επηρεάζουν όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας είναι:

• υπερβολικές υποχρεώσεις με υπερβολική πίεση 

• ασαφές πλαίσιο καθηκόντων και αρμοδιοτήτων

• μη ανάλογη των καθηκόντων του ατόμου αμοιβή

• μη αναγνώριση της εργασίας του και έλλειψη συστηματικής ανατροφοδότησης για τη δουλειά του 

• αδυναμία ανταπόκρισης στις απαιτήσεις της εργασίας λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος ή κατάρτισης 
• μη ασφαλισμένη θέση εργασίας και φόβο ανεργίας, ιδιαίτερα σε άτομα με οικονομικά προβλήματα ή με πολλές οικονομικές υποχρεώσεις

• αίσθηση του ατόμου ότι δεν έχει επίδραση και έλεγχο σε σημαντικά ζητήματα σχετικά με τη δουλειά του

• μη ικανοποιητική επικοινωνία με συναδέλφους και προϊσταμένους

• συνεχής, παρατεταμένη πίεση χρόνου και μακρόχρονη εργασία χωρίς διακοπή 


Παράγοντες που μπορεί να αποτελέσουν το φιτίλι για να ξεσπάσει η φωτιά μπορεί να είναι:

Χαρακτηριστικά προσωπικότητας του ατόμου:

• άτομα που έχουν υπερβολικές απαιτήσεις από τον εαυτό τους και υψηλές προσδοκίες σχετικά με τη δουλειά ( ‘τελειομανείς’).

• άτομα που αγνοούν τα όρια της προσωπικής ανθεκτικότητας τους και των προσωπικών αναγκών

• όταν υπάρχει υπερβολική ανάγκη αναγνώρισης

• υπερβολική ταύτισή του με τη δουλεία του.



Συμπτώματα

Οι ψυχολόγοι ισχυρίζονται ότι η επαγγελματική εξουθένωση και επομένως τα συμπτώματά της δεν αποτελούν ένα βραχυπρόθεσμο πρόβλημα που ξεκινάει το πρωί της Δευτέρας και τελειώνει το μεσημέρι της Παρασκευής. Τα πρώτα σημάδια θα μπορούσαν να αναζητηθούν στην αυξανόμενη ανάγκη του ατόμου να αποδείξει την αξία του δουλεύοντας όλο και πιο σκληρά και παρατεταμένα, συχνά παραμελώντας τις ανάγκες του και τις διαπροσωπικές του σχέσεις. Η πίεση που βιώνει εμφανίζεται αρχικά στο σώμα του με συμπτώματα όπως: πονοκέφαλοι, γαστρεντερικά προβλήματα, δυσκολίες ύπνου, υπερένταση, σεξουαλική δυσλειτουργία, διαταραχές διατροφής και μυοσκελετικοί πόνοι (Tyler & Cushway, 1998; Cushway, 1992).

Η ευάλωτη αυτή σωματική υγεία του εργαζόμενου είναι δυνατόν να επηρεάσει και την ψυχολογική του υγεία, με κυρίαρχα συμπτώματα το έντονο στρες, συναισθηματική εξάντληση, έλλειψη ενδιαφέροντος, αρνητική/κυνική διάθεση, μειωμένη αυτοπεποίθηση, τύψεις, ενοχές, ευερεθιστότητα, αποξένωση, και ανία. Το συναίσθημα του μάλιστα κάποια στιγμή αμβλύνεται σε τέτοιο βαθμό που ξαφνικά γίνεται επίπεδο (το άτομο «δε νιώθει τίποτα»-μια εκπληκτική άμυνα του οργανισμού μας για δύσκολες συναισθηματικά καταστάσεις). Φυσικά αυτό γίνεται αντιληπτό από το περιβάλλον του, που αρχίζει τώρα να ζητά εξηγήσεις. 

Ο εξουθενωμένος εργαζόμενος τείνει να αποσύρεται για να αποφύγει τις συγκρούσεις και να αρνείται τα όποια προβλήματα. Ο φόρτος εργασίας μπορεί να αρχίσει να αποτελεί δικαιολογία για την απόσυρσή του από τις προσωπικές σχέσεις. Μέσα από μια σειρά αρνητικών αλληλεπιδράσεων το άτομο οδηγείται σε απόσυρση, ψυχοσωματικά προβλήματα, κατάθλιψη, ενώ είναι πιθανή η χρήση αλκοόλ και άλλων ουσιών και η εμφάνιση υπερφαγικών κρίσεων σε μια προσπάθεια πρόσκαιρης ανακούφισης των συμπτωμάτων. Όλα αυτά έχουν ως συνέπεια τη μείωση της παραγωγικότητας και την έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης που πυροδοτεί εκ νέου αρνητικά συναισθήματα, έλλειψη κινήτρου κ.ο.κ. (Griffith και συν.,1999).

Στην ουσία, τα συμπτώματα της επαγγελματικής εξουθένωσης αποτελούν

προειδοποίηση δυσλειτουργίας στην βιοψυχοκοινωνική υπόσταση του ατόμου που καλείται να αναθεωρήσει ορισμένες επιλογές και συνήθειες που έχει υιοθετήσει στην ζωή του.



Ποιους πλήττει; 

Γενικότερα φαίνεται πως το σύνδρομο αυτό αποτελεί κίνδυνο για ομάδες ανθρώπων που είναι εκτεθειμένοι σε συνθήκες μακροχρόνιου στρες. Στα πλαίσια του σύγχρονου τρόπου ζωής την όξυνση της οικονομικής κρίσης, ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού αναγκάζεται να παλέψει με το στρες της ανεργίας ή να αυξήσει τις ώρες εργασίας του ενώ οι απολαβές μειώνονται, με αποτέλεσμα να βιώνει μια στρεσογόνα καθημερινότητα. 


Έρευνες έχουν δείξει πως το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης είναι ιδιαίτερα συχνό σε όσους έρχονται σε καθημερινή επαφή με τον ανθρώπινο πόνο όπως γιατροί, νοσηλευτές, φυσιοθεραπευτές, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί (Jimmieson, 2000; Demir και συν., 2003). Ωστόσο υποφέρουν και επαγγελματίες οι οποίοι εργάζονται υπό συνθήκες μακροχρόνιου στρες. Μπορεί λοιπόν να αγγίξει συγγραφείς, αθλητές, φοροτεχνικούς, εκπαιδευτικούς, γονείς κ.α.. 


Πρόληψη και Αντιμετώπιση 

Το κλειδί για την καταπολέμηση της επαγγελματικής εξουθένωσης είναι να αναγνωρίσει κανείς τα συμπτώματα και να τα θεραπεύσει πριν ησυναισθηματική νέκρωση απλωθεί σε άλλες δραστηριότητες που απολαμβάνει ο άνθρωπος. Αυτό προϋποθέτει την έγκυρη διάγνωση.


Οι Maslach & Jackson (1986) υποστήριξαν ότι είναι δυνατό να αξιολογήσουμε τηνεπαγγελματική εξουθένωση των εργαζόμενων χρησιμοποιώντας τον Κατάλογο Επαγγελματικής Εξουθένωσης (Maslach Burnout Inventory (MBI), Maslach &Jackson, 1986), ο οποίος αποτελεί μια ευρέως χρησιμοποιούμενη κλίμακα και αξιολογεί τα ακόλουθα τρία βασικά στοιχεία: α) το βαθμό συναισθηματικήςεξάντλησης, β) τα επίπεδα αποπροσωποποίησης και γ) την αίσθηση μειωμένων προσωπικών επιτευγμάτων.


Η πρόληψη όπως και η αντιμετώπιση της επαγγελματικής εξουθένωσης μπορεί να επιτευχθεί και σε ατομικό αλλά και σε οργανωσιακό επίπεδο. Ιδανικά, πρέπει αντιμετωπίζεται και στα δύο επίπεδα παράλληλα κάτι το οποίο συμβαίνει στο εξωτερικό αλλά δυστυχώς κατά βάσει δε συμβαίνει στη χώρα μας. 

Και για τα δύο επίπεδα έρευνες έχουν δείξει πως βασικό κομμάτι και της πρόληψης αλλά και της αντιμετώπισης αποτελεί η φυσική δραστηριότητα του ατόμου. 

Έρευνες σε επαγγελματίες υγείας στον Ελλαδικό χώρο έχουν δείξει πως 4εις στους 10 εργαζόμενους βιώνουν μέτρια κ υψηλή επαγγελματική εξουθένωση. Τα αποτελέσματα αυτά είναι σε συμφωνία με αντίστοιχες έρευνες από τον ελληνικό αλλά και το διεθνή χώρο (Αλεκτορίδης 2003, Σιουρούνη, Θεοδώρου & Χονδρός, 2006; Firth-Cozens & Payne, 1999). Τα αποτελέσματα επίσης έδειξαν πως η δραστηριότητα των επαγγελματιών είναι ιδιαίτερα χαμηλή (6 στους 10),(Antoniou et al., 2003). Ομοίως, ο Τούντας, 2008 αναφέρει πως ένας στους δύο επαγγελματίες υγείας είναι υποκινητικοί και δεν ασκούνται καθόλου. Παρ’όλ’αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι επαγγελματίες με υψηλό επίπεδο φυσικής δραστηριότητας δεν είναι απαραίτητο ότι θα έχουν και χαμηλά επίπεδα επαγγελματικής εξουθένωσης. Η άσκηση λοιπόν από μόνη της δεν είναι αρκετή, αλλά πρέπει να είναι η βασική στρατηγική πρόληψης και αντιμετώπισής. 


Γενικά η δραστηριότητα και η άσκηση στην επίτευξη και διατήρηση της υγείας του ανθρώπου έχει αναγνωριστεί από πολλούς Διεθνείς Οργανισμούς. Η συμμετοχή σε φυσικές δραστηριότητες έχει θετικές επιδράσεις στη ψυχική υγεία του ανθρώπου αφού βοηθά στη καταπολέμηση του άγχους –της βάσης δηλαδή της επαγγελματικής εξουθένωσης-, της κατάθλιψης και της μοναξιάς. 

Συγκεκριμένα, έχει αποδειχτεί πως η άσκηση: (Boynton, 2005; Απόστολου, 2006) 
Ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα. 
Βοηθά στην ανάπτυξη γερών μυών και οστών κάτι που αφορά κυρίως στα παιδιά. 
Προωθεί σωστές διατροφικές συνήθειες που συμβάλλουν στην πολύ σημαντική πρόληψη ή τον έλεγχο της παχυσαρκίας. 
Προλαμβάνει διαταραχές στον ύπνο που με τη σειρά του οδηγεί σε κατάθλιψη και διάθεση για τροφική υπερκατανάλωση. Οι διαταραχές στον ύπνο εξαλείφουν τον ενθουσιασμό και την ενέργεια του οργανισμού που είναι απαραίτητα για τις καθημερινές δραστηριότητες. 

Πέρα από τα σωματικά υπάρχουν και πολλά ψυχικά οφέλη: 

Η άσκηση: 
Καταπολεμά το άγχος και την κατάθλιψη, επομένως συμβάλλει στην πρόληψη της εξουθένωσης. 
Βελτιώνει την αυτοπεποίθηση και την ικανότητα λήψης αποφάσεων 
Προσφέρει ευεξία 

Άλλα οφέλη συμπεριλαμβάνουν Προσωπικά-Κοινωνικά οφέλη: (Vygotsky; 2002; Απόστολου, 2006) 
Οι σωματικά δραστήριοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να έχουν μεγαλύτερη εγρήγορση, συμμετοχή και επιτυχία στο επάγγελμά τους. 
Η άσκηση καταπολεμά την δημιουργία και υιοθέτηση αρνητικών στερεοτύπων προς τα παιδιά. 
Οι ομαδικές αθλητικές δραστηριότητες εμφυσούν σημαντικές κοινωνικές αξίες, και συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ικανότητας για κοινωνική ενσωμάτωση και για δημιουργία υποστηρικτικών κοινωνικών σχέσεων που αποτελούν κρίσιμο παράγοντα πρόληψης της επαγγελματικής εξουθένωσης. 
Τέλος, βοηθά στη θετική και ευχάριστη απασχόληση που αποτελεί διάλειμμα από τις τριβές της καθημερινότητας. (Caccamo, 2009). 



ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

Γενικά, κάθε ένας από εμάς έχει διαφορετικό τρόπο να αντιμετωπίζει την επαγγελματική εξουθένωση όπως και κάθε άλλη κατάσταση που παρουσιάζεται στη ζωή. Έτσι λοιπόν το βασικό όπως αναφέραμε είναι το να αναγνωρίσουμε την ύπαρξή της και να κατανοούμε από πού προέρχεται. 

Στη συνέχεια, είναι σημαντικό να καθορίσουμε τους τομείς της ζωής και της εργασίας μας που μπορούμε οι ίδιοι να ελέγξουμε και για τους οποίους είμαστε εμείς υπεύθυνοι. Τότε, επιλέγουμε κάποια στρατηγική αντιμετώπισης που ταιριάζει περισσότερο με την κατάσταση μας.

Οι τρεις σημαντικότερες κατηγορίες στρατηγικών είναι:

· * Δραστηριότητες που μας αποσπούν την προσοχή από τα καθημερινά προβλήματα της εργασίας

Όπως η άθληση που αναφέραμε. 

 * Τεχνικές χαλάρωσης, όπως η γιόγκα, περίπατοι,(βλέπουμε κ εδώ λοιπόν το ρόλο της φυσικής δραστηριότητας) διαλογισμός, ασκήσεις ηρεμίας 
· Κάποιοι άλλοι από εμάς μπορεί να κρίνουν πως για να πολεμήσουν την εξουθένωση αποτελεσματικά πρέπει να κάνουν κάποιες * Αλλαγές στη συμπεριφορά τους,

όπως η βελτίωση των ικανοτήτων τους στην επικοινωνία, τη διαπραγμάτευση, την έκφραση των συναισθημάτων και την αποτελεσματική διαχείριση του χρόνου (όπως το να λέμε «όχι» όταν νιώθουμε πως δεν μπορούμε άλλο).


Μια ιδιαίτερα σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά μας είναι η αποδοχή στήριξης απ’ τους γύρω μας. Αυτή η στρατηγική ταλανίζει πολλούς από εμάς καθώς πιστεύουμε λανθασμένα βεβαίως πως αν ζητήσουμε βοήθεια αυτομάτως σημαίνει πως είμαστε αδύναμοι. Η αξία της κοινωνικής υποστήριξης είναι ανεκτίμητη, τόσο στην αντιμετώπιση του στρες και της έντασης όσο και στη γενική ευεξία των εργαζόμενων (Parkes και συν., 1969). Η υποστήριξη λοιπόν λειτουργεί προστατευτικά και θεραπευτικά πάνω στο άτομο. Τόσο η συχνότητα, όσο και η ποιότητα της υποστήριξης αποτελούν καθοριστικό παράγοντα της αποτελεσματικότητάς της. Είναι μάλιστα ιδιαίτερα σημαντικό ο επαγγελματίας να διαθέτει πολλαπλά υποστηρικτικά δίκτυα, έτσι ώστε να μην προσβλέπει στην αποκλειστική στήριξη ενός ατόμου (συνήθως του συντρόφου).


ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΕ ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ δηλ. στον ίδιο το χώρο της εργασίας μας.

Είπαμε πως δυστυχώς αυτού του είδους η αντιμετώπιση αιμορραγεί στη χώρα μας. Οι στρατηγικές για την αντιμετώπιση σε οργανωσιακό επίπεδο μπορούν να διαχωριστούν σε τρία επίπεδα παρέμβασης :

(1) το πρωτοβάθμιο επίπεδο αποβλέπει στη μείωση των πηγών έντασης που υπάρχουν ή μπορεί να υπάρξουν στο χώρο εργασίας. 
Για παράδειγμα, η συμμετοχική του εργαζόμενου στη λήψη αποφάσεων, ο προγραμματισμός, ο εμπλουτισμός της με συνεχή επαγγελματική εξέλιξη και άλλα κίνητρα, και οι αυτόνομες ομάδες εργασίας (Schafer, 1996˙ Karasek & Theorell, 1990).


(2)το δευτεροβάθμιο επίπεδο, αφορά στην εκπαίδευση για τη διαχείριση της επαγγελματικής εξουθένωσης. 

Δηλαδή, θα μπορούσαμε να προλάβουμε την επαγγελματική εξουθένωση ενημερώνοντας και εκπαιδεύοντας τους εργαζομένους μας ή τον εαυτό μας. Αυτό μπορεί να γίνει με εισαγωγή τεχνικών επίγνωσης και χαλάρωσης στο χώρο εργασίας, με την εισαγωγή της άσκησης και των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων όπως δραστηριότητες για σωστή οργάνωση χρόνου ή ανάπτυξης δεξιοτήτων για επίλυση προβλημάτων και καταστάσεων έντασης ή για καλύτερη προσαρμογή σε αλλαγές του επαγγελματικού περιβάλλοντος όπως πχ. Η σημερινή μείωση μισθών με παράλληλη αύξηση της εργασίας (Karasek & Theorell, 1990; Cartwright & Cooper, 1994; Quick και συν, 1997). 

Άλλος συμπληρωματικός τρόπος είναι η ύπαρξη Κλινικών εποπτειών

Έχει βρεθεί ότι οι κλινικές εποπτείες βοηθούν σε σημαντικό βαθμό τους επαγγελματίες να αναπτύξουν ικανότητες, γνώσεις και επαγγελματικές δεξιότητες χρήσιμες για την καριέρα τους (Darley, 1995). 

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το νοσηλευτικό προσωπικό όπως και οι ψυχολόγοι παρακολουθούν εδώ και πολλά χρόνια κλινικές εποπτείες, γεγονός που έχει τους έχει ωφελήσει ιδιαίτερα να αποκτήσουν ή να διατηρήσουν επαγγελματικές φιλοδοξίες και ενδιαφέροντα, στο να αποφορτίζονται, να μαθαίνουν ενώ παράλληλα έχει μειωθεί ο κίνδυνος για επαγγελματική εξουθένωση, διατηρώντας υψηλό το ηθικό και το επαγγελματικό τους ενδιαφέρον (Darley, 1995). 

(3) το τριτοβάθμιο επίπεδο παρέμβαση αφορά στον εντοπισμό των ατόμων που πάσχουν από επαγγελματικής εξουθένωσης. (Matteson & Ivancevich 1987˙ Travers & Cooper 1996). 

Αναφέρεται επίσης στις διαδικασίες ανάρρωσης όλων αυτών που πάσχουν, μέσω της παροχής υπηρεσιών συμβουλευτικής. Έχει εκτιμηθεί ότι αυτό είναι προτιμότερο από άποψη οικονομικού κόστους, ώστε να βοηθηθούν τα άτομα να εργαστούν ξανά παρά να συνταξιοδοτηθούν και να εκπαιδευτούν αντικαταστάτες (Mushet & Donaldson,2000).

Π.χ. Πολύ κοινή είναι στο εξωτερικό η Λειτουργία ομάδων ψυχολογικής υποστήριξης

Η οποία αφορά στην 

ανταλλαγή απόψεων των εργαζομένων, στην ανταλλαγή συναισθημάτων και αντιλήψεων σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στον εργασιακό τους χώρο, η αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων αντιμετώπισης των δυσκολιών, τρόπων κ.α. 

Επίσης, εκτός από τις ομάδες ψυχολογικής υποστήριξης, σε πολλές χώρες τα νοσοκομεία διαθέτουν τα Προγράμματα Στήριξης Εργαζόμενων Όπου έχουν ενσωματώσει τις συμβουλευτικές υπηρεσίες στα προγράμματα αντιμετώπισης των εργασιακών εντάσεων με στόχο να βοηθήσουν τους εργαζόμενους να αναγνωρίσουν και να αξιοποιήσουν δημιουργικά τις ικανότητές τους για την επίλυση των προβλημάτων που προκύπτουν στο χώρο της εργασίας, καθώς και να αντιμετωπίσουν ζητήματα που σχετίζονται με την καριέρα και την οικογένειά τους (Murphy, 1999). 


Οι υπηρεσίες που προσφέρουν αυτά τα προγράμματα συμπεριλαμβάνουν 

π.χ. Συμβουλευτική μέσω τηλεφώνου και μέσω διαδικτύου, Οικογενειακή στήριξη, Συμβουλευτική για την αντιμετώπιση νομικών ή οικονομικών προβλημάτων, Στήριξη σε σοβαρά ιατρικά προβλήματα (π.χ. AIDS, καρκίνος), Προετοιμασία για τη συνταξιοδότηση των επαγγελματιών υγείας κ.α.

Η αντιμετώπιση και οι τρόποι παρέμβασης γίνονται λοιπόν και σε ατομικό και σε οργανωτικό επίπεδο και διαφοροποιούνται ανάλογα την έγκαιρη ή μη αναγνώριση των συμπτωμάτων. Σε ατομικό επίπεδο μπορεί ο καθένας να δει και να αναρωτηθεί πού δίνει προτεραιότητα, πώς διεκδικεί αυτό που θέλει, αν και πώς μοιράζεται, τι στόχους βάζει, πώς δέχεται την αποτυχία και την επιτυχία, αν μπορεί να λέει «όχι». Σε οργανωτικό επίπεδο η βασική συντεταγμένη των παρεμβάσεων είναι η προσαρμογή της εργασίας στις ανθρώπινες ικανότητες αλλά και δυνατότητες. Βάσει και των δύο πάντως αποτελεί η σταθερή φυσική δραστηριότητα του ατόμου.

Συμπεραίνεται λοιπόν πως η επαγγελματική εξουθένωση είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο που αγγίζει πολλούς επαγγελματίες. Ο ρόλος της φυσικής δραστηριότητας στην πρόληψη και την αντιμετώπιση της είναι σημαντικός και συμπληρωματικός σε συνάρτηση και με άλλες παρεμβάσεις. Το επίπεδο φυσικής δραστηριότητας δε μπορεί από μόνο του να προλάβει ή να αποκαταστήσει την επαγγελματική εξουθένωση. Μπορεί όμως να αποτελέσει βασικό εργαλείο καταπολέμησης του άγχους και της έντασης, δρώντας ως προστατευτικός μηχανισμός ενάντια στις αντίξοες εργασιακές πιέσεις ενώ παράλληλα τονώνει το ηθικό και την παραγωγικότητα του ατόμου (Public Health Agency of Canada, 2004).


Πηγή:
Ίντα Ελιάου για ομιλία στο Σύλλογο Αντισφαίρισης Καστοριάς ‘Πρωτέας’,  19/10/13 υπό την αιγίδα του Δήμου Καστοριάς. 

No comments:

Post a Comment