Wednesday, 16 January 2013

Ψυχανάλυση και πολιτική: δύο ξένες γλώσσες

 

Προσεκτικός σε ζητήματα γλώσσας, ο Σίγκμουντ Φρόιντ, ιδρυτής της ψυχανάλυσης, φρόντισε να γράφει τη λέξη Πατέρας και Μητέρα με ένα κεφαλαίο Π και Μ, κάθε φορά που δεν εννοούσε τους πραγματικούς γονείς των διαφόρων περιστατικών του, αλλά κάποιους άλλους.

Τους φαντασιακούς γονείς, στους οποίους οι διάφοροι άνθρωποι, αναλυόμενοι και μη, ο καθένας από μας στα παιδικά του τουλάχιστον χρόνια, αποδίδουν υπερφυσικές διαστάσεις, δυνάμεις, αρετές και ελαττώματα. Ετσι, στα παιδικά μάτια το ταλαίπωρο ανθρωπάκι μπορεί να φαντάζει γίγαντας, η καλοκάγαθη αστή άγγελος ή μέγαιρα.

Ο αρχετυπικός Πατέρας και η Μητέρα θεωρούνται από τα μικρά και τα λιγότερο μικρά παιδιά τους τις πιο πολλές φορές πανίσχυροι, ανεξάντλητοι σε φυσικές και οικονομικές δυνατότητες, παντογνώστες και περίπου αθάνατοι. Και μεγάλο μέρος της δουλειάς ενός καλού ψυχαναλυτή είναι να βοηθήσει τον αναλυόμενο να κατανοήσει τις πραγματικές διαστάσεις των γονέων του, που ακόμα και αν θέλουν δεν μπορούν να απαγορεύσουν αλλά ούτε και να ικανοποιήσουν όλες του τις επιθυμίες. Το να περάσει κανείς από τη φαντασιακή εικόνα του Πατέρα και της Μητέρας σε αυτή των πραγματικών γονέων, μπορεί προς στιγμήν να βιωθεί σαν τραύμα και απογοήτευση. Ωστόσο, είναι ένα βασικό βήμα προς την ωρίμανση.

Τα πράγματα δεν διαφέρουν στο σημείο αυτό, όταν από το ατομικό περάσουμε στο συλλογικό επίπεδο. Το άτομο έχει συνήθως την τάση να προσδίδει υπερφυσικές δυνάμεις όχι ακριβώς στην πραγματική κοινωνία στην οποία ζει, αλλά στη φαντασιακή της εικόνα. Στη φαντασία πολλών, η κοινωνία, το κράτος, έχουν, ξέρουν και μπορούν τα πάντα. Και ο καθένας από εμάς μπορεί, σαν ανώριμο παιδί, να απαιτεί ή να φοβάται τα πάντα, πιστεύοντας ότι οι δυνατότητες, οι αποτυχίες και οι επιτυχίες του συνόλου είναι άσχετες από τη δική του ευθύνη και δράση. Και οι ίδιες οι ιδεολογικές τάσεις υπέρ ή κατά του κράτους και της κοινωνίας πολύ συχνά επηρεάζονται από αυτή την υπερτίμηση ή την υποτίμηση, καρπό όχι τόσο έλλογης κρίσης όσο ασυνείδητων παρορμήσεων.


Αν ωστόσο μια τέτοια συμπεριφορά είναι λίγο-πολύ αναμενόμενη από όποιον έμεινε ανώριμος, ο δύσκολος ρόλος των φυσικών ή των συμβολικών γονέων, όπως είναι αυτοί που κυβερνούν ένα κράτος, είναι να προσπαθήσουν να του εξηγήσουν την πραγματικότητα, έστω και αν έτσι ξεπέσουν από ινδάλματα σε απλούς ανθρώπους. Οταν δεν το κάνουν, προτιμώντας να διασώσουν μια ψευδή εικόνα επάρκειας, μπορεί να διατηρήσουν για περισσότερο ή λιγότερο καιρό τη δημοφιλία τους, αλλά τελικά θα οδηγήσουν το σπίτι, την κοινωνία και τον ίδιο τους τον εαυτό στην κατάρρευση.


Οι διαδοχικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα προτίμησαν να παραστήσουν τις παντογνώστριες και τις παντοδύναμες, αποκρύπτοντας από την κοινωνία τις δυσκολίες και τα προβλήματα. Παρέστησαν τις γενναιόδωρες, με χρήματα που έρχονταν όχι από την παραγωγή αλλά από εξωτερικές επιδοτήσεις και έθισαν τον λαό, παρά την πενία πολλών, να καταναλώνει όσα δεν έπρεπε, κλείνοντας παράλληλα τα μάτια ή ποντάροντας σε αυτούς που θησαύριζαν όπως δεν έπρεπε. Η θέση της Ελλάδας δεν θα ήταν σήμερα αυτή που είναι αν δεν είχε για δεκαετίες υπάρξει η κατάσταση αυτή της αμφίδρομης ανευθυνότητας ανάμεσα στην κορυφή και τη βάση της κοινωνίας.


Ο αγροτικός κόσμος, η κύρια παραγωγική δύναμη της χώρας, εισέπραξε τις τελευταίες δεκαετίες χρήματα, αλλά όχι και την απαραίτητη επαρκή καθοδήγηση για το τι έπρεπε να τα κάνει για να ενισχύσει μακρόπνοα τη θέση του και τη γενικότερη παραγωγικότητα της οικονομίας μας. Οπως και ο υπόλοιπος ελληνικός λαός, εθίστηκε στο να καταναλώνει άσχετα από το τι παρήγε. Και η μόνη δύσκολη λύση σε κάθε τομέα σήμερα, από την παιδεία μέχρι τον τουρισμό και την αγροτική παραγωγή, θα ήταν να βρεθούν όχι μόνον τα πανάκριβα δανεικά μιας ακόμα εξάρτησης για να κλείσουν οι τρύπες των Ταμείων, αλλά τα εναλλακτικά σχέδια που πρέπει να στηρίξουμε όλοι για να ανακάμψει μια κοινωνία, που αποδείχθηκε κάθε άλλο παρά παντοδύναμη. Η κυρία Μπατζελή, που δεν μοιάζει να έχει για τη γλώσσα τον καημό που είχε ο Φρόιντ, θα έκανε ένα μεγάλο καλό, αν αποφάσιζε να μιλήσει με τους αγρότες, έστω και σε ιδιόμορφα ελληνικά, την απαιτητική γλώσσα της αλήθειας.



Πηγή:


No comments:

Post a Comment