Όλοι γνωρίζουμε τουλάχιστον τρία ήδη
οικογενειών κ επομένως ένα τεράστιο εύρος δυσκολιών κ προβλημάτων που μπορεί να
εμφανιστούν σε μια οικογένεια. Όλοι έχουμε μια εικόνα της δικής μας
οικογένειας, της δικής μας πατρικής οικογένειας, της οικογένειας του συζύγου,
του φίλου ή του συγγενή. Επομένως, έχουμε ήδη πάρα πολύ γνώση σε σχέση με την
ποικιλία, την ένταση που μπορεί να έχουν οι οικογενειακές εντάσεις. Έχουμε γνώσεις
σχετικά με τις διάφορες λύσεις στα προβλήματα και τους διαπληκτισμούς, ή
τρόπους αντίδρασης σε αυτούς.
Στόχος λοιπόν δεν αποτελεί η παροχή λύσεων
ή απαντήσεων σχετικά με όλα τα πιθανά προβλήματα που μπορεί να έχει η κάθε
διαφορετική οικογένεια, αλλά ούτε και η συζήτηση πάνω σε ιδιαίτερους τύπους
οικογενειών όπως οικογένειες όπου υπάρχει σωματική ή/ και σεξουαλική κακοποίηση
-φαινόμενο δυστυχώς πολύ συχνό στις μέρες μας-, ή οικογένειες όπου υπάρχει
εθισμός σε κάποια ουσία. Καταστάσεις οι οποίες σίγουρα χρίζουν διαφορετικής,
επαγγελματικής αντιμετώπισης. Θα αναφερθούμε στη μέση οικογένεια και θα
επιχειρήσουμε να αναλογιστούμε κάποια ενδεικτικά παραδείγματα ώστε να
προβληματιστούμε.
Σίγουρα γνωρίζετε πόσο πολύ
επηρεάζετε η ψυχοσύνθεση των παιδιών όταν ζουν σε ένα περιβάλλον εχθρικό όπου
οι γονείς τους καβγαδίζουν διαρκώς. Ίσως αξίζει να ρωτήσετε τον εαυτό
σας: Πώς επηρεάζεται ένα παιδί όταν οι γονείς του μαλώνουν συνέχεια; Πώς
επηρεάζεται το παιδί μου; Ή πώς επηρεαζόμουν εγώ όταν μάλωναν οι δικοί μου;
Πολλά παιδιά γύρω αντιμετωπίζουν ποικίλες
δυσκολίες. Προβλήματα κοινωνικοποίησης, προβλήματα με τον ύπνο και τη διατροφή
τους, επιπλήξεις τα ίδια αλλά και οι γονείς τους για την επιθετική ή βίαιη
συμπεριφορά τους. Έχουν ακούσει να εκφράζονται ανησυχίες για τη μοναχικότητά
τους και την καταθλιπτική τους συμπεριφορά ή αντίστοιχα οι γονείς
πανικοβάλλονται σε ένα αδιέξοδο ως προς την αναζήτηση βοήθειας για τα παιδιά
τους που διακατέχονται από αγχωτικές διαταραχές, φοβίες ή υποφέρουν λόγω της
απομόνωσης, χαμηλής αυτοεκτίμησης, και ως φυσική απόρροια όλων αυτών, της
χαμηλής απόδοσης και στο σχολείο, η οποία δυστυχώς
συνήθως καταλήγει σε χαμηλή απόδοση και μετέπειτα στον κοινωνικό τους περίγυρο,
(Cummings & Davies, 1994; Barrera, Li, & Chassin, 1995; Jenkins & Smith, 1990, 1991; Peterson & Zill, 1986). Όλα αυτά στην συντριπτική πλειοψηφία των
περιπτώσεων, αποτελούν ενδείξεις ή μάλλον αποδείξεις της μεγάλης επιρροής που
έχουν οι γονεϊκοί καβγάδες στην ψυχοσύνθεση των παιδιών τους. Όλα αυτά τα
συμπτώματα αποτελούν τη ‘φωνή’ των παιδιών
που προσπαθούν να ακουστούν και επειδή δεν ακούγονται υποσυνείδητα προσπαθούν
να δείξουν στους γονείς πόσο πολύ επηρεάζονται από αυτό που ζούνε και που
σίγουρα δεν τους αρέσει.
Γιατί η συνεχόμενη ένταση στο σπίτι φέρει τέτοιες
δραματικές επιπτώσεις στα παιδιά;
Πολύ απλά γιατί τα παιδιά
μαθαίνουν από τους γονείς, (Block, Block & Morrison 1981; Mechanic & Hansell 1989). Η οικογένεια αποτελεί το
πρώτο περιβάλλον του παιδιού, που σημαίνει πως από εκεί αντλεί τα πρώτα του
ερεθίσματα το παιδί, και σε αυτή φυσικά στέλνει τα πρώτα του μηνύματα όσων
αφορά τις οργανικές αλλά και τις ψυχολογικές του ανάγκες (πεινάω, διψάω, είμαι
στεναχωρημένος, φοβισμένος, νιώθω μοναξιά).
Άλλωστε, κάθε σχέση ενήλικα με παιδί είναι μια
παιδαγωγική σχέση. Ακόμα και όταν παίζουμε, τρώμε, μιλάμε με ένα παιδί πάντα
κρατάμε ένα παιδαγωγικό ρόλο απέναντί του είτε το θέλουμε, είτε όχι. Η
παιδαγωγική αυτή σχέση στηρίζεται στην επικοινωνία, (που είναι είτε αυτά που
λέμε στο παιδί ευθέως, είτε αυτά που ακούει να λέμε στους άλλους είτε αυτά που
βλέπει το παιδί). Έτσι λοιπόν, ο τρόπος λειτουργίας της γονικής σχέσης περνάει
εκπαιδευτικά μηνύματα στο παιδί καθώς είναι αυτή η οποία δημιουργεί το βασικό
περιβάλλον μέσα στο οποίο καλείται να μεγαλώσει. Είναι αυτή που δημιουργεί τις
κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη του ή το αντίθετο. Εάν η σχέση των γονέων
στηρίζετε στην αναγνώριση, την επικοινωνία, τον σεβασμό του ενός από τον άλλον,
τότε το μήνυμα που παίρνει το παιδί είναι πως υπάρχει ασφάλεια –επομένως
δε χρειάζεται να φοβάται, μπορεί για π.χ. να κοιμάται άνετα κ ήρεμα το βράδυ-.
Το παιδί καταλαβαίνει πως υπάρχει εμπιστοσύνη και έτσι νιώθει άνετα να
ανταποκριθεί στο περιβάλλον του και να απαντήσει ανάλογα σε αυτό το περιβάλλον
με τον τρόπο του. Ξεδιπλώνοντας τις ικανότητες του, δείχνοντας τις δυνατότητές
του, παίζοντας και διερευνώντας. Το παιδί δεν φοβάται και έτσι ανοίγεται. Αντίθετα,
εάν η σχέση των γονιών στηρίζεται στη μόνιμη ένταση, στην απόρριψη, στην
υποταγή, τότε το μήνυμα που παίρνει το παιδί είναι πως ζει σε ένα περιβάλλον
επικίνδυνο, εχθρικό, επώδυνο, ενοχικό. Έτσι το παιδί απαντάει σε αυτά τα
ερεθίσματα διαστρεβλώνοντας την εξέλιξη, την έκφραση και την αυτονόμηση του
ώστε να μην εκτεθεί περισσότερο στο περιβάλλον του και κινδυνέψει ή βάλει
κάποιον από τους γονείς σε κίνδυνο. Το παιδί φοβάται, ντρέπεται, νιώθει ενοχές
και έτσι μπορεί να γίνει επιθετικό (δηλαδή να προσπαθήσει να μιλήσει ‘τη
γλώσσα’ των γονιών του με το να τους μιμηθεί) ή αλλιώς μαζεύεται, συρρικνώνετε,
αποτραβιέται, κλείνεται στο καβούκι του.
Πώς γίνετε να μαθαίνουν τα παιδιά ακόμα κ όταν οι
γονείς μαλώνουν;
Τα παιδιά μαθαίνουν διαρκώς.. Δεν
έχουν αναπτύξει ακόμα την κριτική τους αντίληψη για να μπορούν να διαχωρίσουν
τι είναι καλό κ τι κακό μέσα στην οικογένεια, -την οποία αργότερα χρησιμοποιούν
ως σημείο αναφοράς για να κρίνουν τι είναι καλό ή κακό έξω από την οικογένεια.
Μαθαίνουν λοιπόν με διάφορους τρόπους, όπως μέσω: (Emery, 1982; Amato, Spencer & Booth 1995; Katz & Gottman 1993; Morrison Coiro & Blumenthal 1994) :
- της
μίμησης. - Όταν οι γονείς μαλώνουν ή βρίσκονται σε ένταση συνέχεια, το
παιδί συμπεραίνει πως έτσι είναι οι κοντινές σχέσεις κ υιοθετεί
αντίστοιχους ρόλους κ στις δικές του σχέσεις μετέπειτα- Δηλαδή, οι ρόλοι
των γονέων εσωτερικεύονται από τα παιδιά.
- τα
παιδιά μαθαίνουν μέσω της άμεσης διαπαιδαγώγησης από τους γονείς τους.
Όταν οι γονείς είναι απασχολημένοι με τους δικούς τους καβγάδες δεν
αντιμετωπίζουν με σταθερούς τρόπους το παιδί αλλά εμφανίζουν ανισόρροπη
συμπεριφορά π.χ. Άλλες φορές είναι πολύ αυστηροί και άλλες πολύ ελαστικοί.
Τα παιδιά μαθαίνουν σε ένα ασταθές περιβάλλον με διπλά ή και αντιφατικά
μηνύματα. Καταλήγουν να αισθάνονται μπερδεμένα και με την ιδέα πως τελικά
μπορούν να κάνουν ή να τους κάνουν οι άλλοι ό,τι θέλουν ανάλογα με τη
διάθεση.
- Τα
παιδιά μαθαίνουν ακόμα μέσω της συναισθηματικής απομάκρυνσης των γονέων
τους από εκείνα, καθώς ο απόηχος των συνεχών καβγάδων μπαίνει στη μέση. Τα
παιδιά μένουν μόνα και αναγκάζονται μόνα να αντιμετωπίσουν τους δικούς
τους δράκους.
- Τέλος,
η μόνιμη ένταση στο σπίτι κλονίζει την γενικότερη αίσθηση ασφάλειας τους,
και το σπίτι τους καταλήγει να αποτελεί μόνιμη πηγή άγχους.
Αυτό που πρέπει να θυμόμαστε είναι
πως οι διαφωνίες κ οι συγκρούσεις μέσα σε μια οικογένεια γίνονται προβληματικές
όταν μετατρέπονται σε μια μόνιμη
κατάσταση. Διότι αλλιώς, οι διαφωνίες κ οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτο αλλά κ απαραίτητο κομμάτι του οικογενειακού βίου. Είναι απαραίτητο
κομμάτι καθώς καθιστά αφορμή για να γνωρίζει ο ένας τον άλλο καλύτερα, να
δουλεύουνε τα μέλη της οικογένειας μαζί και να επενδύουν στις μεταξύ τους
σχέσεις. Μόνο έτσι εμπλουτίζεται η οικογενειακή ζωή και οι σχέσεις μεταξύ των
μελών της οικογένειας, – οι σχέσεις του ζευγαριού αρχικώς, ενισχύονται. Από την
άλλη είναι ένα αναπόφευκτο κομμάτι καθώς το ζευγάρι αποτελείται
από δύο διαφορετικούς ανθρώπους που αναπόφευκτα μοιάζουν και συμφωνούν σε
κάποια θέματα μα διαφέρουν κ διαφωνούν σε κάποια άλλα.
Οι συγκρούσεις μεταξύ του ζευγαριού,
όντας η συνιστώσα δύο διαφορετικών ανθρώπων, μπορεί να αφορούν:
- Έλλειψη
κοινών ονείρων κ στόχων (ενώ ξεκινάει το ζευγάρι με κοινά όνειρα
ένας από τους δύο στην πορεία αλλάζει κ επομένως αλλάζουν κ οι στόχοι του,
ή ένας από τους δύο μένει προσκολλημένος κ δεν εξελίσσεται). Έτσι το χάσμα
μεταξύ τους μεγαλώνει και μπορεί να επιφέρει πολλές αφορμές για
συγκρούσεις.
- Μπορεί
να επικρατεί ένα δυσλειτουργικό σύστημα επικοινωνίας (όταν η επικοινωνία
δεν είναι ουσιαστική αλλά επιφανειακή με αποτέλεσμα να μην λύνονται οι
διαφωνίες κ να ανακυκλώνονται με κάθε αφορμή)
- Δυσκολία
στη μετάβαση από μια φάση της ζωής σε μια άλλη (όπως η μετάβαση από τη ζωή
χωρίς παιδιά, στη ζωή με παιδιά, ή η είσοδος παιδιών στο πανεπιστήμιο,
συνταξιοδότηση κ.α. δηλ. κάθε φορά που αλλάζει ο ρόλος του ενός ή κ των
δύο γονέων στην οικογένεια, αναθεωρείται και η μεταξύ τους σχέση και έτσι
εντάσεις και διαφωνίες είναι αναπόφευκτες)
- Επίσης,
μπορεί να έρθουν στην επιφάνεια ανά διαστήματα δυσκολίες σε θέματα
οργάνωσης της ενήλικης ζωής (Π.χ. Υπάρχει διαφορετική ανάγκη για αυτονομία
και προσωπικό χρόνο για τον κάθε σύντροφο σε διαφορετικές περιόδους της
ζωής)
- Ατελείωτη
ιστορία ενός συντρόφου (αναφέρεται στις συγκρούσεις που προκύπτουν όταν ο
ένας σύντροφος δεν μπορεί να παραιτηθεί από παλιές συνήθειες κ να
προσαρμοστεί κ να αποκτήσει νέες συνήθειες, οικογενειακές)
- Ισορροπία
στο δούναι κ λαβείν (καθώς πλέον έχει καταντήσει να επικρατεί το δούναι ή
λαβείν, όπου ο ένας σύντροφος δίνει και ο άλλος παίρνει, κάτι που οδηγεί
στην κούραση ακόμα και στην κατάθλιψη αυτού που δίνει διαρκώς, αντί να
υπάρχει αμοιβαία συνεισφορά που οδηγεί σε ψυχική αναγνώριση κ ισορροπία
στο ζευγάρι )
- Εντάσεις
στη σημερινή κοινωνία μπορεί να φέρει το μπέρδεμα σε γυναικείο κ αντρικό
ρόλο (όταν εργάζονται κ οι γυναίκες, δυσκολεύει η κατανομή των
οικογενειακών εργασιών και περιπλέκονται οι ρόλοι)
- Διαφωνίες
μπορεί να φέρουν επίσης, οι σχέσεις με τρίτους (όταν δηλαδή στην
οικογένεια επεμβαίνουν 3α άτομα είτε είναι η οικογένεια
καταγωγής, φίλοι ή ερωτικοί σύντροφοι. Πόσο ιδιαίτερο χρόνο κ χώρο έχει η
οικογένεια που τη διαφοροποιεί από τις άλλες σχέσεις; Ποιοι είναι εκείνοι
που παίρνουν τις οικογενειακές αποφάσεις και κατά πόσο υπάρχουν ή επεμβαίνουν
τρίτα άτομα;)
- Κατανομή
εξουσίας μεταξύ των συντρόφων (Υπάρχουν μόνιμοι, καθορισμένοι ρόλοι όπου
ένας έχει την εξουσία κ ο άλλος υποτάσσεται; Υπάρχει διαρκής ένταση χωρίς
κατανόηση κ συνεννόηση; Υπάρχει συνεχής συζήτηση και διαπραγμάτευση για να
προσαρμοστεί η εξουσία ανάλογα με τις ανάγκες που δημιουργούνται;)
- Τέλος,
ένταση μπορεί να αναδυθεί και από τη διαπραγμάτευση
‘μοναχικότητας-συντροφικότητας’ (μέσα και έξω από την οικογενειακή σχέση.
π.χ. Ο σύζυγος μπορεί να έχει περισσότερο ανάγκη να βλέπει τους φίλους του
ενώ η σύζυγος να βρίσκεται με τον άντρα της)
Βλέποντας λοιπόν μερικούς μόνο από
τους λόγους που μπορεί να έρθουν σε διαφωνία δύο γονείς, κατανοούμε πως το
ζήτημα δεν είναι να μην μαλώνουμε αλλά το πως να το διαπραγματευόμαστε. Να
βλέπουμε τις καταστάσεις και με άλλα μάτια αντί να προσκολλάμε σε μια εκδοχή
της κατάστασης. Η διαπραγμάτευση των
διαφωνιών μας, ώστε να επιλύονται κ να μην ανακυκλώνονται, είναι αναγκαία καθώς
μόνιμοι και επαναλαμβανόμενοι καβγάδες είναι αυτοί που φέρουν δραματικές
επιπτώσεις όχι μόνο στα παιδιά, στα οποία μας βολεύει να επικεντρωνόμαστε, αλλά
και σε κάθε μέλος της οικογένειας. Κάτι που συνήθως επιλέγουμε να αποφύγουμε,
μετατοπίζοντας το βάρος αλλού και αφήνοντας άλλους και στη συγκεκριμένη
περίπτωση τα παιδιά μας να ταλανίζονται στον ατέρμονο αγώνα για να καταφέρουν
να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Κάτι που φυσικά ποτέ δεν θα καταφέρουν γιατί
δεν είναι δική τους αλλά δική μας δουλειά.
Αντιλαμβανόμενοι λοιπόν τη σοβαρότητα και την
σημαντικότητα των μόνιμων κ συνεχόμενων γονεϊκών καβγάδων στην ψυχοσύνθεση του
παιδιού,
Ας φανταστούμε λοιπόν την οικογένεια
η οποία αποτελεί ένα σύστημα, ως ένα αυτοκίνητο με τέσσερις ρόδες. Όσο όλες οι
ρόδες του αυτοκινήτου κοιτούν μπροστά το αυτοκίνητο κινείται με μηδέν δυσκολία.
Εάν όμως έστω κ μια ρόδα ξεφουσκώσει ή γυρίσει στο πλάι τότε το σύστημα του
αυτοκινήτου έχει πρόβλημα. Μπλοκάρει. Έτσι και στο σύστημα της οικογένειας το κάθε
μέλος επηρεάζει κ επηρεάζεται από τα υπόλοιπα μέλη με τον ίδιο τρόπο. Δυσκολία
στο ένα μέλος του συστήματος μπλοκάρει το όλο σύστημα.
Πώς επανέρχεται η ισορροπία;
Εφόσον η οικογένειά είναι Σύστημα όπου τα μέλη της αλληλοεξαρτώνται
δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε ένα μονάχα μέλος της για το μπλοκάρισμα.
Καθώς ο αδιάφορος σύζυγος ή το επιθετικό παιδί αποτελούν μονάχα μέρος του
συστήματος. Έτσι δεν μπορούμε να τους δούμε μεμονωμένα. Δεν μπορούμε να
μιλήσουμε για ένα προβληματικό παιδί αλλά για την ύπαρξη ενός προβλήματος στο
οικογενειακό σύστημα μέρος του οποίου είναι το παιδί.
Ο τρόπος λοιπόν για να επανέλθει η ισορροπία είναι να
παρατηρήσουμε τη συμβολή του καθενός μας σε έναν οικογενειακό καβγά όπου η
αντίδραση του ενός μέλους τρέφει αυτήν των άλλων. Ας φανταστούμε το Κώστα και
την Ελένη. Ο σύζυγος χαρακτηρίζεται ως: απών είτε
συναισθηματικά είτε σωματικά καθώς είναι εργασιομανής και περνά ώρες στη
δουλειά την οποία φέρνει και στο σπίτι. Απόμακρος, ματαιοτικός, με τάση να
αποφεύγει τη συζήτηση για τη σχέση τους. Η σύζυγος από την άλλη εμφανίζεται:
γκρινιάρα με το σύζυγο, θυμωμένη, πληγωμένη, έτοιμη για καβγά. Πολλές φορές
είναι σαν να τον προκαλεί για καβγά κυνηγώντας τον για να μιλήσουν. Υπάρχει φυσικά
και η σχέση του ζευγαριού: παντρεύτηκαν από παράφορο έρωτα. Έζησαν χρόνια
όμορφα και έχουν πολλά να θυμούνται. Υπήρχε κατανόηση κ κοινά όνειρα.
Σε μια τέτοια κατάσταση
αντιλαμβανόμαστε πως δημιουργείται ένας βίαιος χορός
μεταξύ του ζευγαριού. Ο καθένας από τη δική του οπτική γωνία έχει δίκιο και
κατηγορεί τον άλλο. Ποιος φταίει; Ο σύζυγος γίνεται εργασιομανής και
ματαιοτικός επειδή η γυναίκα του είναι γκρινιάρα, θυμωμένη, έντονη και
επαναλαμβανόμενη ή η σύζυγος είναι έτσι επειδή ο άντρας της είναι εργασιομανής
και ματαιοτικός;
Από μελέτες, φανερώνεται
πως η συμπεριφορά ενός μέλους της οικογένειας έχει άμεση σχέση με την
συμπεριφορά του άλλου μέλους, σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρούμε την συμπεριφορά
τους σαν ένα σύνολο όπου η μία συμπεριφορά συμπληρώνει την άλλη. Πρέπει λοιπόν να
δούμε κάτω από την επιφάνεια. Δεν είναι ένα πρόβλημα που έχει είτε ο ένας είτε
ο άλλος. Δε φταίει ο ένας ή ο άλλος. Είναι ένα πρόβλημα που δημιουργείται
μεταξύ τους και συμβάλλουν και οι δύο στο να διατηρηθεί. Παρασύρονται από τα
δικά τους μεμονωμένα συμπεράσματα και αντιδράσεις και έτσι το αληθινό πρόβλημα δε μιλιέται. Κανένας από τους δύο δεν μιλά
στον άλλο για το πώς νιώθει όταν π.χ. απουσιάζει ο άλλος από το σπίτι παρά θυμώνει
και ξεσπά στον άλλο που λείπει. Έτσι οι ίδιοι καβγάδες επαναλαμβάνονται συνεχώς.
- Μπορεί να υπάρχει οικονομική δυσκολία και να εργάζεται πολύ ο Κώστας
και να θυμώνει με τη γυναίκα του την Ελένη, που δεν αναγνωρίζει και δεν εκτιμά
τη δουλειά του. Μπορεί να αισθάνεται ότι δεν τον θέλει η Ελένη στο σπίτι ή
ότι τον εκτιμά μόνο όταν είναι αναγνωρίσιμος στη δουλειά του ή θέλει να
της προσφέρει ό,τι μπορεί γιατί έτσι πιστεύει ότι θα είναι ευτυχισμένη και
δεν θα τον αφήσει...καταλήγοντας να νιώθει πως είναι ανίκανος και άχρηστος
που την απογοητεύει συνεχώς, καθώς παράλληλα τη θεωρεί αχάριστη.
- Απ’ τη μεριά της η
Ελένη μπορεί να πιστεύει πως ο άντρας της προτιμά να δουλεύει παρά να
είναι με εκείνη ή ότι ερωτεύτηκε άλλη ή ότι άλλαξε γνώμη και δεν θέλει πια
οικογένεια ή ότι δεν είναι αρκετά καλή για εκείνον κ.α. και έτσι θυμώνει
μαζί του και με τη συμπεριφορά της τον ωθεί να λείπει ακόμα περισσότερο.
Όλη η σχέση τους -με τις
πολλές πτυχές, τα πολλά χαρακτηριστικά της που την κάνουν διαφορετική απ' όλες
τις άλλες σχέσεις- καταλήγει να φοράει μια μόνο φορεσιά, αυτή της
έντασης, ξεχνώντας όλα τα άλλα στοιχεία της. Η βάση του ζευγαριού πλέον είναι η
αντίδραση του ενός στην αντίδραση του άλλου, και όχι η συζήτηση και η
διαπραγμάτευση αυτών που πραγματικά τους απασχολεί. Η οπτική του καθενός έτσι, εγκλωβίζεται
και δεν μπορούν να δουν όλη την εικόνα, όπου υπάρχει η ιστορία τους, ο έρωτάς
τους, η επικοινωνία που κάποτε είχαν άρα βρίσκεται εκεί κάπου σε χειμερία
νάρκη.
Ας φανταστούμε τώρα δύο γονείς για άλλη μια φορά καβγαδίζουν μπροστά στο
παιδί τους. Στο τέλος η μητέρα φεύγει από το σπίτι αφήνοντας σύζυγο και παιδί
μόνους. Ο σύζυγος συνεχίζει να κατηγορεί και να κακολογεί τη μητέρα στο παιδί. Εδώ
αξίζει να αναρωτηθούμε:
-Πώς μπορεί να αισθάνεται
η μαμά που φεύγει; Γιατί φεύγει; Γιατί φεύγει με αυτόν τον τρόπο; Γιατί δεν
κάνει κάτι να λυθεί η παρεξήγηση; Φαίνεται πως φεύγοντας αυτό που ουσιαστικά
κάνει η μητέρα είναι να βγάζει και σωματικά τον εαυτό της από τη δύσκολη
κατάσταση. Αφήνει το κενό. Τη σιωπή της να κυριαρχήσουν και να λύσουν το
πρόβλημα
-Πώς αισθάνεται ο σύζυγός
της που μένει πίσω; Νιώθει παραμέληση; Γιατί δεν κάνει κάτι; Φαίνεται πως και ο
σύζυγος με τον τρόπο του βγάζει τον εαυτό του από την κατάσταση αρχίζοντας να
κατηγορεί την απούσα σύζυγο η οποία δεν μπορεί καν να απαντήσει, τοποθετώντας
το πρόβλημα –και στα μάτια των παιδιών του- στη σύζυγο, ενώ εκείνος μένει
αμέτοχος.
Και οι δύο οι σύζυγοι
έχουν κατεβάσει τα ρολά τους και αρνούνται και οι δύο πεισματικά να ακούσουν ο
ένας τον άλλον. Απλά θέλουν να περάσει το δικό τους και έτσι ως επαναστάτες
απλά αντιδρούν. Ο ένας αντιδρά πάνω στην αντίδραση του άλλου.
-Πώς αισθάνεται το παιδί
που παρακολουθεί;
Δυστυχώς τα παιδιά
καταλήγουν να γίνονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι. Ξαφνικά την άλλη μέρα στο
σχολείο η σκέψη τους θα είναι στη σχέση των γονιών τους. Μπορεί ν αποτραβηχτούν
για να σκεφτούν πως θα βοηθήσουν, μπορεί να ξεσπάσουν το θυμό τους χτυπώντας
κάποιο παιδάκι, μπορεί να κάνουν φασαρία μήπως και ο δάσκαλος μιλήσει στους
γονείς και του δώσουν λίγη προσοχή ξεχνώντας τα προβλήματά τους, μπορεί να πάει
αδιάβαστος ή άρτια διαβασμένος για να καταφέρει να τραβήξει την προσοχή τους.
Ό,τι και να κάνει όμως το παιδί η προσοχή όλων θα στραφεί στο δικό του
'υποτιθέμενο' πρόβλημα. Το πρόβλημα μοναχικότητας ή θυμού ή αντιδραστικότητας
κ.α. Όταν το ουσιαστικό πρόβλημα του παιδιού είναι ότι οι γονείς του όλο
μαλώνουν.
Επιπλέον το παιδί
καλείται να απολογηθεί για το 'υποτιθέμενο' πρόβλημα που έχει αντί να
απολογηθούν και να ζητήσουν συγνώμη οι γονείς του από εκείνο που του προκαλούν
τέτοια ένταση, τέτοιο άγχος, τέτοιο τρόμο και απόγνωση, στα χρόνια της ζωής του
που θα έπρεπε να είναι τα πιο ανέμελα χρόνια γεμάτα παιχνίδι, προσοχή από τους
γονείς, αγάπη, ξεγνοιασιά. Το πρόβλημα σε αυτό το σημείο λοιπόν, έχει
μετατοπιστεί από το ζευγάρι στο παιδί. Το παιδί μετατρέπεται σε ένα λανθάνον
πρόβλημα το οποίο το πνίγει.
Αυτό που μπορούμε να παρέχουμε στα
παιδιά είτε είμαστε μέλη της οικογένειας ή δάσκαλοι ώστε να καταφέρουν να
επιβιώσουν αυτών που περνούν, είναι στήριξη
που σημαίνει κατανόηση, διάθεση για κατανόηση και επικοινωνία, ευκαιρία να
εκφράσουν τα συναισθήματά τους –παιχνίδι, τέχνη, γραφή, συζήτηση κ.α.- και πολύ
αγάπη. Αν τα συμπτώματά τους επιδεινωθούν ζητάμε βοήθεια από παιδοψυχολόγο και
δεν επιχειρούμε να γίνουμε παιδοψυχολόγοι οι ίδιοι. Κάτι τέτοιο είναι
επικίνδυνο και για εμάς και σίγουρα για τα παιδιά. Πάντα κρούομαι τον κώδωνα
του κινδύνου στους γονείς καθώς καλώς ή κακώς εκείνοι έχουν τον πρωτεύοντα
λόγο.
Ενώ λοιπόν όσων αφορά τα παιδιά το
επίκεντρό μας είναι η στήριξη, η παρέμβαση πρέπει να επικεντρώνεται στη σχέση
του ζευγαριού. Οι ίδιοι οι γονείς ως ζευγάρι οφείλουν να ζητήσουν επαγγελματική
βοήθεια για να αλλάξει η σχέση τους, και κατ’ επέκταση η συμπεριφορά του
παιδιού τους. Οι αφορμές για καβγάδες είναι
ατελείωτες. Το κοινό σε όλες αυτές τις καταστάσεις είναι πως κάτι ουσιαστικό δεν μιλιέται. Έτσι οι
καβγάδες περιπλέκονται κ ενισχύονται καθώς επικρατούν:
-αυθαίρετα συμπεράσματα
-γενικεύσεις
-ξεσπάσματα σε
επιφανειακά αίτια
-αποφυγή κ άρνηση
-ή λανθάνουσα τοποθέτηση
προβλήματος στα παιδιά
Όλοι ξέρουμε λίγο-πολύ να
μαγειρεύουμε, ή τουλάχιστον γνωρίζουμε την διαδικασία της μαγειρικής. Για να
φτάσουμε στη στιγμή της απόλαυσης, τη στιγμή του φαγητού θα πρέπει πρώτα να
δοκιμαστούμε, να πειραματιστούμε και πολλές φορές να ταλαιπωρηθούμε για την
προετοιμασία του. Όσο πιο πολλές φορές δοκιμάσουμε να μαγειρέψουμε τόσες πιο
πολλές πιθανότητες έχουμε να τα καταφέρουμε στο σπορ της μαγειρικής, φυσικά
ακολουθώντας συνεχή εξάσκηση!
Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για το
σπορ της οικογένειας και των σχέσεών μας μέσα σε αυτή. Οι σχέσεις μας με τα
υπόλοιπα μέλη της δεν είναι δυνατόν να βρίσκονται συνεχώς σε αρμονία. Για να
καταφέρουμε να απολαμβάνουμε περισσότερες στιγμές αρμονίας θα πρέπει με
ανάλογο τρόπο να 'δουλέψουμε' πάνω σε αυτές σκληρά όπως ακριβώς θα κάναμε και
στην περίπτωση του φαγητού. Οι διαφωνίες κ οι συγκρούσεις μέσα σε μία
οικογένεια είναι ένα απολύτως φυσιολογικό κομμάτι της. Δεν είναι μονάχα
ένα αναπόφευκτο κομμάτι αλλά κ απαραίτητο καθώς καθιστά αφορμή για να δουλέψουμε
και να επενδύσουμε στις σχέσεις μας. Αποτελεί το εφαλτήριο για να γνωρίζει ο
ένας τον άλλο καλύτερα καθώς μόνο έτσι εμπλουτίζεται η οικογενειακή ζωή. Ο
στόχος λοιπόν της κάθε οικογένειας δεν θα πρέπει να είναι η ουτοπία του να μην
υπάρχουν διαφωνίες και συγκρούσεις αλλά η επιτυχημένη επίλυση αυτών -ώστε να
μην αναπαράγονται διαρκώς οι ίδιες συγκρούσεις με διαφορετικούς τρόπους,
επιφέροντας τοξικές συνέπειες σε ενήλικες και παιδιά.
Το ζευγάρι αποτελεί το
ψυχολογικό πεδίο της οικογένειας, μέσα στο οποίο δημιουργούνται και
αναπτύσσονται όλες οι υπόλοιπες σχέσεις των μελών της. Έτσι το ζευγάρι πρέπει
να μάθει να επικοινωνεί. Να μάθει να συζητά. Μόνο έτσι θα καταφέρει να αποτελεί
μια αγκαλιά μέσα στην οποία θα μπορεί να φωλιάζει το παιδί. Το συνηθισμένο
είναι να προσπαθούμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει στο παιδί μας και την
ψυχοσύνθεσή του και επικεντρωνόμαστε σε αυτό ξεχνώντας να εξετάσουμε πως
αισθανόμαστε εμείς και ο σύντροφος μας. Με λίγα λόγια απλουστεύουμε την
κατάσταση τοποθετώντας το πρόβλημα στο παιδί και εθελοτυφλώντας στο ότι το
παιδί είναι μονάχα ένα κλαδί του προβλήματος -απόηχος της δικιάς μας
δυσκολίας-. Ο κορμός είμαστε εμείς κ η σχέση μας με το σύντροφό μας.
ΓΡΑΦΕΙ: Ίντα Ελιάου
Από εισήγησή της στο 2ου
Δημοτικού Σχολείου Άργους Ορεστικού, 18/12/10
No comments:
Post a Comment