Wednesday, 27 April 2022

Μια αυτιστική ματιά… στο μέλλον


Σήμερα θα σας ζητήσω να ταξιδέψουμε στο χρόνο. Να ζήσουμε για λίγο μέσα σε μία ουτοπία. Να φανταστούμε πώς θα ήταν η ζωή σε μία πόλη του μέλλοντος όπου όλοι οι κάτοικοί της είναι νευροδιαφορετικοί!




Σήμερα θα σας ζητήσω να ταξιδέψουμε στο χρόνο. Να ζήσουμε για λίγο μέσα σε μία ουτοπία. Να φανταστούμε πώς θα ήταν η ζωή σε μία πόλη του μέλλοντος όπου όλοι οι κάτοικοί της είναι νευροδιαφορετικοί!

Όλος ο πληθυσμός είναι νευροαποκλίνοντα άτομα. Όλοι έχουν διάγνωση Διαταραχής Αυτιστικού Φάσματος.

Το έχουμε;.. Πάμε μαζί…


Τόπος: οποιαδήποτε πόλη της γης.

Χρόνος: 2222 μ.Χ.

Για να δούμε… Κάποια σκόρπια στοιχεία που, όμως, θα επιχειρήσουν να βάλουν τη σκέψη μας σε μία σειρά.

Όλοι λοιπόν θα έχουν προσωπικό αριθμό ΑΦΠ (Ανάλυση Φασματικού Προφίλ), κάτι σαν το σημερινό ΑΜΚΑ (αν το θέλετε international θα το λέγαμε SPA Spectrum Profile Analysis).


Αυτό θα τοποθετεί κάθε άτομο στο φάσμα μεν, αναλύοντας δε σε κάθε τομέα τα επιμέρους στοιχεία που ορίζουν την δομή της προσωπικότητας και της μοναδικής του ψυχοσύνθεσης πχ. Έχει λόγο η όχι, έχει ενσυναίσθηση και πόσο, έχει αισθητηριακά θέματα και ποια, έχει κοινωνικές δυσκολίες και πώς τις ορίζει ο ίδιος, έχει η όχι ελλείμματα στην αντίληψη/επικοινωνία, είναι χαρισματικός ή όχι, έχει επιληψία ή όχι κ.λ.π. Αυτός ο ΑΦΠ θα ακολουθεί το άτομο στην σχολική του ζωή αλλά και στο εργασιακό του περιβάλλον, όταν αυτό ενηλικιωθεί και τελειώσουν οι σπουδές ή η εκπαίδευσή του.

Στην εργασία τώρα, για την οποία δεν χρειάζεται να ειπωθεί εδώ ότι όλοι θα έχουν ισότιμες ευκαιρίες πρόσβασης, θα έχει θεσπιστεί υποχρεωτικό διάλειμμα αυτορρύθμισης π.χ. μισή ώρα ένα τετράωρο. Θα το λένε steaming break και θα θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει το αυτιστικό άτομο να αποδώσει το καλύτερο δυνατό για τις υπόλοιπες εργάσιμες ώρες. Επίσης προαιρετικά θα παρέχεται η δυνατότητα απόσυρσης σε κάποιο ήσυχο χώρο, εντός του κτιρίου που εργάζεται ο αυτιστικός, ένα αισθητηριακά φιλικό quiet room, ειδικά διαμορφωμένο για να τον βοηθάει να ηρεμεί, να απομονώνεται, να χαλαρώνει, αν κρίνει ο ίδιος ότι το χρειάζεται.

Αντίστοιχα quiet rooms θα υπάρχουν σε κάθε μέρος όπου μπορεί να υπάρξει συνωστισμός, όπως σε σχολεία, σε εκπαιδευτήρια, σε εμπορικά κέντρα, σε καταστήματα εστίασης και σε χώρους διασκέδασης. Εναλλακτικά, και αν δεν υπάρχει αρκετός χώρος, θα παρέχεται υπηρεσία ενός kit αισθητηριακής αποσύνδεσης π.χ. ακουστικά που απομονώνουν τους εξωτερικούς θορύβους και καλύμματα για τα μάτια (ξέρετε στις υπερατλαντικές πτήσεις που σου δίνουν ωτασπίδες και καλύμματα για τα μάτια, για να μπορέσεις να κοιμηθείς ενώ είναι όλα τα φώτα ανοιχτά; Ε… φανταστείτε κάτι ανάλογο).

Σίγουρα όλα τα καταστήματα εστίασης, όπως εστιατόρια, ταβέρνες ρακάδικα, καντίνες, coffee shops, όλα, μα όλα ανεξαιρέτως, θα έχουν οπτικοποιημένα μενού με ευκρινείς φωτογραφίες αλλά και με σήμανση για οποιαδήποτε έξτρα επιλογή π.χ. χωρίς σάλτσα ή με καστανή ζάχαρη ή με γάλα αμυγδάλου ή χωριστά κάθε βρώσιμο είδος ή το τυρί να μην ακουμπάει στην πατάτα άνθρωπέ μου!

Στα πιο βασικά τώρα… Στα σχολεία δεν θα υπήρχε bullying, ας πούμε… Ο όρος θα είχε εκλείψει προ πολλού.

Σε έναν κόσμο νευροδιαφορετικών όλοι είναι απολύτως αποδεκτοί, όλοι είναι κομμάτι του συνόλου, ισότιμο, πολύτιμο και απολαμβάνει την ίδια εκτίμηση.

Οι κυβερνήτες τηρούν κάθε προεκλογική υπόσχεση! Διαφάνεια και σταθερότητα απόψεων στο κοινοβούλιο! Καμία απόκλιση σε προεξαγγελμένα προγράμματα, κανένα παραθυράκι σε νόμους, πουθενά μικρά γράμματα, πουθενά «ναι μεν, αλλά…». Αντίθετα, παντού σαφείς και ξεκάθαροι κανόνες/νόμοι που ισχύουν για όλους.

Ειλικρινείς πολιτικοί… για φαντάσου! Όχι καθυστερήσεις σε προθεσμίες, όχι ημιτελή έργα, όλα θα ολοκληρώνονται και θα ελέγχονται ξανά και ξανά, γιατί πρέπει να λειτουργούν πάντα με τον τρόπο που σχεδιάστηκαν και να αποδίδουν τα μέγιστα.

Στη δουλειά καμιά αιφνίδια αλλαγή προγράμματος.. το στοιχείο της έκπληξης θα είναι είδος προς εξαφάνιση.

Ξέχασα κάτι βασικό.. Κάθε αυτιστικός που έχει υψηλό νοητικό δυναμικό θα έχει υπό την προστασία του έναν «αδερφό» με περισσότερες αντικειμενικές δυσκολίες π.χ. έναν NVB (Non Verbal Brother) ή μία MDS (Multiple Diagnosis Sister).

Το αυτιστικό άτομο με τα μεγαλύτερα θέματα και δυσκολίες στην έκφραση, στην κίνηση, στην επικοινωνία, στον προσανατολισμό, θα έχει τον προσωπικό του μέντορα-βοηθό-φίλο, ένα άτομο που θα είναι υπεύθυνο να ανακαλύψει ακριβώς τα θετικά στοιχεία του πρώτου και να τα εκμεταλλευτεί προς όφελος του λιγότερου ευνοημένου από το δίδυμο νευροαποκλινόντων ατόμων.

Ένας κόσμος που η αλήθεια, η συνέπεια, η ισοτιμία και ο αλτρουισμός θα είναι πανανθρώπινες αξίες και ορόσημα που θα διαμορφώνουν κοινωνικούς ιστούς…

Ένας κόσμος που, αν αναλογιστούμε ότι την τελευταία εικοσαετία οι διαγνώσεις στο αυτιστικό φάσμα είχαν μια αύξηση 600%, ίσως δεν είναι και τόσο μακρινός.

Υ.Γ. Οι θεωρίες ότι οι αυτιστικοί είναι ένα είδος μετά-ανθρώπων και ότι ο αυτισμός είναι αποτέλεσμα διαδικασίας εξέλιξης του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι σήμερα -τη στιγμή που μιλάμε- τουλάχιστον ρομαντικές… και δεν αποτελούν το θέμα αυτού του άρθρου.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο nevronas.gr στις 2 Φεβρουαρίου 2022

ΠΗΓΗ¨

Monday, 25 April 2022

Seeing good people do bad things makes the world feel like a more confusing place



By Emma Young

Have you ever believed someone to be decent — but then they did something morally bad, which turned that belief on its head? It happens more often than we might think. And, according to new work in Social Psychology and Personality Science, the consequences are far-reaching.

In two initial studies, Kate W. Guan and Steven J. Heine at the University of British Columbia recruited online participants who reported having had this type of experience. After reporting details about the event and the perpetrator, participants answered a series of questions about how they felt before, during and after it happened. These questions probed their perceptions of the perpetrator’s character, their general beliefs about the world and other people, and confidence in their ability to judge character.

The results suggest that the experience of a “good” person doing something immoral is so unsettling, it makes us doubt our ability to judge character and also makes the world feel like a more confusing place. The starker the contrast between the participants’ impressions of the perpetrator’s moral character before versus after their bad behaviour, the bigger the dent in their sense of being able to comprehend the world and their place in it. In the second study (though not the first), Guan and Heine also found that this experience leads people to a dimmer view of the moral character of people in general.

The researchers also report that some people were more affected in this way than others. Those who reported liking closure in life — who find it hard to tolerate uncertain situations — and those who felt that a person’s moral character is fundamental and unchanging reported the biggest shifts in their own attitudes.

However, in these studies, the participants had to think back into the past, and try to recall how they felt at various points. This experimental approach is notoriously vulnerable to mis-remembering. So the researchers then attempted a more real-time investigation.

A fresh group of 446 online participants imagined meeting a new person. Some were told that this person seemed “like a kind and likeable person” who was “objectively caring, helpful and upstanding”; others were told that they seemed “like an unkind and dislikable person”, who was “objectively selfish, cruel and hateful”. The participants then read about this person doing something bad — either engaging in hate speech or committing domestic abuse. Finally, they answered questions about how this information would influence their own beliefs and perceptions, similar to those in the first studies.

The researchers report that those who’d been led to believe that the person was kind and likeable reported a bigger threat to their sense of meaning in the world, as well as to their confidence in judging character — and to their moral impressions of other people, in general. It’s notable that a shift from good-to-bad had a bigger negative impact on the participants than a bad person engaging in another example of bad behaviour, the researchers write. But there is an obvious weakness to this study too — the participants only imagined how they’d feel; perhaps they’d feel differently in real life.

If we set the various limitations of this study aside, why should witnessing someone going from “good” to “bad” have a bigger impact?

The pair’s pretty convincing argument is that we feel a strong need to work other people out. To succeed in a social environment, we really need to know if another person is likely to be a trustworthy, helpful ally — or a threat.

Of course countless books, TV series and movies that grip us do so because they on play on this drive. Is a character really a goodie or a baddie? The more we are made unsure, the more we just have to know, and we keep reading or binge-watching. It makes sense, then, that moral character violations should make us reconsider our ability to judge others, and make us more cautious. Guan and Heine conclude: “The present findings advance a novel reason why people may bemoan such experiences. They threaten a core way in which we make sense of our social landscapes.”

SOURCE:

Wednesday, 20 April 2022

Trans and GRA





This week we spent the podcast talking about trans and the Gender Recognition Act (GRA) given that this is in the news so much at the moment.





We talked about the current moral panic about trans which is playing out in popular culture and the mainstream media, and the devastating impact that has on young trans and gender diverse people particularly.

We covered the most recent event in this long running panic: the trans exclusionary radical feminists who disrupted the London Pride march, and why trans rights are a vital part of feminism, not in opposition to it.

We explained that much of the current frenzy has been whipped up by media and others in response to the government consultation on the Gender Recognition Act. We overviewed what this Act does – and doesn’t do. While there is fearmongering around who has access to safe spaces and toilets, and how young gender diverse people will be treated, the act really only deals with the process that a person has to go through to have their identity legally recognised, and whether non-binary people will be included in that process as well as men and women.

Please check out the Stonewall and Gendered Intelligence information, and then complete the consultation. It’s easy to take part as each page has drop-down menus to explain what is being asked of you.

© Meg-John Barker and Justin Hancock

SOURCE:

Thursday, 14 April 2022

Moon mission simulation explores how isolation affects astronauts’ wellbeing



By Matthew Warren

The next decade promises to be an exciting one for space travel. With the Artemis missions, NASA plans to send a crewed mission to the moon in a few years’ time, and will eventually establish a base camp at the lunar South Pole for longer expeditions. Meanwhile, Elon Musk claims that SpaceX will send a crew to Mars in 2029.

But any long-term space mission will face numerous challenges — not just technical, but also psychological. Astronauts will have to spend weeks or months in small confines with just a few fellow crew members, isolated from the rest of humanity. So it will be important to predict how this experience might affect astronauts’ mental health — and whether there are particular activities that could protect against any negative effects.

This was one of the aims of the LUNARK project, the results of which were published recently in Acta Astronautica. Two men in their 20s spent 61 days living in a specially constructed habitat in Northern Greenland, designed to mimic the conditions astronauts would experience in a base on the moon. The participants had to cope with outside temperatures as low as -30°c and a month of complete darkness, and had no contact with the outside world other than sending short daily messages back home.

Each day, the participants had tasks to complete such as conducting experiments or gathering ice for water, but also had downtime to relax or socialise together. And at the end of most days, they filled in questionnaires about how they were feeling. These asked about negative emotions they might have experienced, how much they desired social contact, how lonely they felt, whether they felt time was passing faster or slower than normal, and the extent to which they experienced “resignation” (this includes feelings of detachment and helplessness). The two “astronauts” also reported on the time spent performing various kinds of activities that day, such as chatting, sleeping, eating, writing, and watching TV shows.

It was the results of these surveys that Paolo Riva from the University of Milano-Bicocca and team were interested in. In their new paper, the researchers report that both participants displayed an increased desire for social contact as the mission progressed, though they didn’t show any increase in negative emotions or feelings of resignation. Past work has found that isolation and ostracism can lead to the experience of resignation, but the team suggests that this didn’t occur on the mission because the participants had willingly put themselves into this position. However, the team did find that feelings of resignation on one day were associated with feelings of resignation the next, suggesting these feelings can have a lingering effect — which could make them harder to counter when they do occur.

Certain activities seemed to mitigate negative emotional experiences. More time spent talking to the other participant about personal matters or taking part in leisure activities was related to reduced feelings of resignation. Leisure activities also made it feel like time was running faster. Talking about personal matters and exercising both also fostered a desire for social contact (a need which could be challenging to fulfil in extreme isolation, but which is presumably better than social withdrawal).

The researchers conclude astronauts might not experience the same negative consequences as those who are in prison, say, or who have been socially excluded. That’s because they willingly sign up for space missions, and have a clear end date for their expeditions. But there is still clearly the potential for negative psychological effects, and their study suggests some ways to counteract these. In particular, physical exercise, leisure activities, and chatting with each other about matters unrelated to the mission all seem to promote wellbeing.

It’s interesting that the two participants had quite different emotional experiences: one generally reported more negative feelings than the other, for example, and felt that time was going slower than normal while the other felt it was going faster. This gets to a key limitation of the study: this is ultimately an experiment with a sample size of just two people, which really limits the generalisability of the findings. It’s also worth pointing out that the participants had known each other for a long time (in fact, they were co-founders of the company that made the habitat), so their experience might not be reflected in pairs or groups of people with different social dynamics.

Still, it’s a fascinating set-up for a psychology study — and until we get the chance to study astronauts on the moon, this is the perhaps next best thing.

SOURCE:

Η επίδραση της όρασης στην ανάπτυξη του ανθρώπου


Η στιγμή που κάθε μητέρα παίρνει στα χέρια της το νεογέννητο παιδί της παραμένει μοναδική και ανεξίτηλη στην μνήμη της για πάντα. Η αγκαλιά, το χάιδεμα, η οπτική επαφή είναι μοναδικές στιγμές


Nevronas.gr/ των Λαζαρίδη Μελίντα και Σάββας Λαζαρίδης – Συμπεριφορικοί Οπτομέτρες / BL VisionTherapy


Η στιγμή που κάθε μητέρα παίρνει στα χέρια της το νεογέννητο παιδί της παραμένει μοναδική και ανεξίτηλη στην μνήμη της για πάντα. Η αγκαλιά, το χάιδεμα, η οπτική επαφή είναι μοναδικές στιγμές.

Από την άλλη ένα παιδί γεννιέται με ένα ζευγάρι μάτια αλλά χωρίς έναν οπτικό κόσμο. Δηλαδή βλέπει, αλλά δεν έχει επίγνωση του τι βλέπει. Η οφθαλμική κίνηση και ο έλεγχος είναι μηχανισμοί που σταδιακά θα το βοηθήσουν στον καθορισμό και την κατανόηση του νέου περιβάλλοντος.

Ο A.Gesell έλεγε ότι «κάθε άνθρωπος γεννιέται με αδιάκοπη οπτική πείνα». Από την στιγμή που θα ξυπνήσει μέχρι τη στιγμή που θα κοιμηθεί, συνεχώς εξερευνά οπτικά το μικρόκοσμο μέσα στον οποίο ζει.


Στους πρώτους μήνες η ικανότητά του να διακρίνει πρόσωπα και αντικείμενα περιορίζεται σε πολύ κοντινές αποστάσεις, ενώ βρίσκεται σε μία διαρκή προσπάθεια να εναρμονίσει τις κινήσεις των ματιών με τα υπόλοιπα αισθητηριακά μέσα που διαθέτει.

Για τον λόγο αυτό η όραση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μία ξεχωριστή, μεμονωμένη λειτουργία αλλά ως μία βαθιά ενσωματωμένη λειτουργία στο συνολικό σύστημα δράσης του παιδιού (στάση σώματος, οπτο-κινητικές δεξιότητες, ευφυΐα, σύνθεση της προσωπικότητας).

Η συνεχής αυτή εξερεύνηση παρέχει εμπειρίες και πληροφορίες που προάγουν την αντίληψη του κάθε νεογνού ώστε να σχηματίσει μια ακριβή εικόνα στο μυαλό του για το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται. Με αυτό τον τρόπο ο κάθε άνθρωπος χτίζει την δική του πραγματικότητα.

Τι συμβαίνει όμως όταν η ανάπτυξη της όρασης δεν ακολουθεί τα αναμενόμενα αναπτυξιακά στάδια; Πώς ανταποκρίνεται ο οργανισμός στην δυσλειτουργία αυτού του τόσο σημαντικού για τον άνθρωπο αισθητηριακού οργάνου;


Ο εγκέφαλός μας έχει μία και μόνη επιδίωξη «Nα επιβιώσει», (όπως σωστά έχει επισημάνει ο νεύρο-επιστήμονας B.Lotto). Γι’ αυτό αποκλειστικός σκοπός του είναι να βρει μία λύση στα προβλήματα που του δημιουργεί η όραση. Για να το πετύχει αυτό έχει πολλούς τρόπους. Στις πιο απλές περιπτώσεις προσπαθεί να αποφύγει την εργασία εκείνη που απαιτεί ιδιαίτερη οπτική επεξεργασία. Είναι αυτό το παιδί που μεγαλώνοντας συχνά θα θεωρηθεί «τεμπέλης» και «αδιάφορος». Στις πιο σύνθετες, θα επιλέξει να μειώσει την ικανότητα του ενός οφθαλμού (αμβλυωπία) ή να το στρέψει προς τα μέσα ή έξω (στραβισμός) προκειμένου να μπορέσει να δώσει έννοια στην οπτική του πραγματικότητα. Σε ακραίες περιπτώσεις θα προσπαθήσει να αποκόψει εντελώς την οπτική πληροφορία ως σημαντική πηγή πληροφοριών (αυτιστικό φάσμα). Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι ένα «σύστημα χωρικής δράσης» και οι περισσότερες από τις πληροφορίες που λαμβάνουμε από το περιβάλλον μας προέρχονται από τις οπτικές διαδικασίες. Όταν αυτές οι διαδικασίες καταρρέουν, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι καταστροφικό. Βλέποντας έναν κόσμο παραμορφωμένο, κατακερματισμένο, δισδιάστατο ή ακατανόητο, η μόνη λύση είναι η απενεργοποίηση της οπτικής επαφής.

Οι γονείς που βρίσκεστε μπροστά σε μία ανάλογη οπτική συμπεριφορά σκεφτείτε ότι αυτό που βλέπετε δεν είναι ούτε πάθηση, ούτε αναπηρία, ούτε ανικανότητα, αλλά η λύση που έχει βρει ο εγκέφαλος του παιδιού σας για να επιβιώσει. Και η προσπάθειά σας θα πρέπει να είναι όχι πώς να προσπαθήσετε να κάνετε την κοινωνία να αποδεχθεί την «αναπηρία» και την «ιδιαιτερότητα» αλλά πώς να του παρέχετε τις απαραίτητες εμπειρίες και συνθήκες, ώστε να υπερκεράσει αυτούς τους περιορισμούς.


Στα χρόνια της προσωπικής μας εμπειρίας έχουμε δει πολλά παιδιά στα οποία έχουν αποδοθεί πολλές ταμπέλες «δυσλειτουργίας». Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι σταδιακά μέσω της εκπαίδευσης τα περισσότερα παιδιά προσπερνούν τα εμπόδια και χτίζουν έναν κόσμο που παρέχει νόημα και αξία στα ίδια αλλά και στις οικογένειές τους.

Ενδεχομένως όλα αυτά που γράφονται στο κείμενο αυτό να ακούγονται ριζοσπαστικά αλλά σας ζητώ να αναλογιστείτε τις παρακάτω δύο φράσεις:

«Δεν υπάρχει τίποτα στο νου που να μην προϋπήρξε στις αισθήσεις μας» – Αριστοτέλης, Αρχαίος Φιλόσοφος

«Όταν η όραση λειτουργεί σωστά, οδηγεί και καθοδηγεί (την ανάπτυξη). Όταν αυτό δεν συμβαίνει, την εμποδίζει» – Dr. John Streff, Oπτομέτρης

Πηγή:


 nevronas.gr

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο nevronas.gr στις 12 Δεκεμβρίου 2021

Tuesday, 12 April 2022

Η ελκυστικότητα των ατόμων με «σκοτεινά» στοιχεία προσωπικότητας




Καλοσύνη, ευγένεια, ειλικρίνεια και αξιοπιστία είναι μόνο μερικά από τα βασικά θετικά χαρακτηριστικά που οι άνθρωποι αναφέρουν ότι αναζητούν ως επιθυμητά στοιχεία στις συντροφικές-ερωτικές τους σχέσεις. Ωστόσο, παρατηρείται το εξής παράδοξο: ενώ δηλώνουν ότι έλκονται από καλά και ευγενικά άτομα, την ίδια στιγμή φαίνεται να βιώνουν έλξη και για άτομα των οποίων η προσωπικότητα χαρακτηρίζεται από «σκοτεινά» στοιχεία (“dark” personality traits).

Ο ναρκισσισμός, ο Μακιαβελισμός και η ψυχοπάθεια αποτελούν μια ομάδα χαρακτηριστικών προσωπικότητας που είναι γνωστή ως Σκοτεινή Τριάδα.
Άτομα με ναρκισσιστικά στοιχεία προσωπικότητας έχουν την τάση να αναζητούν συνεχώς εξωτερική επιβεβαίωση και προσοχή, ενώ παρουσιάζουν υπέρμετρη αυτοπεποίθηση και αισθήματα μεγαλομανίας, θεωρώντας ότι είναι ανώτεροι από τους άλλους.
Οι μακιαβελικές προσωπικότητες χαρακτηρίζονται από διπροσωπία και χειριστικότητα στις διαπροσωπικές σχέσεις και τάσεις καταπάτησης των ορίων και των κανόνων.
Η έννοια της ψυχοπάθειας περιγράφει άτομα με φτωχή συναισθηματική ζωή, όπου τα θετικά αισθήματα προς τους άλλους είναι ψεύτικα και κινούνται κυρίως στο πλαίσιο της συνήθειας των ατόμων αυτών να χρησιμοποιούν την γοητεία τους για την χειραγώγηση των άλλων. Περιγράφονται ως παρορμητικά άτομα, που αναζητούν τον κίνδυνο, ενώ δεν επιδεικνύουν ενσυναίσθηση ούτε αισθήματα ντροπής.

Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των τριών στοιχείων προσωπικότητας είναι ότι οδηγούν το άτομο στην υιοθέτηση αντικοινωνικών συμπεριφορών, όπως αναλγησία και εκμετάλλευση.


Και ενώ με μια πρώτη ανάγνωση τα παραπάνω φαίνονται ως χαρακτηριστικά που δεν θα προσέλκυαν κάποιον συναισθηματικά ή σεξουαλικά, στην πραγματικότητα μπορεί να παρερμηνευθούν, αυξάνοντας την ελκυστικότητα αυτών των ατόμων. Οι «σκοτεινές» προσωπικότητες βγάζουν προς τα έξω έναν αντισυμβατικό «αέρα» και μια… μαγευτική παρορμητικότητα, με παιχνιδιάρικες τάσεις κυριαρχίας. Επί παραδείγματι, οι μεγαλειώδεις ιδέες αυτοαναφοράς που έχουν οι ναρκισσιστές καθώς και η τάση να εστιάζουν και να μιλούν πολύ για τον εαυτό τους, μπορεί να δώσουν την εντύπωση ότι πρόκειται για άτομα που είναι κοινωνικά, εξωστρεφή και με αυτοπεποίθηση. Για αυτά τα άτομα είναι μείζονος σημασίας να κερδίσουν τις πρώτες εντυπώσεις και τον θαυμασμό, οπότε επενδύουν περισσότερο στην εξωτερική τους εμφάνιση, στο χρήμα, στην επιτυχία, ενώ δεν διστάζουν να πουν αυτά που θεωρούν ότι θέλει να ακούσει ο άλλος, προκειμένου να κερδίσουν τη συμπάθεια του.

Εξαιτίας της δεξιότητας τους να χειρίζονται τους ανθρώπους, συχνά εμπνέουν εμπιστοσύνη, η οποία όμως εξασθενεί σταδιακά. Ο αυθορμητισμός και η επιπολαιότητά τους μπορεί στην αρχή να φαίνονται ελκυστικά, ωστόσο, καταλήγουν σε έλλειψη ορίων και άσκηση ψυχολογικής πίεσης, μέσα από ατελείωτους ψυχολογικούς εκβιασμούς.

Χαρακτηριστική είναι έρευνα όπου ζητήθηκε από τις συμμετέχουσες να αξιολογήσουν τον βαθμό ελκυστικότητας ανδρών με τα χαρακτηριστικά της Σκοτεινής Τριάδας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι άνδρες που εμφάνιζαν αυτά τα «σκοτεινά» στοιχεία προσωπικότητας σε μεγαλύτερο βαθμό αξιολογούνταν ως πιο ελκυστικοί. Μάλιστα, είναι ενδιαφέρον ότι οι συμμετέχουσες αναγνώριζαν το γεγονός ότι οι άνδρες αυτοί όντως επεδείκνυαν σε μεγαλύτερο βαθμό χαρακτηριστικά όπως ναρκισσισμό, μακιαβελισμό και ψυχοπάθεια, και παρόλα αυτά τους αξιολογούσαν ως περισσότερο ελκυστικούς.

Ένα στοιχείο που μπορεί να καθιστά κάποιον ευάλωτο στη γοητεία «σκοτεινών» ατόμων είναι η τάση του να ερωτεύεται γρήγορα, εύκολα και συχνά, που είναι γνωστή με τον αγγλικό όρο “emophilia”. Οι άνθρωποι αυτοί βιάζονται να εμπλακούν σε μια συντροφική-ερωτική σχέση και δεν παρατηρούν τις «κόκκινες σημαίες», δηλαδή τα σημάδια ότι το άτομο πιθανότατα δεν μπορεί να έχει μια υγιή σχέση και η πορεία μαζί του θα ήταν συναισθηματικά επικίνδυνη. Έρευνες έχουν δείξει ότι τα άτομα αυτά τείνουν να εμπλέκονται με προσωπικότητες που έχουν «σκοτεινά» χαρακτηριστικά, παραβλέποντας τα μειονεκτήματα τους, ενώ παντρεύονται σε νεαρή ηλικία και επιδίδονται σε επικίνδυνες συμπεριφορές, όπως πχ σεξ χωρίς προφύλαξη, εναλλαγή σεξουαλικών συντρόφων (ενθουσιασμός-απογοήτευση).

Διδυμοπούλου Αγγελική

Ψυχολόγος

Επιστημονική Συνεργάτης Ι.Ψ.Σ.Υ.

Πηγή:


 Lechuga, J., & Jones, D. N. (2021). Emophilia and other predictors of attraction to individuals with Dark Triad traits. Personality and Individual Differences, 168, 110318.

Text message “nudges” that initially increased Covid vaccine uptake were not effective later in pandemic




By Matthew Warren

Last year a paper made headlines with the finding that basic text message reminders can increase uptake of the Covid vaccine. In fact, we covered the research right here at Research Digest. As we wrote at the time, the results showed that simple techniques to “nudge” people into taking the vaccine could have a substantial impact if applied across the population.

But according to a new study in Nature, these nudges have a pretty limited shelf-life. The team finds that timing really matters: while text message reminders increased uptake immediately after the vaccine became available, later in the pandemic they were no longer effective.

In the original paper, researchers studied people who had just become eligible for the vaccine. A day after they were notified that they were eligible, some participants received a reminder text message, which included a link to book a slot for vaccination. Others didn’t receive the reminder. The team found that participants who got the reminder were more likely to book an appointment, and were also more likely to have received the vaccine within four weeks. Reminders that included ownership language, telling people that a vaccine had “just been made available for you” and to “claim your dose”, were particularly effective.

But this study took place in January and February 2021 when vaccines had only just become available, and participants received the messages as soon as they were eligible. So Nathaniel Rabb from Brown University and colleagues wondered whether the messages would also be effective later on in the pandemic.

The team conducted a trial of similar messages on 142,428 people living in Rhode Island who had not yet been vaccinated. At the start of the study, which took place in May and June 2021, all Rhode Islanders had been eligible to receive the vaccine for five weeks and availability was widespread.

Participants were randomly assigned to receive one of eight messages, sent out by the state’s Department of Health. All of these included the kind of ownership language that had been so effective in the previous study (in this case “a vaccine is waiting for you”); some included further messaging including information about vaccine safety or how vaccination can reduce risk to one’s family members. They also included a link to a page providing information about vaccination options. A control group didn’t receive any messages.

The researchers looked at the likelihood that a participant had been vaccinated both one week after receiving the message, and at the end of the study period. Vaccination rates were low — only 2% of the control group had received the vaccine by the end of the study. And, in contrast to the original paper, participants who had received a reminder were no more likely than the control participants to get vaccinated. Furthermore, when the team looked at each kind of message individually, there wasn’t a single version that increased the likelihood someone would receive the vaccine.

The study suggests that a nudge technique that seemed pretty effective when vaccines first became available might not actually work later on. “Public health officials—especially those avoiding or legally barred from mandates—may turn to this strategy to increase vaccination rates among the less enthusiastic but will probably see minimal impact,” the team concludes.

The researchers suggest a number of explanations for the lack of effect. Given that these were people who had still not received the vaccine more than a month after it had become available, perhaps they simply represent a group that had strong anti-vaccine opinions — and so were resistant to attempts to “nudge” them. By this point in time, people may also have been overwhelmed with messages about vaccination, and by the increasingly polarised debates about vaccines in the media and online. Further work should try to disentangle all these effects.

These results don’t mean that reminder messages about vaccines are ineffective — just that they need to be timed correctly. And, the researchers add, even if they don’t convince more reluctant groups to get vaccinated, “we know of no studies showing reduced vaccinations owing to message campaigns, so they carry little potential harm.”

Yet there are important practical issues to consider. It’s only mentioned in passing in the paper’s extended data, but it turns out that the study actually had to end a day earlier than planned, because the Department of Health was receiving complaints from residents who felt they were getting too many messages (the state was also sending out messages about Covid testing, for instance). The Department was worried that people would end up blocking the messages, and wouldn’t receive crucial emergency information.

Despite the authors’ assertions, this does seem like a potential harm — albeit an indirect one — and highlights the fact that these kinds of nudges need to be considered in their broader context. Optimising the timing of such interventions, based on papers like this, is one step to ensuring that they are as useful as possible.

SOURCE:

Thursday, 7 April 2022

What leads people to believe they have been abducted by aliens?




By guest blogger Emma L. Barratt

Alien abduction stories are, at least in the West, relatively common. From as far back as the early 60s, there have been reports of people being stolen away by aliens — typically at night — often for various physics-defying experiments, before being returned home in one piece.

And while stories like these might strike some as delusions that would typically arise from certain mental health issues, studies have found that abductees are no more likely than anyone else to have conditions affecting their perception of reality.

Thanks to psychological research over the past few decades, however, we can probably conclude that these alien mis-adventures arise due to two entirely more mundane phenomena: sleep paralysis, and false memories.

Researchers have long noted the similarities between accounts of alien abduction and the relatively lesser-known phenomenon of sleep paralysis — a common condition in which the cognitive and physiological components of REM sleep become desynchronised. Those who experience sleep paralysis are essentially awake, but unable to move for a period of seconds to minutes, often reporting a rather specific set of hallucinations during their time immobile. These include flashing lights, buzzing, electrical tingling sensations, feelings of levitation, and — most unnervingly — visual hallucinations of figures hovering near their bed.

If one were to imagine these sensations and perceptions all together, and the absence of any knowledge about sleep paralysis, it becomes easy to see why the very remote possibility of alien abduction might feel like the only plausible answer. Even so, this doesn’t quite bridge the gap between this specific set of hallucinations and the vivid details often recalled by abductees.

Abductees are often said to recover memories of what happened to them, either through therapy, conversations, viewing certain media that trigger these memories, or sometimes hypnosis. This, psychologists believe, is likely to be the point at which memories of those hallucinations become unintentionally embellished by distorted recall.

A 2002 study from academics at Harvard University and Harvard Medical School set out to probe what exactly might lead to the formation of memories of alien abduction, focusing particularly on the role of false recall and recognition

For their investigation, the researchers recruited volunteers “who may have been contacted or abducted by aliens” via local newspapers to participate in their memory study. These included 11 participants who had recovered memories of alien abduction, as well as 11 who believed unexplained symptoms pointed to having been abducted, but felt they had repressed memories of the event. The control group consisted of participants who did not believe they had been abducted by aliens.

Participants listened to audio recordings of a series of word lists, each centring around a single, non-presented “lure” word. For example, a list including words such as sour, candy, sugar, and bitter would be associated with the word sweet, which wouldn’t be presented. After briefly studying the list, each of the participants spent 30 seconds solving simple mathematical problems, before being asked to recall and write down as many of the presented words as possible. They were then tested to see if they recognised those previously presented words from a similar word list which also included new, semantically related words. In addition, they also completed several questionnaires probing aspects of mental health such as mood disorders, dissociative experiences, and schizotypy.

The results showed that those who reported recovered memories of alien abduction were more likely than controls to falsely recall and recognise the lure words, like sweet in the above example. Similarly, those in the “repressed memories” group were also more prone to false recall and memory distortion than controls, but to a lesser extent than those in the abductee group. Several factors associated with false recall and recognition were identified from participants’ questionnaire answers, too; namely high levels of absorption, depression, and magical ideation. Abductees also tended to score more highly in measures of dissociative experiences and PTSD symptoms.

In their conclusions, the researchers note that people who believe they have been abducted by aliens may have problems with source monitoring — remembering how and when a memory is acquired. For example, someone may watch a movie featuring alien abduction, or even just otherworldly creatures, and years later when assessing an episode of sleep paralysis, recall that monster and incorrectly incorporate it into their supposed abduction experience. In other words, they forget the actual source of the memory, and glue together memory fragments that seem to fit — much in the same way that abductee participants incorporated significantly more never-presented words into their recall and recognition responses.

So, while stories of alien abduction may not be the sign of extraterrestrial life some may hope for, at least they can provide a neat example of the power of false memory formation.

SOURCE:

Tuesday, 5 April 2022

People who grew up in cities tend to be worse navigators





By Matthew Warren

The environment in which you grew up can have a long-lasting effect on your navigational skills, according to an analysis of data from nearly 400,000 players of a mobile game.

People who spent their childhood in rural or suburban areas tended to be better at navigating in the game Sea Hero Quest than those who grew up in cities. This difference could be seen decades later, the researchers report in Nature, and was particularly striking in countries where cities are organised in a grid layout.

Antoine Coutrot from the University of Lyon and colleagues looked at data from 397,162 people from 38 countries who had played Sea Hero Quest. This game involves navigating a boat around ocean environments, and was developed by scientists and Alzheimer’s Research UK to study human spatial navigation, one of the first skills to be affected by dementia.

The researchers were interested in the game’s “wayfaring” levels, in which players first see a map of the environment which shows several numbered checkpoints. The map then disappears, and they have to navigate the environment to visit those checkpoints in the correct order. Performance was assessed based on the length of the route players took. Players also reported demographic information, such as age, gender, country, and whether they grew up in a city or in suburban or rural areas.

The team found that younger and more educated players tended to be better at the game, and that men tended to be better than women. But the really interesting finding related to where people were brought up: those who had spent their childhood outside of cities were better at the game than those who had grown up within cities.

These results suggest that people who grow up in more rural areas develop better navigational abilities. But, crucially, the finding wasn’t consistent across countries. For nations like the United States and Argentina, there was a clear benefit of growing up outside of cities, but this effect wasn’t as strong in countries like Austria or Indonesia.

The researchers reasoned that the layout of city streets in each country could be an important factor. In countries like the United States, major cities are usually planned out in a grid fashion, making them easy to navigate — so it would make sense that people who grew up in these cities didn’t develop the same navigational abilities as people who grew up in more complex rural environments. But in countries like Austria, cities tended to develop organically over time, and as a result have more winding roads jutting off from each other at irregular angles. Growing up in these cities may have honed people’s navigational abilities just as much as growing up in rural areas.

To test this idea, the researchers analysed city maps to calculate the overall “entropy” of the city street networks in each country — essentially how ordered versus complex they were. As the team had predicted, in countries where city street networks were more grid-like and orderly, people who grew up in rural or suburban areas tended be better at Sea Hero Quest than those who grew up in the city. But this advantage was diminished in countries with more complex city street networks.

If you grew up in a city designed as a grid, it’s not all bad news. The team found that people from these cities had an advantage in one area: navigating levels that were themselves more grid-like.

“These results support the idea that humans develop navigation strategies that are aligned with the type of environment they are exposed to, which become suboptimal in other environments,” the authors conclude.

The study is not without limitations. In particular, players only noted their home country, and not the specific city or region they came from. This meant that the researchers had to look at a single overall measure of how orderly city street networks were in each country, and couldn’t compare the performance of people from individual cities within countries. Yet even within nations there are clearly differences in city layouts: compare the grid of Barcelona with the more complex street layout of San Sebastian, for instance, or the higgledy-piggledy lanes of Oxford with the right angles of Milton Keynes. Perhaps future work will be able to look in more fine-grained detail at the fascinating effects that urban design appears to have on our cognitive abilities.


SOURCE: