Friday, 31 March 2017

Σχέσεις σε αδιέξοδο...



Όλες οι σχέσεις σε κάποια φάση περνούν μέσα από δυσκολίες και συγκρούσεις. «Καυγαδίζουμε και τσακωνόμαστε συνέχεια όταν προσπαθώ να πω τι είναι αυτό που με ενοχλεί, ποια είναι τα «θέλω» μου, οι ανάγκες μου…, δεν με καταλαβαίνει, είναι σαν να μιλάω στον τοίχο! Διαρκώς με κρίνει και με κατηγορεί για όλα…» συναίσθημα γνωστό σε αρκετούς από εμάς.

Είναι αυτή μία αδιέξοδη σχέση; Η απάντηση είναι ότι θα μπορούσε να είναι, θα μπορούσε όμως και να μην είναι.

Όλες οι σχέσεις δοκιμάζονται στη πορεία του χρόνου. Οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες εφόσον δύο διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικές αντιλήψεις, βιώματα και συμπεριφορές καλούνται να συμβιώσουν και να προχωρήσουν μαζί στη ζωή τους (για όσο καιρό κρατήσει αυτό). Δεν σημαίνει ότι φτάνουν σε τέλμα, μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι όταν ένα ζευγάρι συγκρούεται σημαίνει ότι διεκδικεί ο ένας τον άλλον και ότι προσπαθεί για το καλύτερο στη σχέση του. Όταν όμως αυτές οι συγκρούσεις είναι επαναλαμβανόμενες και πολύ συχνές ή ακόμη όταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας είναι ο συγκρουσιακός, το ζευγάρι απομακρύνεται, μπαινοβγαίνει από την αλληλοχρέωση στην αλληλοκατηγορία, κολλάει στα λάθη του παρελθόντος, γίνεται ο ένας σύντροφος εχθρικός προς τον άλλον.

Σε άλλες σχέσεις πάλι, δεν υπάρχουν συγκρούσεις αλλά η αποξένωση ανάμεσα στους δύο συντρόφους είναι τόσο έντονη που έχει κοπεί σχεδόν κάθε είδος ουσιαστικής επικοινωνίας, έτσι το ζευγάρι δεν καλύπτεται συναισθηματικά, ενώ ο καθένας τους εξακολουθεί και νιώθει την ματαίωση, την ψυχρότητα, την θλίψη, τον θυμό, την αίσθηση του ανικανοποίητου, τη στασιμότητα, νιώθει ότι «αυτή δεν είναι σχέση, δεν έχουμε κοινό μέλλον μαζί, δεν πάμε πουθενά, δεν το αντέχω άλλο πια!»

Φαίνεται ότι αυτός ο τρόπος έχει γίνει μοτίβο στη σχέση, επαναλαμβάνοντας και αναπτύσσοντας συμπεριφορές που δεν καταλήγουν πουθενά, παρά μόνο σε αδιέξοδο. Και μιλάμε για αδιέξοδο, όταν νιώθουμε ότι όχι μόνο δεν αντλούμε ικανοποίηση από τη σχέση αλλά καταλαβαίνουμε ότι ενώ θα πρέπει να επανεξετάσουμε το αν θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε μέσα σε αυτήν, εμείς νιώθουμε παγιδευμένοι, ανίκανοι ή αδύναμοι να πάρουμε αποφάσεις, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σε τέλμα. Αποφάσεις που είναι ίσως αντίθετες στις επιθυμίες μας, με τον τρόπο που έχουμε οργανώσει τη ζωή μας, με τις προσδοκίες μας, όταν δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε, όταν φοβόμαστε να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας… Ναι, βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, νιώθουμε το τέλμα, νιώθουμε ότι έχουμε βαλτώσει, και το παράξενο είναι ότι ενώ η λογική μπορεί να μας λέει τι πρέπει να κάνουμε, εμείς εξακολουθούμε και παραμένουμε, επαναλαμβάνοντας το φαύλο κύκλο… είναι αλήθεια ότι δεν είναι εύκολο.

Χρειάζεται χρόνος για να καταλάβουμε τι πραγματικά θέλουμε και τι ζητάμε όχι μόνο από τον σύντροφό μας αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Καλούμαστε να γίνουμε οι δυνατοί χωρίς όμως και να είμαστε πολλές φορές.
Μπορεί να βιώνουμε το φόβο για το καινούργιο και το άγνωστο σαν απειλή που προτιμάμε να αποφύγουμε.
Μπορεί ακόμη να μας είναι πιο εύκολο να γυρνάμε σε ενοχική συμπεριφορά, όταν μάλιστα έχουμε μάθει από παιδιά να «φταίω εγώ», δικαιώνοντας το σύντροφό μας και υποχωρώντας από την ικανοποίηση των δικών μας αναγκών.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό μας και ότι αξίζουμε κάτι καλύτερο, η εξαρτητική συμπεριφορά, η γενίκευση ότι «όλοι είναι ίδιοι», αλλά κυρίως η αποφυγή ανάληψης ευθύνης, καθώς και η δυσκολία χειρισμού της απώλειας και η διαχείριση του αποχωρισμού είναι οι κυριότερες αιτίες που μας κρατούν σε μία σχέση αδιεξόδου.

Με λίγα λόγια, η αδυναμία μας να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να μπούμε εμείς στη δράση, μας κρατάει εγκλωβισμένους, περιμένοντας μία μαγική λύση, μία λύση που θα έρθει απ’ έξω…



Πηγή: 
http://www.askitis-cy.com/monthly/view/scheseis_se_adieksodo(accessed 31.3.17)

Wednesday, 29 March 2017

Ο ύπνος ως υπέρ... φάρμακο για ψυχή και σώμα





Είναι σε όλους μας γνωστό ότι ο ύπνος παίζει σημαντικό ρόλο για την υγεία και την ευεξία του οργανισμού. Όμως πόσοι γνωρίζουμε ότι ο καλός ύπνος λειτουργεί προστατευτικά για την ψυχική και σωματική υγεία, την ποιότητα ζωής και την ασφάλειά μας;

Οι επιστήμονες της Ελληνικής Εταιρείας Έρευνας του Ύπνου επισημαίνουν επιπλέον οφέλη του καλού ύπνου, ενόψει και της Παγκόσμιας Ημέρας Ύπνου, την 21η Μαρτίου.Σύμφωνα με τους ειδικούς λοιπόν, ο ύπνος επηρεάζει θετικά τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε, αντιδρούμε, δουλεύουμε, μαθαίνουμε και κοινωνικοποιούμαστε.

Πιο συγκεκριμένα, ενώ κοιμόμαστε, ο εγκέφαλος μας προετοιμάζεται για την επόμενη μέρα και αποθηκεύει τις χρήσιμες πληροφορίες που λάβαμε την προηγούμενη. Σύμφωνα με μελέτες, μια νύχτα καλού ύπνου βελτιώνει τη μάθηση και ενισχύει τις δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων, την προσοχή μας, τη λήψη αποφάσεων και τη δημιουργικότητά μας.

Επίσης, ο ύπνος είναι απαραίτητος για την σωματική υγεία, καθώς εμπλέκεται στην επούλωση και επιδιόρθωση των αιμοφόρων αγγείων και της καρδιάς, διατηρεί την ισορροπία των ορμονών και συμβάλλει στην ανάπλαση των ιστών. Ειδικά για τους νέους, έχει σημασία ότι κατά τον ύπνο εκκρίνεται η αυξητική ορμόνη, απαραίτητη για την ανάπτυξη του οργανισμού, αύξηση του ύψους και την ενίσχυση της μυϊκής μάζας.

Η βραχυπρόθεσμη έλλειψη ύπνου επηρεάζει την κρίση, την διάθεση, την ικανότητα να μαθαίνουμε και να διατηρούμε πληροφορίες και αυξάνει τον κίνδυνο ατυχημάτων (ακόμα και θανατηφόρων, ιδίως κατά την οδήγηση) και τραυματισμών. Η έλλειψη ύπνου, έστω και λίγων ωρών σε καθημερινή βάση, αν είναι για πολύ καιρό, δημιουργεί συνεχές αίσθημα κόπωσης και ημερήσιας υπνηλίας. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μια σειρά από προβλήματα υγείας, όπως παχυσαρκία, διαβήτη, καρδιαγγειακές παθήσεις, ακόμη και πρόωρη θνησιμότητα.

Η Ελληνική Εταιρία Έρευνας του Ύπνου συμμετέχει στον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Ύπνου και τονίζει ότι η συχνότερη αιτία στέρησης ύπνου είναι ο μειωμένος χρόνος που διατίθεται για αυτόν εξαιτίας επαγγελματικών πιέσεων και εξαιτίας του χρόνου που δαπανάται σε διασκέδαση και στην κακή χρήση των ηλεκτρονικών μέσων δικτύωσης, ιδίως μεταξύ των νέων.

Άλλες συχνές διαταραχές του ύπνου, που συμβαίνουν όχι μόνον στην εφηβεία αλλά κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής, είναι η αϋπνία και η άπνοια στον ύπνο. Η αϋπνία συμβαίνει κυρίως λόγω άγχους και χρειάζεται ειδική θεραπεία. Η άπνοια στον ύπνο, είναι η διακοπή της αναπνοής, που συνήθως συμβαίνει σε ανθρώπους που ροχαλίζουν, με συνέπεια μεγάλη ημερήσια υπνηλία που μπορεί να προκαλέσει ατυχήματα και σημαντικές επιπτώσεις στην καρδιά και στα αγγεία.

Η ευαισθητοποίηση πάνω στα θέματα αυτά και η αναγνώριση των συνανθρώπων μας που μπορεί να έχουν κάποια διαταραχή του ύπνου, οδηγεί σε έγκαιρη αντιμετώπιση, με αποτέλεσμα καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία, καταλήγουν οι ειδικοί.


ΠΗΓΗ:

http://www.kathimerini.gr/900653/article/epikairothta/ygeia/o-ypnos-ws-yper-farmako-gia-yyxh-kai-swma(accessed 29.3.17)

There’s actually no love in Love Actually





With Richard Curtis’s 2003 rom-com returning for a special sequel, Nicholas Barber takes another look at the film people love and love to hate.


If you’re a fan of a particular romantic comedy, you’ve probably wondered what happened to its characters after the end credits rolled. Did they stay as blissful as they were during that final close-up kiss? Or did they spend their days arguing over whose turn it was to clean the bathroom?

Fans of Richard Curtis’s ensemble rom-com, Love Actually, are about to find out. For this year’s charity fundraiser, Red Nose Day, on 24 March, the writer-director has made a short sequel to his 2003 Christmas film, so we will soon see whether its various happy couples are still happy today. But there is another, trickier question that the new film is less likely to answer. How many of those couples were genuinely happy in the first place?





The main characters, such as the UK prime minister David (Hugh Grant), are smitten with someone they have barely spoken to (Credit: Alamy)



Love Actually was Curtis’s directorial debut, but he was already Britain’s romantic-comedy king thanks to his screenplays for The Tall Guy, Four Weddings and a Funeral and Notting Hill. He even had his own theme song: The Troggs’ Love is All Around, as covered by Wet Wet Wet, topped the UK singles chart for 15 weeks when it was used in Four Weddings and a Funeral, and it reappeared as Christmas is All Around in Love Actually. But is love really all around in Curtis’s groovy, fairy light-festooned London? I’m not so sure. The most peculiar aspect of Love Actually is how little love, actually, there is in it.


Lust Actually might have been a more appropriate title

There is some, of course. There is a woman’s devotion to her unstable brother, a widower’s sympathy for his stepson, and a drug-addled rock star’s blokey appreciation of his long-suffering manager. But there is no romantic love as anyone over the age of 12 would understand it. Nobody gets to know and appreciate somebody else’s unique qualities. Nobody discovers that they can talk to that somebody for hours on end, or realises that he or she complements them in unexpected and life-enhancing ways. Instead, most of the film’s main characters are smitten by someone they have barely spoken to. You can see why Curtis went for the title he did, but Lust Actually might have been more appropriate.

Harry and Sarah (Alan Rickman and Laura Linney) both fancy delectably exotic colleagues (Heike Makatsch and Rodrigo Santoro respectively). David (Hugh Grant) fancies his tea lady, Natalie (Martine McCutcheon). Jamie (Colin Firth) fancies his maid, Aurelia (Lucia Moniz). Sam (Thomas Sangster) fancies his schoolmate, Joanna (Olivia Olson). Colin (Kris Marshall) fancies the first American woman he lays eyes on. And Mark (Andrew Lincoln) fancies his best friend’s wife, Juliet (Keira Knightley), a hankering he spells out on cue cards on her doorstep, while her new husband, Peter (Chiwetel Ejiofor), is sitting a few feet away. (What would Mark have done if Peter had answered the door? Maybe the Red Nose Day sequel will reveal all.)





Mark (Andrew Lincoln) lets Keira Knightley’s character know he fancies her by spelling it out on cue cards (Credit: Alamy)



“To me, you are perfect,” says one of the cue cards. What it doesn’t say is why Mark thinks she’s perfect. What’s so special about her? Obviously, Juliet is played by Keira Knightley, so she has an aesthetic advantage over most of us, but what else would prompt Mark’s misguided semi-public display of affection? Is she funny? Brave? Kind to animals? Does she share his interest in stamp collecting or Civil War battle re-enactments? We will never know, just as we’ll never know what David sees in Natalie or what Jamie sees in Aurelia, because they don’t have any dialogue that reveals anything about any of them.

‘Steady stream of bile’

And that’s what’s so perverse about Love Actually. Curtis is a famously verbal screenwriter, and yet he ignores the idea that attraction can depend on what people say as well as on how they look. Nor does he include any of the flirtatious banter that distinguishes It Happened One Night, Pillow Talk, The Apartment, When Harry Met Sally, and any other classic rom-com you care to name. The strand in which the English Jamie and the Portuguese Aurelia can’t speak a word of each other’s language is just the most extreme example.





English Jamie (Colin Firth) falls for his Portuguese maid Aurelia (Lucia Moniz), without them ever exchanging any meaningful dialogue (Credit: Alamy)



It would be unfair to say that the characters in Love Actually don’t talk at all, though. They do; it’s just that their talk consists almost entirely of insults, with a particular emphasis on body-shaming. The film features two different fathers with weight-related pet names for their daughters (“Plumpy” and “Miss Dunkin’ Donuts 2003”), as well as an ageing rocker (Bill Nighy) who goes on and on about how “chubby” his manager (Gregor Fisher) is. If you didn’t know it was a romantic comedy, you could easily mistake it for a science-fiction fable set on a parallel Earth beset by a Tourette’s Syndrome pandemic. In this dystopian reality, somebody consoles their forlorn best buddy by labelling him “a lonely ugly arsehole”; a rock star swears repeatedly on children’s television and local radio without being interrupted; and the UK’s prime minister is introduced to a Downing Street staffer named Terrence, and immediately remarks, “Had an uncle called Terrence. Hated him. He was a pervert.”


It’s a rare treat to see people in Love Actually who seem to get on with each other

Admittedly, this kind of non sequitur from a high-level politician no longer seems quite so far-fetched now that Boris Johnson is the UK’s foreign secretary, but the film’s steady stream of bile does leave a nasty taste in the mouth. Within a single four-minute stretch, one character has been named “the worst DJ in the world”, another “the ugliest man in the world”, and a Christmas single has been described as “the worst record” ever made. As the Black-Eyed Peas and Justin Timberlake put it a few months before the film was released, where is the love?





Martin Freeman and Joanna Page play body doubles who exchange pleasantries while acting out sex scenes (Credit: Alamy)



The only strand in which two characters are vaguely civilised to each other is the one which has two body doubles (Martin Freeman and Joanna Page) exchanging pleasantries while they’re naked and acting out sex scenes on a film set. It’s a rare treat to see people in Love Actually who seem to get on with each other, but even they don’t discuss anything more meaningful than the traffic on the way to work, so you wouldn’t put money on their having a future together.

And when one character does attempt to open up and say something personal, the response is bizarre. At the start of the film, the recently widowed Daniel (Liam Neeson) phones his friend Karen (Emma Thompson), but she immediately cuts him off. “Doesn’t mean that I’m not terribly concerned that your wife just died,” she adds, laying on the irony so thickly that you might assume that Daniel’s wife had suffered nothing worse than a mild headache. This cruel and unusual punishment gets even more brutal when he breaks down in tears. Karen’s reaction: “Get a grip. People hate sissies. No one’s ever going to shag you if you cry all the time.” Wow. With friends like her, who needs internet trolls?





Many of the characters, such as Karen (Emma Thompson), utter barbs, body-shaming comments and insults (Credit: Alamy)



On the other hand, maybe Karen has a point. By the end of the film, Daniel has hooked up with a Claudia Schiffer lookalike (played by Claudia Schiffer), so apparently the grieving process needn’t last more than a few weeks. Similarly, Jamie proposes to Aurelia a mere month after he caught his previous girlfriend in bed with his own brother, so heartbreak isn’t a big deal, either, as far as Curtis is concerned.

So what is love, actually? According to the film, it’s an instant infatuation, it has nothing to do with being able to communicate, and it vanishes in no time. As fun as the Rose Nose Day reunion is bound to be, then, it’s hard to care whether any of the film’s couples are still together. If they’d broken up, they would all have moved on within weeks, anyway.


SOURCE:

http://www.bbc.com/culture/story/20170322-theres-a-surprising-lack-of-love-in-love-actually(accessed 29.3.17)

Saturday, 25 March 2017

The idea of monogamy as a relationship ideal is based on flawed science





Is monogamy actually better than non-monogamy?

It’s still very much an open question—and one with no clear answers, in part because scientists can’t break free of a certain worldview gripping their field.

Monogamy is so much a part of the emotional makeup of Western culture that even people who study relationships fail to notice their biases towards it, according to research due to be published this week. And that means the very way we study intimacy has some fundamental flaws.

The primacy given to monogamous unions isn’t surprising given the historically patriarchal societies that dominate the world: An economic system predicated upon handing down property from father to son is invested in certainty about paternity and on clear family lines.

But times have changed. Researchers from the University of Michigan set out to determine whether the ways psychologists and other scientists study relationships are geared up to deliver results that—even unconsciously—promote monogamy. They concluded that the very way we study intimacy is problematic.

Terri Conley, the study’s lead author, said that our attitudes to monogamy are “so ingrained as to be invisible.”

“It’s not even that we think about it being right,” she said. “We just see it as the only way.” The way that science assesses relationships has skewed what researchers find, according to the study, due to be published in Perspectives on Psychological Science.

First, a review of literature revealed a number of examples where the approach taken by researchers could have made it more likely for monogamy to “score” higher than alternative styles of relationship. One example is a measure called the “Passionate Love Scale,” developed in the 1980s and used to gauge the strength of affection within relationships. The scale includes a question about how jealous it would make the respondent if their partner began falling in love with someone else—with greater jealousy leading to a higher “passion” score for the current relationship. A relationship that was consensually non-monogamous, or CNM, wouldn’t necessarily be free from jealousy. But it might allow for a partner to love someone else, so the question wouldn’t be a good measure of whether the feelings within it were “passionate.”

The researchers also point out that in relationship surveys non-monogamy is often referred to using language that isn’t neutral: Asking people about “infidelity,” or “cheating” is directive, they say; as is referring to one person as the “offended party” or the “betrayed partner”—all terms that have appeared in academic studies.

Conley, who runs the Stigmatized Sexualities Lab at the University of Michigan, has often questioned the orthodoxies of research on sexuality in relationships, and says that she has encountered resistance from other researchers, and reviewers of the papers she has published over the past years—with some responding emotionally to her raising the very concept of exploring non-monogamy. In one study, Conley found that consensually non-monogamous couples were more likely to practice safer sex than monogamous couples who were secretly cheating on their partners. One reviewer called the paper “irresponsible.” In another case, a reviewer referred to gay relationships that “deteriorate” into non-monogamy.

“The fact that we can allow our discussion to be so emotionally led probably doesn’t allow us to really think in a logical manner” about it, Conley said.

The Michigan study also argues, based on a survey of couples in a variety of relationships, that consensually non-monogamous relationships are just as “functional,” based on a number of indicators, as monogamous ones. The researchers surveyed over 2,000 people over the age of 25, 617 of whom were in CNM relationships, and all of whom were in primary relationships with a person of the opposite gender. Based on a range of measures including trust, jealousy, passion, and overall satisfaction, they found no difference in relationship-functioning between the groups.

In a final, separate study they also looked at how people reacted to researchers when those researchers were asking about non-monogamous relationships. The researchers themselves were seen as more biased when they asked questions about polyamory than when they asked about monogamy. (This was a much smaller study of 100 people recruited through Mechanical Turk, a platform on which people are paid to answer questions, so methodologically less sound than the larger study.)

In recent years, polyamory and other alternative relationship styles have begun to be normalized, in some quarters, Conley said. But for now, the study found, “the premise that monogamy is superior to other types of non-monogamous relational arrangements continues to permeate the ways in which researchers construct and test theories of love and intimacy.”

We’re unlikely to get a clear picture of what kind of relationships work best for humans until science acknowledges its own tendency to cling to monogamy as the ideal.


SOURCE:

https://qz.com/938084/the-idea-of-monogamy-as-a-relationship-ideal-is-based-on-flawed-science/?utm_source=atlfb(accessed 25.3.17)

Tuesday, 21 March 2017

Όρια και κανόνες, επιβολή ή προσαρμογή;

Η προσαρμογή των παιδιών στα όρια και τους κανόνες δεν είναι πάντα μια εύκολη υπόθεση. Τα παιδιά αντιδρούν σε αυτή τη προσπάθεια των γονιών, ιδιαίτερα όταν αποτελεί μια κατάσταση πρωτόγνωρη για τα ίδια. Φανταστείτε την αντίδραση ενός παιδιού, το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει μάθει να ακούει ‘όχι’ και ξαφνικά ο γονιός του απαγορεύει κάποια πράγματα, τα οποία τα θεωρούσε φυσιολογικά και δεδομένα. Είναι σίγουρο, το παιδί να δυσανασχετήσει με όλο αυτό και να συνεχίσει και πάλι να λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, αγνοώντας τον γονέα.

Υπάρχουν γονείς, οι οποίοι πιστεύουν ότι ο καταλληλότερος τρόπος για να επιβάλλεις σε ένα παιδί κάποιους κανόνες είναι μέσα από τη χρήση απειλών, με την ένταση της φωνής, που μπορεί να συνδυαστούν και με την άσκηση σωματικής βίας απέναντι στο παιδί. Με αυτό τον τρόπο, το παιδί μπερδεύεται συναισθηματικά και δεν αναγνωρίζει τη λανθασμένη του συμπεριφορά, με αποτέλεσμα συνεχίζει να την επαναλαμβάνει.

Πως οριοθετούμε σωστά το παιδί μας


Ο σωστός τρόπος οριοθέτησης της συμπεριφοράς ενός παιδιού είναι η συζήτηση. Ο γονιός θα πρέπει να χρησιμοποιήσει εκφράσεις ανάλογα πάντα με το επίπεδο ωριμότητας που βρίσκεται το παιδί, ώστε το να είναι σε θέση να κατανοήσει πλήρως τί είναι αυτό που του ζητάει ο γονιός. Ωστόσο, οι τιμωρίες μπορεί να μην έχουν πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Διότι ο γονιός δεν έχει εξηγήσει σωστά στο παιδί τους λόγους για τους οποίους πρέπει να τεθούν αυτά τα όρια.

Η χρησιμοποίηση ορίων και των κανόνων χρειάζεται διάρκεια και σταθερότητα από τη πλευρά του γονέα. Δεν είναι δυνατόν να αλλάξει η συμπεριφορά ενός παιδιού από τη μια μέρα στην άλλη. Σε αυτή τη προσπάθεια, θα πρέπει να συνδράμουν και οι δύο γονείς, ώστε να υπάρξουν αποτελέσματα. Πριν φτάσει ο γονιός στο σημείο να επιβάλλει όρια σε ένα παιδί, θα πρέπει πρώτα να έχει υπάρξει τριπλή προειδοποίηση στο παιδί. Επιπλέον, θα πρέπει το παιδί εξ αρχής να είναι ενήμερο σχετικά με τους κανόνες που θα ακολουθήσει εάν συνεχίσει να έχει αυτή τη συμπεριφορά.

Συνήθως, τα παιδιά προσαρμόζονται πιο γρήγορα στους κανόνες που θέτει ο γονέας, όταν τους στερηθεί κάτι στο οποίο έχουν μια ιδιαίτερη αδυναμία. Σε αυτή τη περίπτωση, το παιδί είναι λογικό και επόμενο να αντιδράσει. Στο σημείο αυτό, ο γονιός θα πρέπει να επιδείξει διάρκεια και αποφασιστικότητα. Επίσης, μετά το πέρας της τιμωρίας, ο γονιός είναι αναγκαίο να συζητήσει με το παιδί, προκειμένου να αντιληφθεί εάν έχει κατανοήσει πλήρως το σκοπό της συγκεκριμένης πράξης.

Συνεργασία μεταξύ των δύο γονιών

Για να αποφευχθούν τυχόν διακρίσεις στα ματιά του παιδιού, θα πρέπει και οι δύο γονείς να είναι αποφασισμένοι ότι θα ακολουθήσουν τις ίδιες μεθόδους. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να ακυρώνει ο ένας γονιός τον άλλο μπροστά στο παιδί. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει πιθανότητα το παιδί να πιστέψει ότι ο γονιός που είναι αυστηρός απέναντί του, ίσως να μην το αγαπάει και να μην το θέλει, σε σύγκριση με τον γονιό που είναι πιο διαλλακτικός απέναντί του.

Θα πρέπει να θυμάστε ότι κανείς δεν έχει γεννηθεί γονιός, ώστε να γνωρίζει πώς ακριβώς θα πρέπει να συμπεριφερθεί απέναντι στο παιδί. Η συγκεκριμένη προσπάθεια χρειάζεται υπομονή και επιμονή.


ΠΗΓΗ:

http://mazigiatopaidi.gr/el/categories/the-psychologists-answer/contents/how-to-set-boundaries-to-our-children/(accessed 21.3.17)

What Your Facebook Posts Say About Your Personality




Facebook updates can reveal narcissism and low self-esteem.


People habitually posting to Facebook about exercise, diets and accomplishments are more likely to be narcissists, a new study finds.


And bragging about accomplishments does tend to attract more attention from friends.

The study’s first author, Dr Tara Marshall, said:


“Although our results suggest that narcissists’ bragging pays off because they receive more likes and comments to their status updates, it could be that their Facebook friends politely offer support while secretly disliking such egotistical displays.

Greater awareness of how one’s status updates might be perceived by friends could help people to avoid topics that annoy more than they entertain.”

The study also found that people who post updates about their current romantic partner are more likely to have low self-esteem.

People who are more conscientious tended to write more updates about their children.

Here are some other associations the study found between personality and Facebook use:



“…extraverts more frequently updated about their social activities and everyday life, which was motivated by their use of Facebook to communicate and connect with others.

People high in openness were more likely to update about intellectual topics, consistent with their use of Facebook for sharing information.” (Marshall et al., 2015).

The conclusions come from surveys of 555 Facebook users.


Dr Marshall continued:


“It might come as little surprise that Facebook status updates reflect people’s personality traits.

However, it is important to understand why people write about certain topics on Facebook because their updates may be differentially rewarded with ‘likes’ and comments.

People who receive more likes and comments tend to experience the benefits of social inclusion, whereas those who receive none feel ostracised.


SOURCE:

http://www.spring.org.uk/2015/05/what-your-facebook-posts-say-about-your-personality.php(accessed 21.3.17)

The study was published in the journal Personality and Individual Differences (Marshall et al., 2015).


Friday, 17 March 2017

Τα χρήματα, η ευτυχία και... η σοκολάτα



Φωτογραφίες και χαμόγελα έξω από οίκο μόδας στη Σαγκάη. Το χρήμα φέρνει την ευτυχία, γράφει η Βρετανίδα ψυχολόγος και συγγραφέας Κλόντια Χάμοντ στο γερμανικό περιοδικό Spiegel.



Το χρήμα φέρνει την ευτυχία, αλλά ταυτόχρονα την καταστρέφει. Η Βρετανίδα ψυχολόγος και συγγραφέας βιβλίου για τη σχέση των ανθρώπων με το χρήμα, Κλόντια Χάμοντ, εξέθεσε στο γερμανικό περιοδικό Spiegel πολλές πτυχές της δύσκολης αυτής σχέσης. Κάποιες τις γνωρίζουμε, αλλά δεν ξέρουμε ότι έχουν τεκμηριωθεί και επιστημονικά, ενώ άλλες προκαλούν έκπληξη.

Γνωρίζατε, παραδείγματος χάριν, ότι η απόλαυση της σοκολάτας μειώνεται αν αυτός ή αυτή που την καταναλώνει έχει δει προηγουμένως φωτογραφίες χαρτονομισμάτων; Οτι η παρακολούθηση εικόνων της φύσης ικανοποιεί τους ανθρώπους λιγότερο όταν είναι πλούσιοι; Και ότι δεν έχουν μόνον οι άνθρωποι δυσκολία να παραχωρούν αυτό που θεωρούν ότι τους ανήκει, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με τους πιθήκους;

«Εχει παρατηρηθεί ότι, στο εσωτερικό μιας κοινωνίας, αυτοί που έχουν μεγαλύτερο εισόδημα είναι πιο ευχαριστημένοι από αυτούς που κερδίζουν λιγότερα. Αλλά φυσικά υπάρχουν καταθλιπτικοί εκατομμυριούχοι και τρισευτυχισμένοι φτωχοί», λέει η Βρετανίδα ψυχολόγος. «Η επίδραση του χρήματος στην ευτυχία είναι πολύ μικρότερη απ’ όσο φανταζόμαστε».

Διάφορες μελέτες έχουν επιχειρήσει να προσδιορίσουν ποιο είναι το εισόδημα πάνω από το οποίο είναι κανείς ικανοποιημένος. «Είναι ένα ποσό που μας γλιτώνει από το άγχος της εξόφλησης των λογαριασμών μας», λέει. Παλαιότερες μελέτες στις ΗΠΑ έθεταν το όριο αυτό στις 20.000 δολάρια ετησίως, άλλες το απογείωσαν στις 500.000 δολάρια, ενώ οι πιο πρόσφατες έρευνες τοποθετούν το «μαγικό» κατώφλι στις 75.000 δολάρια ετησίως.

Εκτός φυσικά και αν κακομάθουμε, αν δηλαδή υποκύψουμε σε αυτό που η ψυχολογία ονομάζει «ηδονιστική προσαρμογή». «Εχει παρατηρηθεί σε ανθρώπους που κερδίζουν το λαχείο ή κληρονομούν ξαφνικά μεγάλα ποσά ότι αρχίζουν να απολαμβάνουν μόνο τα καλύτερα και δεν τους ικανοποιούν πια τα πράγματα που προτιμούσαν έως τότε, π.χ. το αγαπημένο τους σάντουιτς ή μια κούπα τσάι», λέει η Χάμοντ. «Ερευνες έδειξαν ότι για να απολαύσει κανείς ένα κομμάτι σοκολάτα, το κρατάει στο στόμα του 45 δευτερόλεπτα. Αν όμως δει κανείς πρώτα μια φωτογραφία με χρήματα, ο χρόνος μειώνεται στα 32 δευτερόλεπτα», σημειώνει.

«Παιχνίδι» τραπεζικών

Η συγγραφέας έχει ασχοληθεί με το ζήτημα της απληστίας χωρίς όρια. Ζώντας στο Λονδίνο, η Χάμοντ γνωρίζει το «παιχνίδι» των τραπεζικών όταν βγαίνουν μαζί το βράδυ έπειτα από μια ολόκληρη ημέρα καρφωμένοι στα μόνιτορ. Το παιχνίδι λέγεται «show all» και σημαίνει «δείξ’ τα όλα», όπου όλα είναι το περιεχόμενο του πορτοφολιού τους. Ανοίγουν ο καθένας το πορτοφόλι και όποιος έχει περισσότερα κερδίζει μεν, αλλά υποχρεώνεται να τα μοιράσει στους υπόλοιπους. «Σε αυτούς τους κύκλους το χρήμα παύει να είναι πραγματικό, είναι απλώς ένα μέτρο της επιτυχίας τους. Το σλόγκαν τους είναι “γιατί να έχει κανείς ένα γιοτ όταν μπορεί να έχει τρία;”».

Το πώς αισθάνονται οι κερδισμένοι του «show all» δεν έχει ερευνηθεί, έχει όμως ερευνηθεί τι είναι αυτό που προξενεί μεγαλύτερη ευτυχία, «η δαπάνη για ίδιον όφελος ή προς όφελος τρίτου;». Η ομάδα της καθηγήτριας Ψυχολογίας Ελίζαμπεθ Νταν από το Βανκούβερ έδινε στους περαστικούς τυχαία είτε 5 είτε 20 δολάρια. Στους μισούς ειπώθηκε ότι πρέπει να τα ξοδέψουν για τον εαυτό τους και στους άλλους μισούς ότι πρέπει να τα ξοδέψουν για να κάνουν χαρούμενο κάποιον άλλο. Εν συνεχεία, συμπλήρωσαν τυποποιημένα ερωτηματολόγια με τα οποία μετριέται η διάθεση. «Πολύ καλύτερα ένιωθαν οι άνθρωποι που είχαν κάνει κάτι για κάποιον άλλο, ενώ το ύψος του ποσού δεν είχε καμία επίδραση στα αποτελέσματα της έρευνας», σημειώνει η Χάμοντ.

Τέλος, έρευνα με «πειραγμένη» Monopoly, στην οποία ένας παίκτης ξεκινούσε με περισσότερα χρήματα και κάθε φορά που περνούσε από την αφετηρία έπαιρνε περισσότερα από τους άλλους, έδειξε ότι, όπως και στην πραγματική ζωή, αυτοί που σάρωσαν την παρτίδα δεν είπαν ότι το παιχνίδι ήταν «στημένο» υπέρ τους, αλλά ότι οι ίδιοι ήταν πολύ τυχεροί και ικανοί.



ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/900413/article/epikairothta/ygeia/ta-xrhmata-h-eytyxia--kai-h-sokolata(accessed 17.3.17)

Feeling authentic in a relationship comes from being able to be your best self, not your actual self





Feeling authentic in a relationship – that is, feeling like you are able to be yourself, rather than acting out of character – is healthy, not just for the relationship, but for your wellbeing in general. This makes sense: after all, putting on a fake show can be exhausting. But dig a little deeper and things get more complicated because there are different ways to define who “you” really are.

Is the real you how you actually think and behave, for instance? Or, taking a more dynamic perspective, is it fairer to say that the true you is the person you aspire to be: what psychologists call your “ideal self”?

For a paper in Personality and Social Psychology Bulletin, Muping Gan and Serena Chen asked members of the public about this and 70 per cent of them thought that the ability to be your actual self was more important for feeling authentic in a relationship than being able to be your ideal self.

But contrary to this folk wisdom, across several studies, the researchers actually found evidence for the opposite – that is, feelings of authenticity in a relationship seem to arise not from being our actual selves in the relationship, but from feeling that we can be our best or ideal self.



The researchers made this discovery across several surveys conducted on Amazon’s Mechanical Turk website, each involving hundreds of participants of varying ages and in a range of different relationships, from the relatively new to decades-long.

In one survey, participants answered questions about how they acted in their relationship, described what they considered to be their actual self, their ideal self, and they also answered questions about their feelings of authenticity in that relationship (for instance, they rated how much they could “be themselves” when with their partner and how they much they “felt artificial”).

The results showed that feelings of authenticity in the relationship were higher when the way they behaved in the relationship more closely matched what they considered to be their ideal self. This association stayed true even when factoring out the contribution of other more general relationship factors, like relationship satisfaction and commitment. In contrast, being able to act in the relationship in ways similar to how they’d described their actual self did not correlate with feelings of authenticity in the relationship.

In further surveys, the researchers asked participants to perform short thought experiments before measuring their feelings of relationship authenticity. For example, in one survey some participants spent time thinking about ways that they are able to act like their ideal selves in their relationship whereas other participants spent time thinking about the ways they act with their partner that are different from their ideal self. In another case, participants spent time thinking about how the way they act with their partner is the same as their actual self, while others thought about how they are unable to act like their actual selves when with their partner.

The outcomes of these different thought experiments were clear: thinking about the ability to be one’s ideal self in the relationship increased subsequent feelings of relationship authenticity (and thinking of not be able to be one’s ideal self had the converse effect). Meanwhile, thinking about the ability to be one’s actual self in the relationship did not increase feelings of relationship authenticity.

In other words, at least when it comes to feelings of authenticity in a relationship, what seems to matter the most is not that we can be ourselves, as such, but that we can behave as the kind of person we strive to be.

This chimes in an interesting way with another concept in relationship research known as the Michelangelo phenomenon. This is the finding that we tend to make more progress towards our ideal selves when our partner has the same traits that we aspire to have ourselves, through encouragement or acting by example. The name of the concept invokes the idea of our partners helping to reveal our ideal selves, like a sculptor gradually reveals the form of a statue. These new findings suggest that if you have a partner like this, not only will you make more progress toward the kind of person you’d like to be, but that you’ll also have stronger feelings of authenticity in that relationship.

Gan and Chen conclude their paper by suggesting that it might be time to revise the authenticity trope in romantic movies, such as when Mac in Juno says: “Look, in my opinion, the best thing you can do is find a person who loves you for exactly what you are. Good mood, bad mood, ugly, pretty, handsome, what have you…”. Perhaps in the future, the researchers write, “a movie character will dispense advice more along the lines of: “Look, in my opinion, the best thing you can do is find a person who you feel like you are your ‘best you’ with.”


SOURCE:
https://digest.bps.org.uk/2017/03/08/feeling-authentic-in-a-relationship-comes-from-being-able-to-be-your-best-self-not-your-actual-self/(accessed 17.3.17)

Saturday, 11 March 2017


Δεν σιωπώ στη Βία

Παρακάτω παρουσίαζεται η Εκστρατεία Ενάντια στη Βία κατά των Γυναικών του Κέντρου Συμβουλευτικής Γυναικών Θυμάτων Βίας του Δήμου Καστοριάς.
Ζητήσαμε από επτά αξιόλογες γυναίκες, που τις ενώνει η αγάπη τους για την Καστοριά, να στείλουν το μήνυμά τους ενάντια στη βία κατά των γυναικών.
Επτά γυναίκες, που έχουν ξεχωρίσει, η κάθε μια στον τομέα της, δέχθηκαν και μας μίλησαν για τη βία ενάντια στις γυναίκες. Συγκεντρώσαμε τις δηλώσεις τους και σας τις παρουσιάζουμε.


Ευχαριστούμε κάθε μία ξεχωριστά για την τιμή που μας έκανε να συμμετάσχει στην εκστρατεία αυτή, στηρίζοντας έτσι το Κέντρο Συμβουλευτικής Γυναικών του δήμου Καστοριάς, ενισχύοντας ταυτόχρονα τις γυναίκες που υποφέρουν να μιλήσουν, να ζητήσουν βοήθεια, να φροντίσουν τους εαυτούς τους.


Ευχόμαστε η εκστρατεία αυτή να είναι ενα κίνητρο για κάθε γυναίκα να σπάσει τη σιωπή της.















ΠΗΓΗ:
http://supportwomenkastoria.blogspot.gr/p/antiviolence-campaign.html(accessed 11.3.17)


High population density seems to shift us into a future-oriented mindset




In the UK we’re familiar with the practical implications of increasing population density: traffic jams, longer waits to see a doctor, a lack of available housing. What many of us probably hadn’t realised is how living in crowded environment could be affecting us at a deep psychological level, fostering in us a more future-oriented mindset or what evolutionary psychologists call a “slow life history” strategy.

In their paper in the Journal of Personality and Social Psychology, Oliver Sng at the University of Michigan and his colleagues present a range of evidence that shows how this strategy plays out in the more patient ways that we approach our relationships, parenting and economic decisions. In essence, the researchers are proposing that the presence of greater numbers of other people in close proximity prompts us to invest in the future as way to compete more effectively.



The idea behind life history theory comes from observing variations in behaviour between and across species, mainly in terms of how they approach reproduction. Species with longer life-spans that live in greater population densities tend to favour more investment in fewer offspring who take more time to develop. In contrast, species living in lower densities and at great risk of predators tend to favour a short-term strategy, for example having as many offspring as early as possible in the hope that at least some will survive. There’s also evidence that the same species, such as Chinook salmon, adjust their mating strategies to the short- or long-term depending on the kind of environment they’re in.

To test how this might play out with humans, Oliver Sng and his team began by comparing the population densities of countries around the world with a range of parenting and relationship-related outcomes. They found that people in more densely populated countries tend to plan more for the future, have fewer children, have them later, invest in more long-term relationships, and place a greater emphasis on education (this pattern held even after accounting for between-country differences in urbanisation, economic development and population size ). The same pattern also applied across US states: those with greater population density expressed a more future-oriented focus, a “quality over quantity” approach in terms of relationships and child-rearing, and placed more importance on education.

There are problems with how to interpret this kind of correlational data (for instance, there could be unknown factors involved) so the researchers also conducted some experiments. They found that asking participants to read an apparent New York Times story about increasing population density in the US led them to favour future financial rewards over more immediate gains in a simple economic game. Listening to the soundtrack of a large human crowd, as opposed to white noise, had a similar effect.

The researchers also showed that the effects of population density reminders seem to be specific to our stage of life. When undergrad students read the New York Times article about America’s increasing crowding, as opposed to an article about rising squirrel populations, they tended to say they favoured investing more in fewer relationships, but their answers about how many children they wanted, or how much they prioritised education, were unaffected. In contrast, reading about increasing population density led an older group of participants (average age 30) to say they favoured investing more time and effort in having fewer children.

Sng and his colleagues said their results are preliminary: we need more data to confirm these effects and also to explore the potential mechanisms behind them. They believe many mechanisms are likely at play, including population density affecting our hormones and brain development, our motivations (for example, leading us to realise that we need to increase our chances of competing successfully in future), and cultural norms, for example mores around sex and relationships. “Much remains to be examined,” they concluded. “We hope this initial foray will generate renewed interest in a topic that has been all but forgotten, and encourage the field of research on density to become a little more crowded.”


SOURCE:

https://digest.bps.org.uk/2017/03/02/high-population-density-seems-to-shift-us-into-a-future-oriented-mindset/(accessed 11.3.17)

Wednesday, 8 March 2017

Οι ασυνήθιστες κάλτσες προδίδουν... ευφυΐα





Οι «τρελές» κάλτσες μάς δείχνουν πιο έξυπνους και επιτυχημένους. Η συμμόρφωση με τα κοινώς παραδεκτά είναι, για πολλούς από εμάς, ο τρόπος που ζούμε τη ζωή μας. Το ίδιο ισχύει και για τα ενδύματα που χρησιμοποιούμε, όπως είναι οι κάλτσες που φοράμε.

Ναι, οι κάλτσες μπορεί να μην είναι το πιο προφανές κομμάτι της ένδυσής μας, όμως λένε πολλά και για εμάς τους ίδιους αλλά και για το πώς μας βλέπουν οι άλλοι.

Κι αν οι άνδρες φορούν «τρελές» κάλτσες κι όχι τις συνηθισμένες μαύρες, μπλε, γκρίζες; Τι λένε αυτές; Απάντηση προσπαθεί να δώσει μελέτη ερευνητών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, η οποία, πρόσφατα, δημοσιεύθηκε στο Journal of Consumer Research. Οι ειδικοί διερεύνησαν τη θεωρία ότι αυτοί που έχουν αντικομφορμιστική συμπεριφορά όσον αφορά τις κάλτσες που διαλέγουν θεωρούνται από το περιβάλλον τους ως έχοντες πιο υψηλό στάτους και ως κατέχοντες περισσότερες δεξιότητες απ’ ό,τι οι συμβατικοί (στην επιλογή κάλτσας, πάντα). Με λίγα λόγια, αυτούς με «παλαβές» κάλτσες μπορεί να τους βλέπουμε ως πιο ευφυείς, πιο δημιουργικούς, πιο επιτυχημένους!

«Πιστεύουμε ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι αντισυμβατικές συμπεριφορές μπορεί να είναι πιο ευεργετικές σε κάποιον από το να προσπαθεί, απλώς, να ταιριάξει με τα κοινώς παραδεκτά», γράφουν οι πανεπιστημιακοί ερευνητές.

ΠΗΓΗ:
http://www.kathimerini.gr/897355/article/epikairothta/episthmh/oi-asynh8istes-kaltses-prodidoyn-eyfyia(accessed 8.3.17)

Tuesday, 7 March 2017

Γυναίκες που νίκησαν τον καρκίνο δείχνουν περήφανα τις ουλές από τη μαστεκτομή τους



16 γυναίκες που έδωσαν τη μάχη με τον καρκίνο έστειλαν ένα ηχηρό μήνυμα από την πασαρέλα στην εβδομάδα μόδας







Στην πασαρέλα της Εβδομάδας Μόδας της Νέας Υόρκης περπάτησαν γυναίκες που κατάφεραν να νικήσουν τον καρκίνο του μαστού, επιδεικνύοντας με υπερηφάνεια τις ουλές από την μαστεκτομή.




Οι 16 συνολικά γυναίκες φορούσαν εσώρουχα και νυχτικά του οίκου AnaOno, που σχεδιάζει ρούχα ειδικά για γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε μαστεκτομή, αποκατάσταση μαστού ή εγχείριση επί του μαστού αφότου διαγνώστηκαν με τη νόσο.



Στην επίδειξη μόδας, η ατμόσφαιρα ήταν ιδιαιτέρως φορτισμένη και συγκινητική, συμμετείχαν «μοντέλα» όλων των ηλικιών. Μία από τις γυναίκες ήταν μόλις 18 ετών όταν διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού.





(Arun Nevader/Getty Images for Art Hearts Fashion)







(Arun Nevader/Getty Images for Art Hearts Fashion)





Οι γυναίκες περπάτησαν στην πασαρέλα φορώντας μπότες και εσώρουχα και οι περισσότερες βγήκαν topless, αποκαλύπτοντας τα σημάδια από την μάχη τους με τον καρκίνο του μαστού. Άλλες πάλι ξεκίνησαν φορώντας σουτιέν, το οποίο στη συνέχεια έβγαλαν, δείχνοντας το στήθος τους όπως είναι σήμερα, μετά από διπλή μαστεκτομή και αποκατάσταση μαστού, ενώ το πλήθος χειροκροτούσε δυνατά.





(Arun Nevader/Getty Images for Art Hearts Fashion)







(Arun Nevader/Getty Images for Art Hearts Fashion)





Η 31χρονη Ericka Hart, που υπεβλήθη σε διπλή μαστεκτομή στα πρώτα στάδια μετά την διάγνωση της νόσου, ήταν ανάμεσα στις γυναίκες που συμμετείχαν στο σόου και έκανε εγχείριση αποκατάστασης μαστού το 2015. Όπως είπε, δυσκολεύτηκε στη διαδικασία καθώς δεν υπήρχαν οπτικά παραδείγματα αποκατάστασης ουλών σε μαύρες γυναίκες ώστε να τα κοιτάξει πριν υποβληθεί στην εγχείριση. Γι' αυτό το λόγο και επέλεξε να ποζάρει topless ώστε να στείλει ένα μήνυμα στις υπόλοιπες μαύρες γυναίκες που βιώνουν την ίδια εμπειρία, πως δεν είναι μόνες τους.





(Arun Nevader/Getty Images for Art Hearts Fashion)







(Arun Nevader/Getty Images for Art Hearts Fashion)





Τα έσοδα από το σόου θα πάνε στην μη κυβερνητική οργάνωση Cancerland για τους ασθενείς με καρκίνο του μαστού.


ΠΗΓΗ¨
http://www.athensvoice.gr/archives/10-pragmata-poy-moy-emathe-i-marina-abramovic-gia(accessed 7.3.17)

Most People Don’t Know This Is The Best Way To Empathise






People are mistaken about the best way to understand other people’s minds.


The best way to know other people’s minds is to put yourself in their shoes, new research suggests.


This is not what people expect, though.

Instead, people assume that reading facial expressions and body language is a better way of understanding the emotional states of others.

Study authors, Drs Haotian Zhou and Nicholas Epley said:


“People expected that they could infer another’s emotions by watching him or her, when in fact they were more accurate when they were actually in the same situation as the other person.

And this bias persisted even after our participants gained firsthand experience with both strategies.”

The results come from a study which tested different ways of reading emotional states.

Putting yourself in someone else’s shoes provided greater emotional insight than trying to read facial expressions.


Strangely, people do not appreciate the benefits of putting themselves in someone else’s shoes.


They thought that reading facial expressions and body language would be better.

The experimenters gave people in the study hints about the best way to understand emotions, but still, they persisted with trying to read body language.

In one re-run, people attempted to read their own facial expressions from a month earlier in preference to empathising.

Zhou and Epley said:


“Our most surprising finding was that people committed the same mistakes when trying to understand themselves.

They dramatically overestimated how much their own face would reveal, and underestimated the accuracy they would glean from being in their own past shoes again.”

The study’s authors conclude:


“Only by understanding why our inferences about each other sometimes go astray can we learn how to understand each other better.”

SOURCE:

http://www.spring.org.uk/2017/03/best-way-empathise.php(accessed 7.3.17)

The study was published in the journal Psychological Science(Zhou et al., 2017).

It’s all the cuddling – psychologists explore why people who have more sex are happier




An impressive amount of research has linked frequency of sex with greater happiness. One study even put a monetary estimate on it. They said that the happiness spurt from having sex once a week compared with monthly is similar to the boost you’d get from earning an extra $50,000 a year (though for anything more frequent than weekly sex, the benefits seemed to tail off).

Asking if and why more sex makes us happier may sound like asking the blindingly obvious, but of course a lot of pleasurable activities don’t have long-term emotional benefits; it’s also tricky to rule out the simple alternative possibility that we’re more likely to have sex if we’re happy.

In a series of studies in Personality and Social Psychology Bulletin, psychologists in Switzerland and Canada have looked beyond the immediate bliss that sex can bring, and they say that the main reason that more sex seems to contribute to greater long-term happiness is because of all the cuddling (and other expressions of affection) that’s involved, both at the time, and for hours afterwards.

In Talking It Over, Julian Barnes writes that “Love is just a system for getting someone to call you darling after sex”; this new research suggests that sex is a system for getting someone you love to call you darling, and to give you a big cuddle.

Anik Debrot at the University of Fribourg and her colleagues conducted two surveys, the first involving 335 participants, recruited on Amazon’s Mechanical Turk site, who were in a romantic relationship, and the second involving both partners in 74 couples recruited in the San Francisco Bay Area in California. The vast majority of participants were heterosexual. They answered questions about how often they had sex, about how much affectionate touch went on in their relationship (e.g. cuddling, hugging, kissing and caressing) and rated their life satisfaction or how much they typically experienced positive emotions like joy and contentment.

Having more sex was correlated with greater life satisfaction and experiencing more positive emotions, consistent with past research. But when the researchers factored amount of affection into the equation, the sex–happiness link all but disappeared (with one exception – to the researchers’ surprise they found this wasn’t true for women in the second survey). The overall implication of the surveys was that more sex leads to more happiness because it promotes affection.

The researchers also conducted two “experience-sampling” studies. The first involved 106 couples, most of them married, with children. Each participant kept a diary for ten days, noting their sexual activity, including any erotic moments; their affectionate experiences, including “moments of love and security” and “affectionate or thoughtful signs from my partner”; and their emotions. They kept these records in the morning before work; after work; during the 45 minutes after reunion with their partner; and during the last hour before bed.

Similar to the earlier surveys, this showed that sex in the preceding 24 hours was associated with feeling more positive emotions in the morning, but that this correlation was greatly reduced once affection in the preceding 24 hours was taken into account. In other words, sex seemed to lead to positive emotions because sex tended to go hand with love and cuddles. Indeed, sex without affection was extremely rare (this only happened on 4.2 per cent of occasions according to the diaries).

The researchers also caught up with these couples six months later. More sex during the diary part of the study foretold greater relationship satisfaction all these months later, but only when that earlier sex had been associated with the experience of positive emotions.

A methodological challenge for this topic is that it’s not easy to conduct a controlled experiment in which you instruct participants how much sex or cuddling to get involved in and then look at the effects on their well-being (even if you tried such a study, it wouldn’t exactly be comparable to real-life). To try to get round this, the researchers looked to see whether sex at one time point was associated with more affection later on, which would help support their ideas about how sex promotes affection.

To this end, the final study involved 58 heterosexual couples keeping notes on their sexual activity and affection (defined here as “moments of love and affection”) via a smartphone several times a day for two weeks: at waking, at midday, at 6pm and before going to bed. This showed that when participants reported having sex at one time point, they were more likely to report experiencing affection not just at that time, but also at the next data entry hours later. This still doesn’t prove sex causes affection and that affection causes the happiness that’s previously been linked with sex, but it’s consistent with that interpretation of things.

Debrot and her team said their studies represented a rare attempt to bridge the typically separate fields of sex research and relationship research. “When engaging in sex, people not only seek an intimate connection, but indeed experience more affection, both when having sex and in the next several hours,” they said. “Hence sex seems not only beneficial because of its physiological or hedonic effects, but because it promotes a stronger and more positive connection with the partner.”

They added that their findings could help some couples – for example, at times when sex isn’t possible for whatever reason, the results suggest that making the effort to be affectionate could be beneficial for wellbeing and the relationship. Conversely, the researchers said, “sexual activity might compensate for the diminished well-being in partners having difficulties adequately exchanging affection.”


SOURCE:

https://digest.bps.org.uk/2017/02/27/its-all-the-cuddling-psychologists-explore-why-people-who-have-more-sex-are-happier/(accessed 7.3.17)