Thursday, 9 July 2020

Η απίστευτη σοβαρότητα του παραμυθιού





Είναι το παιδικό παραμύθι ικανό να συμβάλλει στην σχολική επίδοση του παιδιού; Η απάντηση είναι πως μπορεί να το βοηθήσει εξίσου, στο σχολείο και στην καθημερινή του ζωή. Οι φίλοι μας, τα βιβλία, μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τόσο σε πρακτικά κομμάτια όπως είναι η σχολική επίδοση όσο και στην αποκόμιση ανώτερων γνώσεων σχετικά με την λειτουργία του γραπτού λόγου στην καθημερινότητα μας.

Από το 106 π.Χ. κιόλας ο Κικέρων είχε πει πως αν έχεις έναν κήπο και μια βιβλιοθήκη, έχεις όλα όσα σου χρειάζονται. Κατά τα πρώτα χρόνια ζωής του παιδιού, το μπαλάκι για τον κήπο και για την βιβλιοθήκη πέφτει στους γονείς. Πολλές φορές οι γρήγοροι ρυθμοί της καθημερινότητας, μας απομακρύνουν από τα βιβλία, που για να τα απολαύσεις πρέπει να αφιερώσεις χρόνο. Για ένα παιδί, όμως, τα βιβλία έχουν ζωτική σημασία και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του τα στερήσει.

Αν σκεφτούμε τις πιο πρακτικές απολαβές ενός παραμυθιού θα δούμε πως οι γονείς που διαβάζουν βιβλία στην καθημερινότητα τους, βοηθούν τα παιδιά τους ώστε να αναπτύξουν κοινωνική ρουτίνα με αυτά.

Πιο απλά, τα παιδιά εκείνα, χωρίς να τα έχει εκπαιδεύσει κάποιος, γνωρίζουν πως να κρατούν σωστά ένα βιβλίο και να γυρνούν τις σελίδες για να ακούσουν την ιστορία παρακάτω. Έχουν επίγνωση του τρόπου με τον οποίο πρέπει να το προσέχουν για να μην χαλάσει. Οι δεξιότητες της γραφής και την ανάγνωσης έχουν τοποθετημένες τις ρίζες τους στην πρώιμη επαφή των παιδιών με τα βιβλία.

Ως προς το περιεχόμενο του βιβλίου, τα παιδιά αντιλαμβάνονται πως οι εικόνες ταυτίζονται με τα γραμματικά σύμβολα. Η επαφή τους με τα βιβλία, χωρίς να έχουν πάει σχολείο, τους μαθαίνει ότι κάθε σύμβολο (γράμμα) έχει έναν ήχο κι ότι οι ήχοι- γράμματα, που δείχνει αυτός που τους διαβάζει με το δάχτυλο του, φτιάχνουν όλα μαζί την λέξη που ακούν ταυτόχρονα. Παράλληλα, αποκτούν την δεξιότητα να ταυτίζουν τις λέξεις αυτές, με την εικόνα που βλέπουν και κάπως έτσι αρχίζουν να κατανοούν το πλαίσιο και την πλοκή της ιστορίας.

Διαβάστε σχετικά: Το διάβασμα μόλις 20 σελίδων την ημέρα έχει θετική επίδραση στην ψυχολογία μας

Η διαδικασία αυτή μπορεί να γίνει εξαιρετικά ευχάριστη όταν τα βιβλία είναι κατάλληλα για την ηλικία του παιδιού αλλά και για τα ενδιαφέροντα του, ένα θέμα για το οποίο θα μιλήσουμε σε επόμενο άρθρο. Τα παιδιά με την κατάκτηση των παραπάνω δεξιοτήτων έχουν το πλεονέκτημα, όταν πάνε σχολείο να έχουν μεγαλύτερο κίνητρο μέσα στην σχολική αίθουσα.

Σε αντίθεση, τα παιδιά που δεν έμαθαν να διασκεδάζουν με τις ιστορίες, και συνεπώς δεν είναι τόσο κινητοποιημένα ώστε να μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν, θα πρέπει να καταβάλουν μεγαλύτερο κόπο κατά τα πρώτα τους σχολικά χρόνια.

Η κατάκτηση της κοινής προσοχής είναι ένα ακόμα πλεονέκτημα των παιδιών που έχουν, από την πρώιμη ηλικία, επαφή με τα βιβλία. Η διάθεση τους, δηλαδή να μοιραστούν αντικείμενα και στιγμές με έναν άλλο άνθρωπο χωρίς αυτό να τα αποσπά. Η δεξιότητα αυτή είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη για τα σχολικά χρόνια των παιδιών. Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε πως τα παιδικά παραμύθια εκτός από πρακτικές δεξιότητες ενισχύουν και την επίγνωση των παιδιών στην λειτουργία του γραπτού λόγου.

Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά που αναγνωρίζουν την λειτουργία των λέξεων μέσα από τα βιβλία, την εφαρμόζουν και στην καθημερινότητα τους. Οι λέξεις στην αρχή θα λειτουργούν σαν ολοκληρωμένες εικόνες τις οποίες το παιδί θα χρησιμοποιεί προς όφελος του, όπως είναι οι πινακίδες, τα λογότυπα, τα σήματα κ.α.

Από τα πρώτα σχολικά χρόνια κιόλας, δεν είναι τυχαίο που τα παιδιά που έχουν επαφή με τα βιβλία παρουσιάζουν έναν πιο πλούσιο και ολοκληρωμένο προφορικό και γραπτό λόγο. Οι ιστορίες που διαβάζουμε στα παιδιά τους παρέχει ένα πλαίσιο σχετικά με τον τρόπο που θα πρέπει τα ίδια να οργανώσουν τις πληροφορίες όταν λένε ιστορίες μόνα τους.

Φυσικά, τα βιβλία αποτελούν πάντα μια αστείρευτη πηγή νέου λεξιλογίου αλλά και ιδεών. Όσο πιο πολλά βιβλία έχει ξεφυλλίσει ένα παιδί τόσο πιο πλούσια φαντασία θα αναπτύξει. Αποτέλεσμα σε αυτό, είναι ένας μελλοντικός μαθητής με διευρυμένες δεξιότητες σε μαθήματα που απαιτούν την ανάπτυξη δικών τους κειμένων.

Όπως είναι φυσικό, ένα παιδί που έχει μάθει να ζει με τα βιβλία παρέα θα είναι στο μέλλον ένας πιο ολοκληρωμένος άνθρωπος. Θα έχει έναν ακόμα τρόπο για να περνά όμορφα την ώρα του ενώ παράλληλα θα εξευγενίζει την ψυχή του και θα αναπτύσσει τις δεξιότητες του. Δεν λέμε πως το να μην διαβάζεις βιβλία είναι κακό ή πως ταιριάζει σε όλους, λέμε όμως πως το να διαβάζεις βιβλία μπορούν να κάνουν την καθημερινότητα σου πολύ πιο πλούσια και εύκολη.

Τα παιδιά από μικρή ηλικία θα εκτεθούν σε νέους κόσμους, νέους πολιτισμούς, νέες γλώσσες, εικόνες, ιδέες, φαντασία. Θα μπορούν να δείξουν τον κόσμο τους μέσα από αυτά που θα μαθαίνουν πολύ πιο επιδέξια και προσιτά σε μικρούς και μεγάλους. Το παιδικό παραμύθι όπως και κάθε βιβλίο έχει στόχο να ανοίξει ορίζοντες και ν’ απαλύνει το μέσα όλων μας, μικρών και μεγάλων.

Μην νομίζετε γονείς, πως δεν έχετε να κερδίσετε κι εσείς από τα παιδικά παραμύθια. Θα είναι και πάλι μια δραστηριότητα για εσάς και το παιδί σας που θα μάθετε, θα γελάσετε, θα σκεφτείτε και θα ονειρευτείτε. Ο χρόνος με τα παιδιά σας είναι πολύτιμος και ένα καλό βιβλίο μπορεί πάντα να σας συντροφεύει όπου κι αν βρίσκεστε.

ΠΗΓΗ:

Wednesday, 8 July 2020

Παχυσαρκία: Ο ρόλος της ψυχικής υγείας στην αντιμετώπισή της







Η παχυσαρκία δεν είναι επιλογή και το να κάνουμε αυτά τα άτομα να ντρέπονται έχει ως αποτέλεσμα οι ίδιοι να αισθάνονται όλο και χειρότερα, σύμφωνα με νέα αναφορά κορυφαίων ψυχολόγων.







Οι ψυχολόγοι πιέζουν για αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο μιλάμε και τονίζουν ότι πρέπει να λέμε «άνθρωπος με παχυσαρκία» αντί για «παχύσαρκος».

Τα επίπεδα παχυσαρκίας στην Αγγλία αυξήθηκαν κατά 18% από το 2005 έως το 2017. Τα ποσοστά στη Ουαλία, τη Σκωτία και τη Βόρεια Ιρλανδία είναι παρόμοια. Αυτό σημαίνει ότι ένας στους τέσσερις Βρετανούς είναι παχύσαρκος και τα δύο τρίτα των Βρετανών είναι υπέρβαρα.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι αδύνατο ξαφνικά οι άνθρωποι να έχασαν τη θέλησή τους και τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν αλλού.







Στην παρούσα αναφορά καθίσταται ξεκάθαρο ότι αυτοί που είναι πιθανότερο να γίνουν παχύσαρκοι είναι εκείνοι που έχουν γενετική προδιάθεση και αυτοί που ενθαρρύνονται από τον περίγυρό τους (οικογένεια, σχολείο, φίλοι, εργασιακό περιβάλλον) να τρώνε υπερβολικά και να μην ασκούνται.

Ιδιαίτερα κινδυνεύουν επίσης εκείνοι που ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές καθώς το περιβάλλον τους προσφέρει περιορισμένες ευκαιρίες άσκησης και εύρεσης καλής ποιότητας προσιτών οικονομικά τροφίμων: οι άνθρωποι αυτοί συχνά βιώνουν υψηλά επίπεδα άγχους και έχουν τραυματικές εμπειρίες.

Το γεγονός ότι συχνά καμπάνιες δημόσιας υγείας, γενικοί γιατροί και υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής χλευάζουν τα άτομα αυτά για το βάρος τους επιδεινώνει τον φαύλο κύκλο υπερφαγίας και συνακόλουθης πρόσληψης βάρους.

Η Έντζειλ Τσάτερ, συντάκτρια της αναφοράς και καθηγήτρια υγείας και συμπεριφοράς του Πανεπιστημίου Bedfordshire, τονίζει την ανάγκη οι ψυχολόγοι να εκπαιδεύσουν τους γιατρούς ώστε να διαχειρίζονται καλύτερα την παχυσαρκία.



«Μπορεί να έχεις τη μεγαλύτερη θέληση αλλά αν δεν έχεις πρόσβαση στις υγιεινές τροφές δεν μπορεί να γίνει τίποτα» προσθέτει η ίδια.

Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η παχυσαρκία θα πρέπει να αντιμετωπιστεί όπως το κάπνισμα, που πλέον έχει μειωθεί σημαντικά.

Ο Σαρμπ Μπάγια από τη Βρετανική Ψυχολογική Εταιρεία τονίζει ότι πρέπει όχι μόνο να εστιάσουμε την προσοχή μας στα άτομα με παχυσαρκία αλλά να απευθυνθούμε και στη δημόσια πολιτική η οποία είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος στο οποίο τα άτομα δε θα γίνονται παχύσαρκα.

ΠΗΓΗ:













Monday, 6 July 2020

Self-Compassion Can Protect You From Feeling Like A Burden When You Mess Things Up For Your Group




By guest blogger Itamar Shatz

It feels bad to know that you’ve messed up, especially when other people have to pay a price for your actions. Unfortunately, this feeling is something that most of us end up experiencing at one point or another — when we’re placed on a team with other people at school or at a job, for instance, and make a mistake that forces our team members to do more work as a result.

However, recent research, published in Social Psychology by James Wirth at Ohio State University and his colleagues, shows that there is a trait that can reduce those negative feelings, called “self-compassion”.



Self-compassion is composed of three components: self-kindness, which involves showing kindness to yourself, mindfulness, which involves keeping your emotions balanced, and common humanity, which involves recognising that everyone experiences challenges. Past work has shown that self-compassion can be beneficial from an emotional perspective, for example by protecting people who write about their emotional pain, and by helping people with chronic pain lead happier and more active lives.

To see whether self-compassion could also protect people from the negative feelings that occur when they perform poorly in a way that hurts their group, the researchers conducted a series of online experiments, each with around 160 to 300 participants.

In the first experiment, participants imagined playing a trivia game as part of a team. Some imagined that they performed as well as their team members, while others imagined that they performed poorly, and thus reduced the team’s number of correct answers.

In the second experiment, participants actually engaged in a team task, in which they saw three words, and had to find a fourth word that linked them together. Some participants were told that they performed as well as their team members (who were actually computer agents), while others were told that they performed worse and that as a result, the team did not get enough answers correct and would have to answer more questions as a penalty.

In both cases, when people performed (or imagined performing) poorly, they experienced more negative emotions, suffered from lower self-esteem, felt more burdensome and ostracised, and expected more exclusion from other group members.

However, self-compassion significantly reduced these negative outcomes: participants who were high in self-compassion did not experience as many negative emotions and concerns over being a burden as those who were low in self-compassion.

In two further experiments, the researchers attempted to untangle the effects of poor performance from those of harming one’s group. In one experiment, participants were either asked to recall a time when their poor performance harmed members of their group, or when they performed poorly but not in a way that harmed their group. In the other, participants engaged in the same word creativity task as before. This time, however, all participants were told that they performed worse than their team members, but some were told that their team would be impacted by this, while others were told that there would be no harm to their team.

These studies showed that when their poor performance also harmed other members of their group, participants felt more negative social consequences, such as feeling burdensome. Again, self-compassion seemed to buffer against these negative effects.

The study does have some limitations, as the researchers themselves note. For example, the experiments were conducted in an online setting, where participants did not directly experience the in-person social interaction that plays an important role in these kinds of situations. Still, it’s encouraging that most of the study’s main findings replicated across all of the individual experiments.

Overall, these findings help explain why some people feel crushed when they make mistakes, while others manage to cope well. Furthermore, they suggest that practising self-compassion might help you cope with difficult situations where you feel you are being a burden on others. For example, if you’re part of a group project and you make a mistake, you could benefit from reminding yourself that everyone makes mistakes sometimes, and that you shouldn’t be too hard on yourself if you do so. If you’re someone who’s not naturally self-compassionate, this may be difficult, but as the researchers note, with enough practice, it might be possible to increase your self-compassion over time.

SOURCE:

Thursday, 2 July 2020

Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΣΤΗ ΣΧΕΣΗ


ΣΚΕΨΕΙΣ ΤΟΥ ΘΑΝΟΥ ΑΣΚΗΤΗ



Μοναξιά και σχέση είναι δύο λέξεις που στο άκουσμά τους φαντάζουν αντιφατικές. Εύλογα αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν σε μία σχέση, που κάποιος έχει επιλέξει να μοιραστεί τη ζωή του με κάποιον άλλον άνθρωπο, να βιώνει το αίσθημα της μοναξιάς! Και όμως η μοναξιά «χτυπάει» την πόρτα του ζευγαριού, εμβόλιμα μπαίνει στη ζωή του και με περισσή ευκολία απειλεί τη σχέση του και γκρεμίζει τις προσδοκίες του.

Πώς άραγε και για ποιους λόγους φτάνουν δύο άνθρωποι στο σημείο να νιώθουν έτσι; Πολλοί υποστηρίζουν πως η σημερινή εποχή, ο σύγχρονος τρόπος ζωής, το επαγγελματικό άγχος, το κυνήγι της ευμάρειας και του καταναλωτισμού, δυσκολεύουν το άτομο άρα και τη σχέση του με το άλλο φύλο.

Συχνά, οι ίδιοι οι άνθρωποι δημιουργούν μέσα στη σχέση τους τις προϋποθέσεις της μοναξιάς τους. Σταματούν να επικοινωνούν με τον σύντροφό τους, δεν εκφράζουν της αληθινές τους ανάγκες ή τις εκφράζουν με τρόπο αυταρχικό και χρεωστικό, κρύβοντας έτσι ο ένας από τον άλλον τις ανάγκες και τα «θέλω» του. Άλλοτε πάλι επιλέγουν να μιλούν μέσα από τη σιωπή τους. Αρχίζουν να αντιπαθούν τα πράγματα που τους γοήτευαν αρχικά στον άνθρωπο τους και έτσι, ενώ στην αρχή θεωρούσαν για παράδειγμα τον αυθορμητισμό του συντρόφου τους γοητεία, τώρα το μεταφράζουν ως αφέλεια, ανωριμότητα ή αδιαφορία. Εγκλωβίζονται στο άγχος της δικής τους καθημερινότητας και σκεπτόμενοι εγωιστικά θεωρούν πως ο άλλος δεν είναι ικανός να τους καταλάβει. Η μοναξιά αντανακλάται με γοργούς ρυθμούς και στη σεξουαλική τους ζωή, όπου και αυτή αρχίζει δειλά να «υποφέρει», αφού οι επαφές αραιώνουν δραματικά σε ένα κλίμα συναισθηματικά ψυχρό και σεξουαλικά άγευστο και άχρωμο. Οι ώρες που κάθονται αμίλητοι, προσηλωμένοι μπροστά στην τηλεόρασή είναι η κοινή τους στιγμή… μόνο που ακόμα και τότε ο καθένας είναι αποσυρμένος στις δικές του σκέψεις, εικόνες και όνειρα και βιώνει τη μοναξιά του στον προσωπικό του μικρόκοσμο.

Μέσα από την παραπάνω διαδικασία οδηγούνται οι σύντροφοι στη συναισθηματική μοναξιά, που αφορά ένα αόριστο και γενικευμένο αίσθημα κενού και έλλειψης ικανοποίησης, ενώ η διαπίστωση ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των προσδοκιών και της ρεαλιστικής απεικόνισης της σχέσης, τους βυθίζει ακόμα πιο πολύ. Στο κλίμα αυτό, όπου κυριαρχεί η σιωπή, η απόσταση, η συναισθηματική ψυχρότητα και τελικά η σεξουαλική απομάκρυνση, οι σύντροφοι αντί να μιλήσουν, επιλέγουν να ζουν βολεμένοι ο καθένας στη μοναξιά του, ακολουθώντας σε μια δυαδική σχέση τη δική του μοναχική πορεία. Επιλέγουν λοιπόν να μιλούν μέσα από τη σιωπή τους, ζώντας μαζί αλλά ουσιαστικά μόνοι…

Η μοναξιά του καθενός είναι σκληρή επιλογή αλλά η μοναξιά της σχέσης είναι αδυσώπητη και προμηνύει το τέλος της…

ΠΗΓΗ:



Wednesday, 1 July 2020

Why Do We Overestimate The Importance Of The Country We Live In?


 


By Matthew Warren

What proportion of world history is the United Kingdom responsible for? While it’s clearly hard to put an exact number on it, you might be surprised by the answers participants gave in a 2018 study: on average, Brits believed that the country has contributed a whopping 55% of the total history of the world. And they weren’t alone: participants from 34 other countries all rated their own nations as having outsized contributions, from 11% in Switzerland to 61% in Russia.

Other work has found that people make similar claims about the regions they live in: one study found that Americans believe their own state is responsible for 18% of the nation’s history, despite just being one of 50 in the country. Now a series of studies in Memory & Cognition has looked at exactly why people make these judgements, known as “collective overclaiming”.

In the new paper, Morgan Quinn Ross at The Ohio State University and colleagues studied the phenomenon through the lens of support theory. Simply put, this theory states that the way an event is described influences how likely we believe it is to occur. In particular, if an event is “unpacked” into its constituent parts, we generally see it as more likely. For instance, people believe that a plane crash is more likely when they think about the possible causes of plane crashes — human failure, terrorism, and so on — than when they just think about the likelihood of a plane crash in general.

Across a series of five studies, the team examined whether a similar kind of bias could account for our tendency to overclaim the contributions of a particular region. In the first, 302 participants read about a fictitious country, Oloram, and were asked how much the territory Adivigan was responsible for the historical developments of the country. Crucially, participants either learned that there were a total of 5, 20, or 50 territories, of which Adivigan was just one, and were told to keep in mind that the total contribution of all territories should equal 100%.

Without any other information to go on, it would seem to make sense simply to estimate the contribution of Adivigan as a proportion of the total number of territories (i.e. 20% for the 5 territory condition or 2% for the 50 territory condition). And in the 5 territory condition, participants weren’t far off: on average they estimated that Adivigan was responsible for 23% of the country’s history. But participants considerably overestimated the contribution for the 20 and 50 territory conditions (average responses were 16% and 12% respectively, while the mathematically correct responses would be 5% and 2%).

This study showed that the extent of overclaiming increased when there were more territories. The researchers suggest that this may be because with people’s focus concentrated on Adivigan, they tend to lump all the other regions together, rather than considering them as many individual territories (i.e. they don’t “unpack” them, in the language of support theory). This means people are prone to underestimate the role of these other regions — particularly when there are more of them.

To test this idea further, the team asked a separate set of participants to complete a similar task, except this time they all read that Oloram had 5 territories. Some participants again rated the contribution of just one region, while the others rated all five. As expected, when the participants had to “unpack” the scenario by rating all of the territories, they were spot on, rating the contribution of each as 20%. But when they rated just one of the territories, they again overestimated its contribution at 39%.

In a later study, the team looked at whether the amount of information given to participants influenced their judgements. In the “minimal content” condition, they simply read that Adivigan was one of Oloram’s 20 territories; in the “content” condition they were given facts about the territory (e.g. that it has prominent shipping and trade industries and boasts a popular forest); and in the “detailed content” condition they read more detailed information (e.g. that it has more than 30 financial institutions and several rare tree species).

In all conditions, participants once again overestimated Adivigan’s contributions to the history of the country. But participants who received more information overestimated these contributions the most: those in the detailed content condition rated the contribution at 36%, compared to 14% in the minimal content condition.

Overall, the results suggest that our tendency to overclaim may at least partly be the result of cognitive biases: we overestimate the contributions of the region that is most salient to us or that we know most about — whether that is Adivigan or the UK. And while in the real world there’s probably an element of nationalism at play as well, the fact that these biases were seen even for fictitious territories suggests that that can’t be the sole explanation.

Most importantly, the findings also suggest a way to overcome this bias: by “unpacking” all the other alternative regions, rather than considering them as one entity. So, suggest the authors, learning about the history of other countries could help reduce the “inflated perceptions” you might hold about your own nation.

SOURCE: