Οι γονείς, πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και σωστά ενημερωμένοι, ώστε να ανταποκρίνονται σε αυτές τις φυσιολογικές ανάγκες των παιδιών τους και κατά συνέπεια στις ερωτήσεις τους γύρω από θέματα σεξουαλικότητας. Οι περισσότεροι γονείς δυσκολεύονται να συζητήσουν με τα παιδιά τους για τα θέματα αυτά. Είναι όμως πολύ σημαντικό και αναγκαίο να δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να επικοινωνούν με τα παιδιά τους θέματα που συμβάλλουν στην υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και στην ψυχοσυναισθηματική τους ωρίμανση.
Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση πραγματοποιείται καταρχήν από τους γονείς, οι οποίοι έχουν τον πρώτο ρόλο στη ζωή του παιδιού, αποτελούν πρόσωπα αναφοράς και πρότυπα ταύτισης για το ίδιο και μεταφέρουν αξίες και στάσεις ζωής μέσα από τη σχέση τους μαζί του και τη συμπεριφορά τους. Δεύτερος σημαντικός σταθμός στη ζωή του παιδιού είναι το σχολείο, το οποίο αποτελεί φορέα γνώσης, μάθησης και κοινωνικοποίησης. Και τα δύο αυτά συστήματα (οικογενειακό και σχολικό-εκπαιδευτικό) οφείλουν να συμβάλλουν στη σωστή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του παιδιού για θέματα που αφορούν τον εαυτό του και τις σχέσεις του με τους άλλους στο παρόν και στο μέλλον, με σκοπό την προαγωγή της ψυχικής και σεξουαλικής υγείας του παιδιού και αυριανού ενήλικα και την πρόληψη.Η σεξουαλικότητα είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης και όταν μιλάμε για παιδική σεξουαλικότητα αναφερόμαστε στην περίοδο από τη γέννηση ενός παιδιού ως και την ηλικία των δώδεκα χρόνων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ένα παιδί διέρχεται από τέσσερα εξελικτικά στάδια, όπου και συντελείται η ανάπτυξή του σε βιολογικό, γνωστικό, συναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο. Μέσα σε αυτή την εξελικτική διαδικασία λαμβάνει χώρα και η ψυχοσεξουαλική του ανάπτυξη, όπου «χτίζονται» οι βάσεις μίας υγιούς προσωπικότητας και υπεύθυνης συμπεριφοράς για την ενήλικη ζωή.
Τα παιδιά από τη βρεφική τους ηλικίαέχουν την ανάγκη να ανακαλύψουν τον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους.Αναρωτιούνται και πειραματίζονται με το κάθε τι. Και αυτό αποτελεί μία φυσιολογική ανάγκη του κάθε ανθρώπου που έρχεται στον κόσμο και επιθυμεί να μάθει, να ανακαλύψει, να γνωρίσει όσα συμβαίνουν στον ίδιο και στους γύρω του. Αποτελεί μέρος της ανθρώπινης εξέλιξης. Επιπλέον, μέσα από τις ποικίλες αλλαγές που τα παιδιά βιώνουν, καθώς μεγαλώνουν, αρχίζουν να ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο, έχουν περιέργεια και εκφράζουν απορίες σε σχέση με το σώμα τους, το φύλο τους και τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων. Αυτό το υγιές ενδιαφέρον των παιδιών δε σημαίνει ότι υπάρχει συνειδητή αφύπνιση της σεξουαλικότητας.Οι γονείς, κατέχοντας τον πρώτο ρόλο στη διαπαιδαγώγησή τους, είναι σημαντικό να ενθαρρύνουν και να ενισχύουν το ενδιαφέρον τους, καθώς και να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και σωστά ενημερωμένοι, ώστε να ανταποκρίνονται σε αυτές τις φυσιολογικές ανάγκες των παιδιών τους και κατά συνέπεια στις ερωτήσεις τους για θέματα σεξουαλικότητας. Είναι σκόπιμο να γνωρίζουν βασικά σημεία της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, ώστε να παρέχουν στα παιδιά τους τα κατάλληλα εφόδια και να συμβάλλουν στην ομαλή ψυχοσεξουαλική και συναισθηματική τους ανάπτυξη, που διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στο πέρασμα τους από την παιδική ηλικία στην εφηβική και μετέπειτα στην ενηλικίωση.
Παιδί και σεξουαλική διαπαιδαγώγηση
«Γνωρίζω τον εαυτό μου, το φύλο μου, το σώμα μου»
«Μαθαίνω για την ανατομία και τη φυσιολογία των γεννητικών οργάνων»
«Φροντίζω το σώμα μου»
«Σέβομαι τον εαυτό μου» - Αυτοσεβασμός.
«Σέβομαι τους άλλους» - Αλληλοσεβασμός
«Γνωρίζω τα όρια του εαυτού μου» - Οριοθέτηση
«Μαθαίνω να προστατεύω τον εαυτό μου» - Αυτοπροστασία
«Επικοινωνώ και εκφράζω τα συναισθήματά μου»
«Επικοινωνώ με τους άλλους» - Διαπροσωπικές και Διαφυλικές Σχέσεις
«Κατανοώ τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων»
Ένα από τα κύρια σημεία που οι γονείς είναι χρήσιμο να γνωρίζουν, όσον αφορά τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους, είναιη αναγκαιότητα μίας καλής και ειλικρινούς σχέσης επικοινωνίας γονιού-παιδιού. Η καλή επικοινωνία ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά βασίζεται στη σχέση μεταξύ τους, που χτίζεται καθημερινά από τη στιγμή που ένα παιδί γεννιέται και αναπτύσσει δεσμούς αγάπης και εξάρτησης με τους γονείς του. Είναι, λοιπόν, σημαντικό η σχέση αυτή και η επικοινωνία να χαρακτηρίζονται από συναισθηματική εγγύτητα, ασφάλεια και εμπιστοσύνη, όπου το παιδί θα μπορεί να εκφράσει όχι μόνο τις ανάγκες του και τις επιθυμίες του, αλλά και τις απορίες του, τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του. Έχει μεγάλη σημασία να είστε ανοιχτοί στο διάλογο για θέματα σεξουαλικότητας με τα παιδιά σας. Για να επιτευχθεί αυτό οι γονείς θα πρέπει να είναι κοντά τους, να τα ακούνε με προσοχή, να αφουγκράζονται τις ανησυχίες τους και να κάνουν ξεκάθαρο στα παιδιά τους, ότι είναι πρόθυμοι και διαθέσιμοι να τα βοηθήσουν και να απαντήσουν στις ερωτήσεις τους, χωρίς να είναι επικριτικοί, αλλά αντιθέτως να ενισχύουν θετικά το ενδιαφέρον τους.Ο γονιός του ίδιου φύλου με το παιδί (ομόφυλος) είναι σημαντικό να περνάει χρόνο μαζί του, όχι μόνο κάνοντας κοινές δραστηριότητες, αλλά και συζητώντας για θέματα που άπτονται της σεξουαλικότητας. Η στενή και ουσιαστική σχέση του ομόφυλου γονέα με το παιδί του συμβάλλει στην ταύτιση και στη διαμόρφωση της ταυτότητας του φύλου του. Ο ετερόφυλος γονιός είναι σημαντικό να ενθαρρύνει αυτήν την ομόφυλη ταύτιση. Και οι δύο γονείς, ο καθένας από τη δική του θέση και μέσα από το δικό του ρόλο, μεταδίδουν στα παιδιά τους πληροφορίες και μηνύματα που έχουν μεγάλη αξία για την ομαλή ψυχοσεξουαλική τους ανάπτυξη, καθώς και τις μελλοντικές τους σχέσεις με το άλλο φύλο, λειτουργώντας ως πρότυπα.
Τα παιδιά συνήθως κάνουν ερωτήσεις γύρω από το θέμα του σεξ, γιατί κάτι άκουσαν στο σχολείο, στην τηλεόραση ή σε μία συζήτηση. Είναι πιθανό αυτό να συμβεί σε στιγμές που οι γονείς δεν το περιμένουν, με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζονται και να μην ξέρουν πώς να το χειριστούν. Ακούστε λοιπόν με προσοχή τις ερωτήσεις τους και δώστε τους άμεσες και ειλικρινείς απαντήσεις, χωρίς να κρύβεστε και χωρίς να μιλάτε με ασάφεια. Η αμηχανία, ο φόβος, η άμυνα ή ο θυμός ως αντίδραση στην εκδήλωση ενδιαφέροντος του παιδιού για θέματα σεξουαλικότητας, μπορεί να μεταδώσουν το μήνυμα στο παιδί ότι τα θέματα αυτά είναι «κάτι κακό», με αποτέλεσμα να νιώσει ντροπή, ενοχή ή/και φόβο. Επιπρόσθετα, μία τέτοια αντίδραση θα το αποτρέψει από το να απευθύνεται στους γονείς του, στρεφόμενο σε λιγότερο έγκυρες πηγές.
Ακόμα κι αν κάτι που σας ρωτάει δεν το γνωρίζετε είναι προτιμότερο και ασφαλέστερο να του απαντήσετε με ειλικρίνεια και στη συνέχεια να φροντίσετε να μάθετε για αυτό και να του δώσετε μία σωστή και ολοκληρωμένη απάντηση, παρά να του μεταδώσετε μία λάθος γνώση. Υπάρχουν ειδικά βιβλία για γονείς μέσα από τα οποία μπορούν να ενημερωθούν σωστά και υπεύθυνα. Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν εικονογραφημένα βιβλία σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης που απευθύνονται σε παιδιά διαφόρων ηλικιών, για να μεταδώσουν τις πληροφορίες που χρειάζεται με έναν ενδιαφέροντα και παιδαγωγικό τρόπο. Είναι σημαντικό τα παιδιά να μαθαίνουν την αλήθεια για θέματα που αφορούν τη σεξουαλικότητα και όχι ιστορίες ή μύθους που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Με τον κατάλληλο τρόπο και τις κατάλληλες λέξεις να μάθουν για το σώμα τους, τα γεννητικά όργανα, για το πώς ένα παιδί έρχεται στον κόσμο μέσα από την αγάπη των γονιών του, χρησιμοποιώντας τα ονόματα που η ιατρική επιστήμη έχει ορίσει (π.χ. πέος, όρχεις, αιδοίο, μήτρα). Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά θα γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους, αλλά και θα καταρριφθούν τα ταμπού και οι προκαταλήψεις, που συνοδεύουν, ακόμα και σήμερα, τις λέξεις που περιγράφουν μέρη του ανθρώπινου σώματος και το μόνο που τελικά επιφέρουν είναι συναισθήματα ντροπής, ενοχών και αμηχανίας, διαιωνίζοντας το φαύλο κύκλο της άγνοιας, της παραπληροφόρησης και της έλλειψης σωστής ενημέρωσης.
Μιλήστε στα παιδιά σας με απλά και κατανοητά λόγια, ανάλογα με το ηλικιακό, γνωστικό και συναισθηματικό τους επίπεδο. Αυτό σημαίνει, ότι χρειάζεται να επικοινωνήσετε μαζί τους όσα μπορούν να ακούσουν και να κατανοήσουν, όπως επίσης και να απαντήσετε στις συγκεκριμένες ερωτήσεις που σας θέτουν, όταν τις θέτουν. Πολλές φορές, οι γονείς μέσα από το άγχος τους για το τι θα πουν και πώς θα το πουν, μπορεί να εγκλωβίζονται και να πιστεύουν ότι τα παιδιά τους δε θα καταλάβουν. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι ζούμε σε μία κοινωνία, όπου υπάρχει μία πληθώρα μηνυμάτων, τα οποία τα ίδια τα παιδιά λαμβάνουν από διάφορες πηγές (σχολείο, συνομήλικοι, τηλεόραση και μέσα μαζικής ενημέρωσης, συζητήσεις ενηλίκων κ.α.). Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό να παρέχονται πληροφορίες στα παιδιά που να χαρακτηρίζονται από εγκυρότητα και αξιοπιστία και τα κατάλληλα πρόσωπα που μπορούν να τις προσφέρουν είναι οι ίδιοι οι γονείς τους, καθώς είναι τα πρόσωπα που εμπνέουν στα παιδιά εμπιστοσύνη, ασφάλεια και κύρος.
Ο ρόλος λοιπόν των γονιών στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι πολύ σημαντικός, γιατί διαπαιδαγωγούν όχι μόνο μέσα από τις συζητήσεις και τις απαντήσεις που δίνουν, αλλά και μέσα από τη συμπεριφορά τους και τη σχέση μεταξύ τους.
Τα παιδιά μαθαίνουν για τη σεξουαλικότητα παρατηρώντας, ακούγοντας και βιώνοντας την ατμόσφαιρα που επικρατεί μέσα στο σπίτι, από την πλευρά του παρατηρητή, αλλά και του αποδέκτη μηνυμάτων για τις σχέσεις των δύο φύλων, τις συμπεριφορές και τα συναισθήματα που αναπτύσσονται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους.
ΠΗΓΗ:
http://www.askitis.gr/educational/view/pos_mporoin_oi_goneis_na_voithisoin_stin_seksoialiki_diapaidagogisi_ton_pai(accessed 29.1.16)

















Είναι αυτή μία αδιέξοδη σχέση; Η απάντηση είναι ότι θα μπορούσε να είναι θα μπορούσε όμως και να μην είναι. Όλες οι σχέσεις δοκιμάζονται στη πορεία του χρόνου. Οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες εφόσον δύο διαφορετικοί άνθρωποι με διαφορετικές αντιλήψεις, βιώματα και συμπεριφορές καλούνται να συμβιώσουν και να προχωρήσουν μαζί στη ζωή τους (για όσο καιρό κρατήσει αυτό). Δεν σημαίνει ότι φτάνουν σε τέλμα, μάλιστα έχει παρατηρηθεί ότι όταν ένα ζευγάρι συγκρούεται σημαίνει ότι διεκδικεί ο ένας τον άλλον και ότι προσπαθεί για το καλύτερο στη σχέση του. Όταν όμως αυτές οι συγκρούσεις είναι επαναλαμβανόμενες και πολύ συχνές ή ακόμη όταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας είναι ο συγκρουσιακός, το ζευγάρι απομακρύνεται, μπαινοβγαίνει από την αλληλοχρέωση στην αλληλοκατηγορία, κολλάει στα λάθη του παρελθόντος, γίνεται ο ένας σύντροφος εχθρικός προς τον άλλον. Σε άλλες σχέσεις πάλι, δεν υπάρχουν συγκρούσεις αλλά η αποξένωση ανάμεσα στους δύο συντρόφους είναι τόσο έντονη που έχει κοπεί σχεδόν κάθε είδος ουσιαστικής επικοινωνίας, έτσι το ζευγάρι δεν καλύπτεται συναισθηματικά, ενώ ο καθένας τους εξακολουθεί και νιώθει την ματαίωση, την ψυχρότητα, την θλίψη, τον θυμό, την αίσθηση του ανικανοποίητου, τη στασιμότητα, νιώθει ότι «αυτή δεν είναι σχέση, δεν έχουμε κοινό μέλλον μαζί, δεν πάμε πουθενά, δεν το αντέχω άλλο πια!» Φαίνεται ότι αυτός ο τρόπος έχει γίνει μοτίβο στη σχέση, επαναλαμβάνοντας και αναπτύσσοντας συμπεριφορές που δεν καταλήγουν πουθενά, παρά μόνο σε αδιέξοδο. Και μιλάμε για αδιέξοδο, όταν νιώθουμε ότι όχι μόνο δεν αντλούμε ικανοποίηση από τη σχέση αλλά καταλαβαίνουμε ότι ενώ θα πρέπει να επανεξετάσουμε το αν θα συνεχίσουμε να βρισκόμαστε μέσα σε αυτήν, εμείς νιώθουμε παγιδευμένοι, ανίκανοι ή αδύναμοι να πάρουμε αποφάσεις, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σε τέλμα. Αποφάσεις που είναι ίσως αντίθετες στις επιθυμίες μας, με τον τρόπο που έχουμε οργανώσει τη ζωή μας, με τις προσδοκίες μας, όταν δεν θέλουμε να ξεβολευτούμε, ότανφοβόμαστε να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας… Ναι, βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, νιώθουμε το τέλμα, νιώθουμε ότι έχουμε βαλτώσει, και το παράξενο είναι ότι ενώ η λογική μπορεί να μας λέει τι πρέπει να κάνουμε, εμείς εξακολουθούμε και παραμένουμε, επαναλαμβάνοντας το φαύλο κύκλο… είναι αλήθεια ότι δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται χρόνος για να καταλάβουμε τι πραγματικά θέλουμε και τι ζητάμε όχι μόνο από τον σύντροφό μας αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Καλούμαστε να γίνουμε οι δυνατοί χωρίς όμως και να είμαστε πολλές φορές. Μπορεί να βιώνουμε το φόβο για το καινούργιο και το άγνωστο σαν απειλή που προτιμάμε να αποφύγουμε. Μπορεί ακόμη να μας είναι πιο εύκολο να γυρνάμε σε ενοχική συμπεριφορά, όταν μάλιστα έχουμε μάθει από παιδιά να «φταίω εγώ», δικαιώνοντας το σύντροφό μας και υποχωρώντας από την ικανοποίηση των δικών μας αναγκών. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό μας και ότι αξίζουμε κάτι καλύτερο, η εξαρτητική συμπεριφορά, η γενίκευση ότι «όλοι είναι ίδιοι», αλλά κυρίως η αποφυγή ανάληψης ευθύνης, καθώς και η δυσκολία χειρισμού της απώλειας και η διαχείριση του αποχωρισμού είναι οι κυριότερες αιτίες που μας κρατούν σε μία σχέση αδιεξόδου. Με λίγα λόγια, η αδυναμία μας να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας και να μπούμε εμείς στη δράση, μας κρατάει εγκλωβισμένους, περιμένοντας μία μαγική λύση, μία λύση που θα έρθει απ’ έξω…